Η ουκρανική Έξοδος | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η ουκρανική Έξοδος

Η Ευρώπη πρέπει να αντιμετωπίσει την επιλεκτική μεταχείρισή της στους πρόσφυγες
Περίληψη: 

Η ήπειρος δεν μπορεί πια να ενεργεί απλώς ως ένας απομακρυσμένος δωρητής ανθρωπιστικής και αναπτυξιακής βοήθειας˙ τώρα, πρέπει να αναπτύξει την ικανότητα να υποδέχεται μεγάλο αριθμό προσφύγων, ανεξάρτητα από το από πού προέρχονται.

Ο ALEXANDER BETTS είναι καθηγητής Αναγκαστικής Μετανάστευσης και Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο The Wealth Of Refugees: How Displaced People Can Build Economies [1].

Οι ρωσικές δυνάμεις συνεχίζουν να διασχίζουν με δυσκολία την Ουκρανία, βομβαρδίζοντας πόλεις και σκοτώνοντας χιλιάδες αμάχους. Σχεδόν τέσσερα εκατομμύρια Ουκρανοί έχουν τραπεί σε φυγή προς την Πολωνία, την Σλοβακία, και άλλες γειτονικές χώρες. Η ταχύτητα και η κλίμακα της ουκρανικής εξόδου την καθιστούν τoν μεγαλύτερο και ταχύτερο εκτοπισμό ανθρώπων στην Ευρώπη από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά. Και [η έξοδος] έχει ανατρέψει πολλές υποθέσεις για τους πρόσφυγες, συμπεριλαμβανομένης της άποψης ότι ο αναγκαστικός εκτοπισμός είναι μια πρόκληση που περιορίζεται στον «παγκόσμιο Νότο».

29032022-1.jpg

Ένα παιδί από την Ουκρανία δραπετεύει από την χώρα, στην Volytsia της Ουκρανίας, τον Φεβρουάριο του 2022. Natalie Thomas / Reuters
------------------------------------------------

Η Ευρώπη φιλοξενεί πλέον περισσότερους πρόσφυγες από οποιαδήποτε άλλη περιοχή στον κόσμο. Ο συχνά αναφερόμενος αριθμός των Ηνωμένων Εθνών ότι το 85% των προσφύγων του κόσμου βρίσκονται σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος δεν ισχύει πλέον. Η κρίση στην Ουκρανία αποκαλύπτει ότι οι πρόσφατοι εκτοπισμοί ανθρώπων —για παράδειγμα, τα κύματα των προσφύγων, κυρίως από τη Μέση Ανατολή, που έφτασαν στην Ευρώπη [2] το 2015 και το 2016 και ο αριθμός ρεκόρ των αιτούντων άσυλο από την Κεντρική Αμερική, που έφτασαν στα σύνορα των ΗΠΑ τα τελευταία λίγα χρόνια— δεν είναι μια παρέκκλιση. Ο αναγκαστικός εκτοπισμός θα είναι παντού μια καθοριστική πρόκληση του εικοστού πρώτου αιώνα. Αυτή η πραγματικότητα έχει βαθιές επιπτώσεις στο πώς η Ευρώπη θα βοηθήσει τους πρόσφυγες. Η ήπειρος δεν μπορεί πια να ενεργεί απλώς ως ένας απομακρυσμένος δωρητής ανθρωπιστικής και αναπτυξιακής βοήθειας˙ τώρα, πρέπει να αναπτύξει την ικανότητα να υποδέχεται μεγάλο αριθμό προσφύγων, ανεξάρτητα από το από πού προέρχονται.

Η διαδικασία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αντιμετώπιση των αιτούντων άσυλο ήταν από καιρό ακατάλληλη για αυτόν τον σκοπό. Το αποκαλούμενο σύστημα του Δουβλίνου (Dublin system) κατανέμει την πρωταρχική ευθύνη για τους πρόσφυγες στην πρώτη χώρα στην οποία καταφθάνουν. Αυτή η απαίτηση είχε ιστορικά δώσει μια δυσανάλογη ευθύνη στα κράτη της πρώτης γραμμής της Μεσογείου, όπως η Ελλάδα και η Ιταλία. Η Τσεχική Δημοκρατία, η Ουγγαρία, η Πολωνία, και η Σλοβακία ήταν οι κύριες χώρες που ήταν υπεύθυνες για το μπλοκάρισμα της μεταρρύθμισης του συστήματος του Δουβλίνου το 2016. Τώρα που βρίσκονται στο μάτι του κυκλώνα και το κοινό τους επιδεικνύει εξαιρετικές πράξεις αλληλεγγύης στους Ουκρανούς πρόσφυγες, αυτές οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης μπορεί να είναι πρόθυμες να ενστερνιστούν τη μεταρρύθμιση. Η ΕΕ έχει παράσχει προσωρινά μια περιορισμένη μορφή καταφυγίου στους ανθρώπους που καταφθάνουν στην Ευρώπη κατά την διάρκεια μιας μαζικής εισροής, επιτρέποντας στους πρόσφυγες από την Ουκρανία να παραμείνουν για τουλάχιστον τρία χρόνια. Ακόμη και στο Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο έχει κινηθεί αδέξια προς όλο και πιο δρακόντειες πολιτικές ασύλου στον απόηχο της αποχώρησής του από την Ευρωπαϊκή Ένωση, δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι έχουν προσφέρει τα σπίτια τους σε Ουκρανούς πρόσφυγες και έχουν πιέσει την κυβέρνηση να απαλύνει τους αρχικά σκληροπυρηνικούς περιορισμούς [έκδοσης] βίζας για αυτούς.

Αυτές οι πράξεις γενναιοδωρίας και αλληλεγγύης προσφέρουν μια ευκαιρία στους Ευρωπαίους ηγέτες να ωθήσουν τις πολιτικές για τους πρόσφυγες σε μια δικαιότερη κατεύθυνση, μια [κατεύθυνση] που μπορεί να φιλοξενήσει καλύτερα τους ανθρώπους που έρχονται και από [χώρες] εκτός της Ευρώπης. Πριν από έξι χρόνια, εκατομμύρια πρόσφυγες κατέφθασαν στην Ευρώπη από την Συρία [3] και άλλες κατεστραμμένες από τον πόλεμο χώρες. Το αρχικό καλωσόρισμα που έλαβαν έδωσε την θέση του σε μια σκληρή αντίδραση και στον αυξανόμενο εθνικισμό. Δεν χρειάζεται να ξανασυμβεί αυτό.

ΟΙ ΘΕΤΙΚΕΣ ΠΛΕΥΡΕΣ

Οι σκηνές του καθημερινού ανθρωπισμού που λαμβάνουν χώρα σε όλη την Ευρώπη πρέπει να πανηγυρίζονται. Άδεια παιδικά καροτσάκια που αφήνονται σε έναν σιδηροδρομικό σταθμό της Πολωνίας για τις μητέρες που καταφθάνουν, άνθρωποι που οδηγούν από τη μια πλευρά της ηπείρου στην άλλη για να προσφέρουν δωρεάν μεταφορές σε οικογένειες προσφύγων, και σημεία παράδοσης δωρεών σε σχεδόν κάθε ευρωπαϊκή πόλη -η αλληλεγγύη για τα δεινά των Ουκρανών ήταν πρωτοφανής. Αλλά αυτές οι σκηνές έρχονται σε αντίθεση με το πώς οι Ευρωπαίοι έχουν ανταποκριθεί σε άλλους πρόσφυγες τα τελευταία χρόνια. Οι Αφρικανοί αιτούντες άσυλο που ταξιδεύουν διασχίζοντας τη Μεσόγειο, συνεχίζουν να αψηφούν τον κίνδυνο να πνιγούν, μόνο για να αντιμετωπίσουν την κράτηση και την απέλαση. Οι Ουκρανοί καλωσορίστηκαν με ανοιχτές αγκάλες στην Πολωνία, της οποίας οι συνοριοφύλακες επιτέθηκαν σε πρόσφυγες από τη Μέση Ανατολή όταν προσπάθησαν πέρυσι να περάσουν από την Λευκορωσία.

Η ανακολουθία στη μεταχείριση των προσφυγικών πληθυσμών είναι αντίθετη με το πνεύμα του διεθνούς προσφυγικού δικαίου, το οποίο επικυρώνει το δικαίωμα των προσφύγων να ζητούν άσυλο οπουδήποτε στον κόσμο χωρίς διακρίσεις. Υποδεικνύει επίσης ένα πιο ύπουλο πρόβλημα. Ο Αμερικανός συγγραφέας Moustafa Bayoumi, μεταξύ άλλων παρατηρητών, έχει περιγράψει την κάλυψη του πολέμου στην Ουκρανία [4] από τα ευρωπαϊκά media ως ρατσιστική, που ευνοεί τα δεινά των λευκών, χριστιανών προσφύγων έναντι εκείνων που τρέπονται σε φυγή από τις διώξεις και τον πόλεμο στην Αφρική και στη Μέση Ανατολή. Αυτή η επιλεκτική συμπάθεια δεν είναι ένα νέο φαινόμενο. Στο τέλος του Ψυχρού Πολέμου, οι επικριτές αποδοκίμασαν τον «μύθο της διαφοράς» που είναι εγγενής στις Δυτικές πολιτικές για τους πρόσφυγες και τους αιτούντες άσυλο: οι χώρες της Δυτικής Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής ήταν πρόθυμες να δεχτούν ανθρώπους που τρέπονταν σε φυγή από την Σοβιετική Ένωση και τις χώρες του Συμφώνου της Βαρσοβίας, αλλά ενδιαφέρονταν λιγότερο να δεχτούν εκείνους από τις χώρες του παγκόσμιου Νότου.