Ο πόλεμος του Πούτιν και οι κίνδυνοι διάλυσης της Ρωσίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο πόλεμος του Πούτιν και οι κίνδυνοι διάλυσης της Ρωσίας

Το ξήλωμα ενός εύθραυστου πολυεθνικού κράτους θα μπορούσε να οδηγήσει σε περισσότερη βία

Καθώς ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, εντείνει τις προσπάθειες στον πόλεμό του στην Ουκρανία, η σταθερότητα του καθεστώτος του είναι αβέβαιη. Ορισμένοι παρατηρητές έχουν προβλέψει ότι ο Ρώσος πρόεδρος θα μπορούσε να ανατραπεί˙ άλλοι ελπίζουν ακόμη και σε διάλυση της χώρας. Κάτι που εγείρει το ερώτημα: Θα μπορούσε η Ρωσία να διασπαστεί;

10122022-1.jpg

Ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, μιλώντας στην Κόκκινη Πλατεία στη Μόσχα, τον Νοέμβριο του 2022. Mikhail Metzel / Sputnik / Pool / Reuters
-------------------------------------------------

Η γεωγραφία της Ρωσίας κάνει την συνοχή άπιαστη. Εκτείνεται σε 11 ζώνες ώρας και είναι το μεγαλύτερο έθνος στον κόσμο από εδαφικής πλευράς. Το 20% του πληθυσμού της δεν είναι εθνικά Ρώσοι, αλλά ανήκουν σε τοπικά ιθαγενή έθνη. Ενώ η Μόσχα ονομάστηκε η τρίτη πιο ευημερούσα πόλη στον κόσμο από τον City Prosperity Index του ΟΗΕ-Habitat λίγες εβδομάδες πριν από την έναρξη του πολέμου τον Φεβρουάριο, ένα μεγάλο μέρος της Σιβηρικής υποηπείρου είναι φτωχή και αραιοκατοικημένη. Στον μακρινό βορρά κυριαρχούν οι φθίνουσες εξορυκτικές βιομηχανικές πόλεις. Στην Άπω Ανατολή, οι κάτοικοι συνδέονται οικονομικά περισσότερο με την Κίνα, την Ιαπωνία, και τη Νότια Κορέα παρά με τη Μόσχα και την Αγία Πετρούπολη. Υπό την ηγεσία του Πούτιν [2], η εξουσία έχει συγκεντρωθεί σε μεγάλο βαθμό στη Μόσχα και η πολιτική και πολιτιστική αυτονομία στις επαρχίες έχει μειωθεί.

Ορισμένοι Δυτικοί παρατηρητές όχι μόνο κάνουν εικασίες για την κατάρρευση της Ρωσίας αλλά αγχώνονται για μια τέτοια, βλέποντας σε αυτήν μια λύση στην διεθνή συμπεριφορά της Μόσχας. Μια διάλυση, ωστόσο, δεν θα έλυνε το «πρόβλημα της Ρωσίας» για την Δύση. Οποιοδήποτε θετικό μέλλον για την Ρωσία και τους γείτονές της όπως η Ουκρανία [3], καθώς και για τον υπόλοιπο κόσμο, θα απαιτήσει από την χώρα να επανεφεύρει τον φεντεραλισμό της εκ των έσω, παρά να εκραγεί.

ΔΕΣΜΟΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΔΕΣΜΕΥΟΥΝ ΠΑΝΤΑ

Η Ρωσία [4] έχει μακρά ιστορία ηγετών που χρησιμοποιούν ένα μείγμα από καρότα και μαστίγια για να κρατήσουν ενωμένες τις μακρινές περιοχές της χώρας. Οι Τσάροι παραχώρησαν πολιτιστική αυτονομία σε ορισμένα κατακτημένα έθνη, ενώ ανάγκασαν βίαια την αφομοίωση σε άλλα. Το σοβιετικό καθεστώς ακολούθησε το ίδιο σενάριο, άλλοτε γιορτάζοντας τις εθνικές ταυτότητες, άλλοτε εκτοπίζοντας και τιμωρώντας λαούς που θεωρούνταν άπιστοι στο σοβιετικό σχέδιο.

Ένα εκκρεμές έχει επίσης ταλαντευτεί στην Ρωσία μεταξύ του συγκεντρωτισμού και της αντίστασης σε αυτόν. Στον εικοστό αιώνα, η χώρα γνώρισε μόνο δύο περιόδους σχετικής αποκέντρωσης: υπό τον Σοβιετικό πρωθυπουργό Νικήτα Χρουστσόφ, μεταξύ 1953 και 1964, και μεταξύ της περεστρόικα και του τέλους της προεδρίας του Μπόρις Γιέλτσιν, από το 1985 έως το 1999.

Μόλις ο Πούτιν [5] ανέλαβε το 2000, επανέλαβε σταδιακά τον έλεγχο της Μόσχας στις ρωσικές περιοχές και δημοκρατίες. Έκτοτε, οι αυξανόμενες κοινωνικοοικονομικές ανισότητες μεταξύ των κατοίκων των πλούσιων μητροπολιτικών κέντρων και των επαρχιακών περιοχών έχουν δημιουργήσει εντάσεις. Η Μόσχα και η γύρω περιοχή καταναλώνουν περισσότερο από όσο αντιστοιχεί στο μερίδιό τους στον κρατικό προϋπολογισμό. Οι περιοχές της Σιβηρίας, αντίθετα, συνεισφέρουν περισσότερα από όσα παίρνουν πίσω. Η Μόσχα έχει συγκεντρώσει πάρα πολλή δύναμη και οι μακρινές περιοχές έχουν χάσει την γραφειοκρατική και οικονομική τους αυτονομία, κάτι που με την σειρά του έχει υποβαθμίσει την περιφερειακή ανάπτυξη. Ακόμη και στο Κράι του Κρασνοντάρ, στον νότο της Ρωσίας -μια περιοχή πολύ πιστή στον Πούτιν- οι τοπικοί ηγέτες επικρίνουν τους γραφειοκράτες που εδρεύουν στη Μόσχα ότι επιβάλλουν πολιτικές που δεν έρχονται σε επαφή με την επιτόπια πραγματικότητα.

Η εθνική χαρτογράφηση της Ρωσίας προσθέτει ένα ακόμη στρώμα σε αυτήν την πολυπλοκότητα. Οι 21 αυτόνομες εθνοτικές δημοκρατίες της χώρας δεν αποτελούν ένα ενιαίο σύνολο. Σε ορισμένες περιοχές κυριαρχούν οι Ρώσοι (μερικές φορές με συντριπτική πλειοψηφία˙ για παράδειγμα, αποτελούν τα δύο τρίτα του πληθυσμού στην σιβηρική δημοκρατία Buryatia στην λίμνη Βαϊκάλη) ενώ σε άλλες είναι σπάνιοι (περίπου το 3% στο Νταγκεστάν, στα νότια της Ρωσίας). Αλλά με ελάχιστες εξαιρέσεις -όπως στο βιομηχανοποιημένο Ταταρστάν- όλοι τους όχι μόνο αντιμετωπίζουν οικονομικές προκλήσεις που πλήττουν τις απομακρυσμένες επαρχίες της Ρωσίας αλλά έχουν και πολιτιστικά παράπονα. Υπάρχει, για παράδειγμα, αυξανόμενη απογοήτευση σε αυτές τις γλωσσικά διαφορετικές περιοχές σχετικά με την κυριαρχία της ρωσικής γλώσσας. Τοπικοί ακτιβιστές έχουν ζητήσει τα σχολικά βιβλία ιστορίας να σταματήσουν να γιορτάζουν την υποτιθέμενη ειρηνική ενσωμάτωση των εθνών τους στην Ρωσική Αυτοκρατορία. Στην περιοχή της Αρκτικής, οι ιθαγενείς ηγέτες έχουν διαμαρτυρηθεί εντονότατα για το πώς οι εξορυκτικές εταιρείες, όπως οι εταιρείες πετρελαίου, εκμεταλλεύονται αυτό που κάποτε ήταν η γη τους.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία θα μπορούσε να αυξήσει τις εκκλήσεις για μεγαλύτερη αυτονομία από τη Μόσχα. Η επιστράτευση[6] τον Σεπτέμβριο προκάλεσε αντιδράσεις σε περιοχές με μεγάλους πληθυσμούς εθνικών μειονοτήτων των οποίων οι στρατεύσιμοι έχουν ήδη υποστεί υψηλά ποσοστά απωλειών. Ακόμη και ο ηγέτης της Δημοκρατίας της Τσετσενίας, Ραμζάν Καντίροφ, ο οποίος παρουσιάζεται ως ο πιστός στρατιώτης του Πούτιν, σταμάτησε την επιστράτευση στην Τσετσενία νωρίτερα από όσο ηγέτες σε άλλες περιοχές, ανακοινώνοντας ότι η δημοκρατία του είχε ήδη εκπληρώσει την ποσόστωσή της. Τον Σεπτέμβριο, η σύζυγος του αρχιμουφτή του Νταγκεστάν έκανε παρόμοια δήλωση.

Οι βαθύτερες δημογραφικές αλλαγές θα μπορούσαν επίσης να αυξήσουν τις εκκλήσεις για αποκέντρωση. Από τις 20 ρωσικές περιοχές με θετική πληθυσμιακή αύξηση, οι 19 έχουν σχετικά υψηλά ποσοστά μη εθνικών Ρώσων. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για το Νταγκεστάν και την Τσετσενία στον Βόρειο Καύκασο και την Τούβα στην Σιβηρία. Στην Sakha, την πιο βόρεια δημοκρατία της Ρωσίας, η περιφερειακή πρωτεύουσα Γιακούτσκ έχει δει τον πληθυσμό της να διπλασιάζεται μέσα σε 30 χρόνια, χάρη στην έξοδο νεαρών Γιακούτς από τις αγροτικές περιοχές προς την πόλη, καθιστώντας την πόλη την πιο ζωντανή αστική σκηνή της Ρωσίας για αυτόχθονες πολιτισμούς.

Αν και τα παράπονά τους είναι γνήσια, οι εθνοτικές μειονότητες της Ρωσίας δεν φωνάζουν για απόσχιση. Έρευνες δείχνουν έντονο ρωσικό κρατικό πατριωτισμό στις εθνοτικές δημοκρατίες. Θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι αυτοί οι πληθυσμοί θα συσπειρώνονταν για ανεξαρτησία εάν η διαδικασία είχε τεθεί σε κίνηση. Αλλά είναι πιο πιθανό ότι η πλειοψηφία θα συνέχιζε να βλέπει την Ρωσία ως πατρίδα της και θα ήταν ικανοποιημένοι με το να τους δοθεί περισσότερη πολιτιστική και πολιτική αυτονομία.

ΜΗΝ ΕΛΠΙΖΕΤΕ ΓΙΑ ΚΑΤΑΡΡΕΥΣΗ

Παρά την έλλειψη αποδεικτικών στοιχείων για την υποστήριξη μιας διάλυσης που προέρχεται από το εσωτερικό της Ρωσίας, ορισμένοι Δυτικοί υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής και παρατηρητές έχουν ενδιαφερθεί για το ενδεχόμενο. Η Επιτροπή για την Ασφάλεια και την Συνεργασία στην Ευρώπη (Commission on Security and Cooperation in Europe), ένας κυβερνητικός οργανισμός γνωστός και ως Αμερικανική Επιτροπή του Ελσίνκι (U.S. Helsinki Commission), η οποία περιλαμβάνει μεταξύ των μελών της γερουσιαστές, εκπροσώπους του Κογκρέσου, και εκτελεστικούς αξιωματούχους, δήλωσε ότι η απο-αποικιοποίηση της Ρωσίας είναι «ηθική και στρατηγική επιταγή». Τον Μάιο, ο δημοσιογράφος κατά της κλεπτοκρατίας, Casey Michel, διατύπωσε ένα παρόμοιο επιχείρημα στο The Atlantic: «Η Δύση πρέπει να ολοκληρώσει το έργο που ξεκίνησε το 1991. Πρέπει να επιδιώξει την πλήρη απο-αποικιοποίηση της Ρωσίας». Ο Sergej Sumlenny, γράφοντας για την φιλοΝΑΤΟϊκή δεξαμενή σκέψης Center for European Policy Analysis, έθεσε το ερώτημα ως εξής: «Κατάρρευση της Ρωσίας; Καλά νέα για όλους».

Παρόμοια συναισθήματα προήλθαν από την Πολωνία και την Ουκρανία. Ο βραβευμένος με Νόμπελ και πρώην πρόεδρος της Πολωνίας, Λεχ Βαλέσα, έχει υποστηρίξει την απόσχιση των «60 λαών που αποικίστηκαν από την Ρωσία», έτσι ώστε η Ρωσία να περιοριστεί σε μια χώρα περίπου 50 εκατομμυρίων κατοίκων (σε αντίθεση με μια χώρα των 140 εκατομμυρίων). Μια Κοινωνία των Ελεύθερων Εθνών (League of Free Nations) καθώς και ένα Φόρουμ των Ελεύθερων Λαών της Ρωσίας (Forum of the Free Peoples of Russia) έχουν διοργανώσει συναντήσεις στην κεντρική Ευρώπη και ζήτησαν «να απελευθερωθούν τα φυλακισμένα έθνη» -μια διατύπωση που παραπέμπει στην τσαρική περίοδο, όταν οι διαφωνούντες χλεύαζαν την Ρωσία ως «φυλακή για έθνη» και από το Αντι-μπολσεβίκικο Μπλοκ Εθνών (Anti-Bolshevik Bloc of Nations ) που υποστηριζόταν από την CIA κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου [7].

Οι εξόριστοι από τις εθνοτικές μειονοτικές ομάδες της Ρωσίας και στελέχη της ρωσικής αντιπολίτευσης αποτελούν την πλειοψηφία των ατόμων που συμμετείχαν σε αυτά τα συνέδρια. Για παράδειγμα, σε συνάντησή του στην Πράγα τον Ιούλιο, το Φόρουμ των Ελεύθερων Λαών της Ρωσίας δημοσίευσε, μια «Διακήρυξη για την απο-αποικιοποίηση της Ρωσίας», συνοδευόμενη από έναν χάρτη μιας διαμελισμένης Ρωσίας με περίπου 30 νέες δημοκρατίες.

Αλλά οι Δυτικοί πολιτικοί δεν πρέπει να πέσουν στην παγίδα να συγχέουν τις ριζοσπαστικές δηλώσεις των πολιτικών εξόριστων με τις απόψεις των Ρώσων πολιτών, οι οποίες είναι πολύ πιο διαφοροποιημένες. Θα ήταν επίσης λάθος να υποθέσουμε ότι οι ενδυναμωμένες μειονότητες θα βοηθούσαν αυτόματα στην δημιουργία μιας Ρωσίας πιο συγχρονισμένης με τα Δυτικά πρότυπα. Οι εθνοτικές μειονότητες δεν έχουν μεγαλύτερη τάση προς την δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα, την χρηστή διακυβέρνηση, και τον φιλοδυτικό φιλελευθερισμό από όσο η ρωσική εθνική πλειοψηφία.

Το κύριο πολιτιστικό χάσμα της Ρωσίας δεν είναι μεταξύ Ρώσων και μειονοτήτων, αλλά μεταξύ μεγάλων αστικών περιοχών και της υπόλοιπης χώρας: βιομηχανικά υποβαθμισμένες περιοχές, αγροτικές επαρχίες, και εθνοτικές δημοκρατίες. Οι μεγάλες πόλεις της Ρωσίας έχουν δείξει αυξανόμενα σημάδια δέσμευσης της κοινωνίας των πολιτών και πλουραλισμού της βάσης την τελευταία δεκαετία —ακόμα κι αν αυτή η τάση έχει κατασταλεί, ειδικά μετά το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία [8]. Οι κάτοικοι της υπαίθρου και οι μειονότητες, αντίθετα, τείνουν να είναι πιο συντηρητικοί όσον αφορά τα πολιτιστικά ήθη και να υποστηρίζουν περισσότερο ένα αυταρχικό και πατερναλιστικό καθεστώς. Οι μουσουλμανικές μειονότητες είναι πιο πιθανό να αντιταχθούν στα δικαιώματα των αμβλώσεων, στους φιλελεύθερους νόμους περί διαζυγίου, στην ισότητα στο χώρο εργασίας, και στα δικαιώματα των LGBTQ. Είναι επίσης πιο πιθανό να καταδικάσουν το ΝΑΤΟ [9] και τις Ηνωμένες Πολιτείες για τις πολιτικές τους στη Μέση Ανατολή.

Η συνηγορία για την κατάρρευση της Ρωσίας είναι μια λανθασμένη στρατηγική, που βασίζεται στην έλλειψη γνώσης του τι συνδέει την ρωσική κοινωνία σε όλη της την ποικιλομορφία. Το πιο σημαντικό, μια τέτοια στρατηγική επίσης αποτυγχάνει να θεωρήσει ότι μια ρωσική διάλυση θα ήταν καταστροφική για την διεθνή ασφάλεια. Μια κατάρρευση θα προκαλούσε αρκετούς εμφυλίους πολέμους. Τα νέα κράτη θα μάχονταν μεταξύ τους για τα σύνορα και τα οικονομικά περιουσιακά στοιχεία. Οι ελίτ της Μόσχας, που ελέγχουν ένα τεράστιο πυρηνικό οπλοστάσιο, θα αντιδρούσαν με βία σε κάθε απόσχιση. Οι υπηρεσίες ασφαλείας και οι υπηρεσίες επιβολής του νόμου θα συνέτριβαν κάθε προσπάθεια εκδημοκρατισμού εάν αυτό σήμαινε επανάληψη του διαμελισμού της Σοβιετικής Ένωσης. Αν και η απο-αποικιοποίηση μοιάζει με απελευθέρωση, στην πράξη πιθανότατα θα ωθούσε ολόκληρη την Ρωσία και τις περιοχές εθνοτικών μειονοτήτων ακόμη πιο πίσω.

Σίγουρα, η διάλυση της Ρωσίας δεν είναι πιθανή. Στον απόηχο του καταστροφικού πολέμου του Πούτιν, ωστόσο, το καθεστώς θα αντιμετωπίσει αυξανόμενες πιέσεις για αποκέντρωση. Το καλύτερο αποτέλεσμα θα ήταν να γίνει πραγματικότητα η τοπική αυτοδιοίκηση —που εμπεριέχεται στο ρωσικό σύνταγμα αλλά καταργήθηκε από τον Πούτιν. Αυτή η επαν-ομοσπονδοποίηση της Ρωσίας θα ήταν δυνατή μόνο εάν συνοδευόταν από έναν εθνικό απολογισμό της κληρονομιάς της ρωσικής αποικιοκρατίας. Αυτή η επανεκτίμηση θα ήταν σημαντική για τους Ρώσους, καθώς και για τις μειονότητες. Αλλά όπως στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη, αυτός ο κοινωνικός μετασχηματισμός θα διαρκέσει δεκαετίες. Αξίζει, όμως, να επιδιωχθεί. Μόνο μια Ρωσία που αποκεντρώνεται πολιτικά και πολιτιστικά μπορεί να μεταρρυθμιστεί από μέσα προς τα έξω.

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.cornellpress.cornell.edu/book/9781501754135/is-russia-fascist/
[2] https://www.foreignaffairs.com/tags/vladimir-putin
[3] https://www.foreignaffairs.com/tags/war-ukraine
[4] https://www.foreignaffairs.com/regions/russian-federation
[5] https://www.foreignaffairs.com/russian-federation/putin-rational-actor-n...
[6] https://www.foreignaffairs.com/russian-federation/what-mobilization-mean...
[7] https://www.foreignaffairs.com/tags/cold-war
[8] https://www.foreignaffairs.com/regions/ukraine
[9] https://www.foreignaffairs.com/topics/nato

Copyright © 2022 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/russian-federation/putins-war-and-dangers...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition