Όλοι οι άνδρες του Τσάρου | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Όλοι οι άνδρες του Τσάρου

Γιατί η επιστράτευση δεν μπορεί να σώσει τον πόλεμο του Πούτιν
Περίληψη: 

Υπάρχουν αρκετοί που λένε ότι ο Πούτιν δεν μπορεί να χάσει. Αλλά μπορεί, και ίσως να το κάνει. Μια σειρά από τρομερές αποφάσεις τον οδήγησαν να υπονομεύσει την διεθνή θέση και τις οικονομικές προοπτικές της Ρωσίας, να κλονίσει την φήμη της Ρωσικής Ομοσπονδίας ως σοβαρής στρατιωτικής δύναμης, και να αποτύχει στο πιο σημαντικό στοίχημα της καριέρας του.

Ο LAWRENCE FREEDMAN είναι ομότιμος καθηγητής Πολεμικών Σπουδών στο King’s College του Λονδίνου και συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο Command: The Politics of Military Operations From Korea to Ukraine [1].

Στο διάγγελμά του στις 21 Σεπτεμβρίου σχετικά με τα βήματα που έκανε για να κερδίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν έπρεπε να εξηγήσει γιατί δεν έχει ήδη κερδίσει. Ο ένοχος ήταν το ΝΑΤΟ, το οποίο κατηγόρησε για την τεράστια υποστήριξη που έδωσε στο Κίεβο. Όταν είπε «θα χρησιμοποιήσουμε σίγουρα όλα τα μέσα που έχουμε στην διάθεσή μας» εάν παραβιαστεί η εδαφική ακεραιότητα της Ρωσίας, ορισμένοι είδαν μια σύνδεση με το προηγούμενο μέρος της ομιλίας του όταν αναφέρθηκε στα προτεινόμενα δημοψηφίσματα στα κατεχόμενα. Αλλά αυτό έμεινε ασαφές. Είναι δύσκολο να δημιουργηθεί μια κόκκινη γραμμή σε περιοχές όπου η κατάσταση στο έδαφος είναι τόσο ρευστή. Σε αρμονία με όλες τις προηγούμενες δηλώσεις, η πυρηνική απειλή του στράφηκε προς το ΝΑΤΟ, για να το αποτρέψει από το να εμπλακεί ακόμη πιο άμεσα στην υποστήριξη της Ουκρανίας.

25092022-1.jpg

Κατεστραμμένα ρωσικά τανκς και τεθωρακισμένα οχήματα μεταφοράς προσωπικού, στην Izium, στην Ουκρανία, τον Σεπτέμβριο του 2022. Gleb Garanich / Reuters
--------------------------------------------------------

Όσον αφορά την πραγματική αλλαγή της πορείας του πολέμου, η θεραπεία που πρότεινε ήταν περισσότερα στρατεύματα. Διέταξε όλους τους Ρώσους που έχουν λάβει προηγούμενη στρατιωτική εκπαίδευση να παρουσιαστούν στην υπηρεσία, μια επιστράτευση που περιγράφεται ως «μερική» αλλά εξακολουθεί να φαίνεται ουσιαστική. Άνδρες χωρίς προηγούμενη εκπαίδευση φαίνεται να έχουν συγκεντρωθεί, συμπεριλαμβανομένων φοιτητών, οι οποίοι υποτίθεται ότι είχαν εξαιρεθεί. Τίποτα στην ομιλία των επτά λεπτών δεν αφαίρεσε την δυσωδία της αποτυχίας γύρω από την επιχείρηση. Αν και παραμένει ασαφές εάν η επιστράτευση μπορεί να κάνει κάποια διαφορά στο αποτέλεσμα, έχει ήδη αυξήσει το διακύβευμα για τον Πούτιν στο εσωτερικό [2]. Καθώς πολλοί άντρες μπαίνουν βουρκωμένοι σε λεωφορεία για να πάνε στον πόλεμο, άλλοι προσπαθούν να φύγουν από την χώρα ή, αψηφώντας τα δρακόντεια μέτρα ασφαλείας, κατεβαίνουν στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν.

Η αποτυχία, ωστόσο, δεν είναι κάτι που ο Πούτιν[3] και ο στενός κύκλος του μπορούν να ομολογήσουν. Σε κάθε στάδιο -την αναχαίτιση της αρχικής του επίθεσης εναντίον του Κιέβου τον Φεβρουάριο, την αργή φθορά των περιορισμένων προελάσεων που έκαναν οι ρωσικές δυνάμεις στην Λουχάνσκ το καλοκαίρι, τις ξαφνικές προόδους των ουκρανικών δυνάμεων στο Χάρκοβο τον Σεπτέμβριο- ο Πούτιν έχει διπλασιάσει τις προσπάθειές του. Αντί να ψάχνει έναν τρόπο να μειώσει τις απώλειές του και να φύγει πριν τα πράγματα χειροτερέψουν, επέμενε συνεχώς ότι οι στόχοι του θα επιτευχθούν, αν και η ακριβής φύση αυτών των στόχων έχει διακυμάνσεις, και ακόμη και τα μέτρια εδαφικά κέρδη έχουν πάρει πολύ περισσότερο χρόνο και κόστισαν πολύ περισσότερο σε στρατεύματα και εξοπλισμό από όσο θα μπορούσε να είχε προβλεφθεί στην αρχή.

Σε ένα άρθρο για το Foreign Affairs τον Ιούλιο, υποστήριξα [4] ότι πολλά από τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ρωσία κατά τους πρώτους μήνες της σύγκρουσης θα μπορούσαν να αποδοθούν στην ανώτερη διοίκηση του πολέμου. Ολόκληρη η ρωσική αλυσίδα διοίκησης πάλευε να αντιμετωπίσει έναν εχθρό που αντιστεκόταν με πείσμα και φαντασία, θέτοντας επιχειρησιακά προβλήματα που δεν είχαν προβλεφθεί και που οι ρωσικές δυνάμεις δεν ήταν καλά εξοπλισμένες για να αντιμετωπίσουν. Ακόμη πιο σημαντικό [στοιχείο] ήταν ο παραληρηματικός χαρακτήρας της αρχικής απόφασης του Πούτιν να εισβάλει. Ως ανώτατος διοικητής της Ρωσίας, ο Πούτιν έβλεπε τον εχθρό ως μια καρικατούρα, και οι υποθέσεις του δεν είχαν δοκιμαστεί έναντι των διαθέσιμων πληροφοριών σχετικά με την ετοιμότητα του ουκρανικού στρατού και τις δημοφιλείς συμπεριφορές στην ίδια την Ουκρανία. Η διαστρεβλωμένη κατανόησή του οδήγησε στην αλαζονική πεποίθηση ότι η ουκρανική αντίσταση θα κατέρρεε με την αρχική ρωσική ώθηση, και ότι η χώρα θα μπορούσε στην συνέχεια να υποταχθεί εύκολα. Δεν χρειαζόταν πολλή γνώση της ιστορίας της Ουκρανίας για να εκτιμηθεί πόσο δύσκολες θα ήταν και οι δυο αυτές δουλειές. Ακόμα κι αν οι αρχικές στρατιωτικές κινήσεις είχαν πετύχει, οι ρωσικές δυνάμεις [5] δεν είχαν την ικανότητα να ειρηνεύσουν έναν τόσο μεγάλο πληθυσμό σε μια τόσο μεγάλη χώρα.

Όπως έχει γίνει πλέον σαφές, αυτές οι εσφαλμένες υποθέσεις δημιούργησαν ένα ακόμη βαθύτερο πρόβλημα. Επειδή ο Πούτιν δεν αναγνώρισε ποτέ την εισβολή ως μια πλήρη στρατιωτική σύγκρουση και αρνήθηκε να ομολογήσει αυτό το γεγονός στο ρωσικό κοινό, βρέθηκε με πολύ λίγο ανθρώπινο δυναμικό καθώς η αρχική επίθεση μετατράπηκε σε έναν αργό, φθοροποιό, και εξαιρετικά θανατηφόρο πόλεμο. Ως αποτέλεσμα, έχει πλέον αναγκαστεί να αναζητήσει νέα μέσα για να αναπληρώσει τα στρατεύματά του, αλλά σε ένα στάδιο στο οποίο θα είναι πολύ δύσκολο να αλλάξει η δυναμική. Το πώς έφτασε η Ρωσία σε αυτή την εξαιρετική συγκυρία, λοιπόν, πρέπει να γίνει κατανοητό όχι μόνο ως συνέπεια της ουκρανικής ισχύος και ανθεκτικότητας, και της Δυτικής υποστήριξης, αν και ήταν εξαιρετικά σημαντικές, αλλά και ως αποτέλεσμα μιας σειράς στρατιωτικών λαθών εκ μέρους της ίδιας της ρωσικής ηγεσίας, ξεκινώντας από την αρχική στρατηγική εισβολής.

ΤΥΦΛΟΙ ΣΤΗΝ ΜΑΧΗ