30 έτη από την διάλυση της ΕΣΣΔ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

30 έτη από την διάλυση της ΕΣΣΔ

Σε ποια κατάσταση βρίσκονται σήμερα οι πρώην σοβιετικές χώρες
Περίληψη: 

Η επιβίωση και μετά την κοσμογονία του 1991 της άρχουσας ελίτ του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης σε θέσεις-κλειδιά, υπήρξε το πλέον καίριας σημασίας γεγονός, που καθόρισε, εν πολλοίς, και τη μοίρα του μετασοβιετικού κόσμου.

Ο Δρ. ΒΑΣΙΛΗΣ ΣΙΤΑΡΑΣ είναι επισκέπτης καθηγητής στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα «Ενέργεια: στρατηγική, δίκαιο και οικονομία» του ΠΑ.ΠΕΙ. με εμπειρία στο μετασοβιετικό χώρο (2014 - 2018). Απόψεις, κρίσεις και εκτιμήσεις οι οποίες εκφράζονται στο παρόν είναι αυστηρά προσωπικές και δεν απηχούν οποιαδήποτε άλλη ιδιότητα του συντάκτη τους πλην του ερευνητή.

Η πάλαι ποτέ κραταιά, έστω και σε στρατιωτικό-γεωπολιτικό επίπεδο, Σοβιετική Ένωση εξεμέτρησε το ζην πριν από 30 ακριβώς έτη, το Δεκέμβριο του 1991. Σύμφωνα με τον δεύτερο και τελευταίο εθνικό της ύμνο, εκείνο της περιόδου 1944-1991 [1], ήταν «μια αδιάσπαστη ένωση (15 τον αριθμό) ελεύθερων Δημοκρατιών», προορισμένη, υποτίθεται, «να υπάρξει για πάντα»! [2]. Τελικά, το μεγαλύτερο σε έκταση και τρίτο σε πληθυσμό κρατικό μόρφωμα μετά τον Β’ Π.Π. κατέρρευσε ωσάν χάρτινος πύργος μετά από 69 μόλις έτη ύπαρξης [3].

22122021-1.jpg

Ο πρόεδρος της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν, ο πρωθυπουργός της Αρμενίας, Νικόλ Πασινιάν, και ο πρόεδρος του Αζερμπαϊτζάν, Ιλχάμ Αλίεφ, σε συνέντευξη Τύπου μετά την τριμερή τους συνάντηση στο Σότσι της Ρωσίας, στις 26 Νοεμβρίου 2021. Sputnik/Mikhail Klimentyev/Kremlin via REUTERS
---------------------------------------------------------------------

Οι λόγοι της κατάρρευσης -την οποία ελάχιστοι στην Δύση είχαν προβλέψει- είναι γνωστοί και δεν επιθυμούμε να τους θίξουμε εδώ. Σκοπός μας είναι να προβούμε σε μια συνοπτική αποτίμηση της υφιστάμενης σήμερα κατάστασης, συνολικά, στις 12 από τις 15 μετασοβιετικές Δημοκρατίες, δηλαδή σε εκείνες που δεν εισήλθαν (το 2004) στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ούτως ή άλλως, οι τρεις που εισήλθαν, οι μικροσκοπικές Εσθονία, Λεττονία και Λιθουανία της Βαλτικής, υπήρξαν πάντα «ξένο σώμα» και μέσα στην ίδια την ΕΣΣΔ: είχαν προϋπάρξει ως ανεξάρτητα κράτη στο Μεσοπόλεμο -παράλληλα με τις πρώτες δύο δεκαετίες ζωής του ερυθρού γίγαντα στα ανατολικά τους- και μέχρι την προσάρτησή τους από τον Στάλιν το θέρος του 1940, συνεπεία του Συμφώνου Μολότωφ-Ρίμπεντροπ (Αύγουστος 1939).

ΟΜΟΙΟΤΗΤΕΣ

Ως γενική επισήμανση, παρατηρούμε ότι πολιτικά -πρωτίστως- δημογραφικά και οικονομικά η πορεία του μετασοβιετικού χώρου δεν εμφανίζεται ευχάριστη. Η κατιούσα τροχιά της ύστερης σοβιετικής περιόδου [4] συνεχίστηκε και μετά το 1991, και τα όποια οφέλη προέκυψαν, ιδίως στα «κράτη-εισοδηματίες» (βλ. παρακάτω) δεν τα καρπώθηκε το σύνολο του πληθυσμού. Την περίπτωση της Ρωσίας, στην οποία κατά την τελευταία απογραφή του 1989 κατοικούσε το 51,4% των κατοίκων της ΕΣΣΔ (147,4 εκ. επί συνόλου 286,74 εκ.), την έχουμε θίξει το 2019, αναδεικνύοντας τις αδυναμίες της [5]. Βεβαίως, το χάος που παρατηρήθηκε στην δεκαετία του 1990, επί προεδρίας Γιέλτσιν, αποτελεί παρελθόν και ο διάδοχός του, Πούτιν, έχει επιτύχει την σταθεροποίηση της κατάστασης, τουλάχιστον οικονομικά. Όμως, τα τελευταία χρόνια και η χώρα αυτή μαστίζεται από έκδηλη οικονομική στασιμότητα, οι δε πολιτικές ελευθερίες τελούν όλο και περισσότερο υπό διωγμό. Εάν η ίδια η Ρωσία, το μακράν ισχυρότερο κράτος της πρώην ΕΣΣΔ, αντιμετωπίζει λίαν σοβαρές προκλήσεις, η υφιστάμενη κατάσταση στα περισσότερα από τα υπόλοιπα 11 δεν είναι καλύτερη.

Η επιβίωση και μετά την κοσμογονία του 1991 της άρχουσας ελίτ του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης (ΚΚΣΕ), δηλαδή της «νομενκλατούρας», σε θέσεις-κλειδιά υπήρξε το πλέον καίριας σημασίας γεγονός, που καθόρισε, εν πολλοίς, και τη μοίρα του μετασοβιετικού κόσμου. Ενώ, δηλαδή, στα πρώην κομμουνιστικά κράτη της Ανατολικής Ευρώπης αναδύθηκαν νέες ηγεσίες με όραμα για αληθινή δημοκρατία, στην πρώην ΕΣΣΔ κάτι τέτοιο δε φαίνεται να συνέβη και άρα απο-σοβιετοποίηση δεν υπήρξε. Ακόμη και σε κάποιες περιπτώσεις που ιστορικοί ηγέτες είχαν περιπέσει σε δυσμένεια επί Γκορμπατσώφ, επανήλθαν δριμύτεροι και παγίωσαν ένα προσωποπαγές καθεστώς (η περίπτωση του Γκεϊντάρ Αλίγιεφ, ΓΓ του ΚΚ Αζερμπαϊτζάν από το 1969 ως το 1987 και αργότερα Προέδρου από το 1993 έως τον θάνατό του, το 2003). Άνθρωποι οι οποίοι επί σοβιετικού καθεστώτος υπηρετούσαν πιστά τη Μόσχα, φόρεσαν εν μια νυκτί το καπέλο του εθνικισμού και πρωτοστάτησαν πολιτικά στις νεοπαγείς δημοκρατίες. Υπήρξε, γενικά, μια αναίμακτη μετάβαση από το παλαιό στο -θεωρητικά- νέο καθεστώς, με τους «απαράτσικ», ήτοι τα μέλη της παλιάς γραφειοκρατίας, να διατηρούν τις θέσεις-κλειδιά. Η μοναδική χώρα όπου πραγματοποιήθηκε, την εποχή της ανεξαρτησίας, ευρείας κλίμακας εμφύλιος πόλεμος (1992-1997) υπήρξε το ορεινό και περίκλειστο Τατζικιστάν, όπου τελικά επικράτησε η παράταξη υπό το νυν πρόεδρο, Ε. Ραχμόν [6].

Ιδιότυπες περιπτώσεις, στις δεκαετίες του 2000 και 2010, ήταν οι επονομαζόμενες «έγχρωμες» ή «βελούδινες» επαναστάσεις για αλλαγή προσανατολισμού, αλλά με κόστος. Ο ιστορικός ηγέτης της Γεωργίας, Ε. Σεβαρντνάτζε, αντικαταστάθηκε τον Νοέμβριο του 2003 από την «Τριανταφυλλένια Επανάσταση», αλλά η διάδοχη κατάσταση (προεδρία φιλοδυτικού Μ. Σακασβίλι, 2004-2013) οδήγησε σε πορεία σύγκρουσης με την Ρωσία και στην οδυνηρή ήττα το 2008. Στην Ουκρανία, η «Πορτοκαλί Επανάσταση», ακριβώς έναν χρόνο μετά, συνέπεσε με το τέλος εποχής Κούτσμα και κατέδειξε τη μεγάλη πόλωση της κοινωνίας ανάμεσα σε φιλορώσους και φιλοδυτικούς. Η πόλωση κορυφώθηκε, δυστυχώς όχι χωρίς νεκρούς, με την κρίση του Γιεβρομαϊντάν τον χειμώνα 2013/14. Επακολούθησε ακρωτηριασμός της χώρας στην Κριμαία και την ανατολική της επικράτεια, κατόπιν ρωσικής επέμβασης. Στο Κιργιστάν, τον Μάρτιο του 2005 έλαβε χώρα η «Επανάσταση της Τουλίπας» και απέπεμψε τον ιστορικό ηγέτη Ασκάρ Ακάγιεφ (1990-2005). Τέλος, την άνοιξη του 2018, η Αρμενία με την «Βελούδινη Επανάσταση» εναντίον του παλαιού κατεστημένου έφερε τελικά στην εξουσία ως πρωθυπουργό τον πρώην δημοσιογράφο Νικόλ Πασινιάν, αλλά η προσπάθεια του τελευταίου να προσεγγίσει την Δύση δεν άρεσε στην Ρωσία. Τελικά, η χώρα υπέστη ταπεινωτική ήττα από το Αζερμπαϊτζάν στον δεύτερο πόλεμο για το Ορεινό Καραμπάχ (αρμ. Αρτσάχ), το φθινόπωρο του 2020.