Το Κίεβο και η Μόσχα διεξάγουν δύο διαφορετικούς πολέμους | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το Κίεβο και η Μόσχα διεξάγουν δύο διαφορετικούς πολέμους

ΕΝΑΣ ΧΡΟΝΟΣ ΜΕΤΑ. Τι αποκάλυψε ο πόλεμος στην Ουκρανία για τις σύγχρονες συγκρούσεις

Η τρίτη εξέλιξη ήταν η εμφάνιση των πυρομαχικών ακριβείας στην δεκαετία του 1970. Κατ' αρχήν, οι δραματικές βελτιώσεις στην ακριβή στόχευση που παρέχει μια τέτοια τεχνολογία σήμαιναν ότι δεν υπήρχε πλέον καμία δικαιολογία για παράπλευρες ζημιές. Οι [πολεμικές] επιχειρήσεις θα μπορούσαν να διεξαχθούν με τρόπους που να αποφύγουν τους αμάχους και να χτυπούν μόνο στρατιωτικούς στόχους. Με τα κατευθυνόμενα όπλα ακριβείας, υπήρχε η ευκαιρία να αναβιώσει ο κλασικός πόλεμος επικεντρώνοντας την προσοχή στην υπονόμευση της στρατιωτικής οργάνωσης ενός εχθρού μέσω βαθιών χτυπημάτων και ταχέων ελιγμών. Αυτό ήταν το μάθημα που αντλήθηκε από την αποφασιστική νίκη των Ηνωμένων Πολιτειών επί των ιρακινών δυνάμεων στον πρώτο πόλεμο του Κόλπου.

Εντούτοις, αν και αυτή η αλλαγή δόγματος ήταν εμφανής στον σχεδιασμό των πρόσφατων Δυτικών στρατιωτικών επεμβάσεων, η κλασική πολεμική στρατηγική συχνά μπήκε στο περιθώριο όταν αυτοί οι πόλεμοι μετατρέπονταν σε αντιεξεγερτικές εκστρατείες, όπως στο Ιράκ και το Αφγανιστάν. Σε αμφότερες τις συγκρούσεις, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους κατέβαλαν προσπάθειες να αποφύγουν να βλάψουν τους αμάχους προκειμένου να διατηρήσουν την υποστήριξή τους και να αποφύγουν να τροφοδοτήσουν την εξέγερση, αλλά αυτές οι προσπάθειες έτειναν να χαλαρώνουν όταν οι δικές τους δυνάμεις κινδύνευαν. Για τις Δυτικές δυνάμεις, μια πρόσθετη πηγή έντασης ήταν ότι οι τοπικές κοινότητες τις θεωρούσαν συχνά ανεπιθύμητες, ειδικά όταν υποστήριζαν μια κυβέρνηση που -ακριβώς επειδή στηριζόταν στην ξένη υποστήριξη- δεν είχε λαϊκή νομιμοποίηση.

ΡΩΣΙΚΗ ΚΤΗΝΩΔΙΑ, ΟΥΚΡΑΝΙΚΗ ΑΥΤΟΣΥΓΚΡΑΤΗΣΗ

Από την πλευρά της, στις δεκαετίες μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, η Ρωσία δεν εγκατέλειψε ποτέ το μοντέλο του ολοκληρωτικού πολέμου. Αυτό συνέβαινε ακόμη και όταν χρησιμοποιούσε πυρομαχικά ακριβείας. Στην Συρία, για παράδειγμα, οι ρωσικές δυνάμεις απέδειξαν ότι η αποφυγή πολιτικών στόχων ήταν θέμα επιλογής και όχι τεχνολογίας, καθώς επιτέθηκαν σκόπιμα σε νοσοκομεία ανταρτών. Ακόμη και κοντά στην πατρίδα της, η Ρωσία έχει χρησιμοποιήσει αμείλικτες τακτικές, ειδικά στους Πολέμους της Τσετσενίας της δεκαετίας του 1990 και την πρώτη δεκαετία αυτού του αιώνα, κατά την διάρκεια των οποίων η Μόσχα εφάρμοσε ωμή βία απευθείας σε περιοχές και πόλεις αμάχων.

Τώρα η Ρωσία κάνει το ίδιο στην Ουκρανία. Όμως, αυτή την φορά αντιμετωπίζει έναν όλο και πιο καλά οργανωμένο και επαγγελματικό στρατό. Καθώς το Κρεμλίνο έχει γίνει πιο απογοητευμένο στην εκστρατεία του για την κατάληψη της χώρας, έχει καταφύγει σε τακτικές επιθέσεις κατά της κοινωνίας των πολιτών και της οικονομίας της Ουκρανίας. Αυτά περιλαμβάνουν στόχευση πυραύλων στο Κίεβο και άλλες πόλεις, ισοπέδωση συγκροτημάτων διαμερισμάτων και μερικές φορές ολόκληρες πόλεων, επίθεση στην ενεργειακή υποδομή της Ουκρανίας, και παρατεταμένες πολιορκίες, όπως στη Μαριούπολη την άνοιξη, στην Severodonetsk το καλοκαίρι, και την Bakhmut πιο πρόσφατα. Πρόκειται για επιχειρήσεις οι οποίες περιλαμβάνουν μπαράζ πυροβολικού που μετατρέπουν τις πόλεις σε ερείπια και αναγκάζουν τους πληθυσμούς τους να φύγουν.

Παρά τους μαξιμαλιστικούς στόχους της Ρωσίας στην Ουκρανία, είναι δυνατό να υποστηριχθεί ότι δεν επιδιώκει έναν ολοκληρωτικό πόλεμο. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η Ρωσία απέφυγε να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα -τα υπέρτατα σύμβολα του σύγχρονου ολοκληρωτικού πολέμου. Στην πραγματικότητα, τα πυρηνικά όπλα έχουν ήδη διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο στον καθορισμό των ορίων στην σύγκρουση. Στην αρχή του πολέμου, ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, επικαλέστηκε την πυρηνική απειλή για να προειδοποιήσει τις χώρες του ΝΑΤΟ ενάντια στην άμεση επέμβαση. Ταυτόχρονα, η επιθυμία του να αποφύγει έναν πόλεμο με την συμμαχία τον απέτρεψε από την χρήση πυρηνικών όπλων σε μικρότερη κλίμακα εντός της Ουκρανίας και από το να διατάξει επιθέσεις σε γειτονικές χώρες του ΝΑΤΟ. Ωστόσο, από τις περισσότερες απόψεις, η Ρωσία ακολούθησε την προσέγγιση του ολοκληρωτικού πολέμου που χρησιμοποίησε και σε άλλες συγκρούσεις από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου.

Εν τω μεταξύ, η Ουκρανία ακολουθεί μια προσέγγιση κλασικού πολέμου. Προασπιζόμενες τις δικές τους πόλεις, εργοστάσια, και ενεργειακά εργοστάσια, οι ουκρανικές δυνάμεις έχουν κάθε λόγο να αποφύγουν περιττές ζημιές σε περιοχές αμάχων και χρειάστηκε να συντηρήσουν τα σπάνια πυρομαχικά τους για ρωσικούς στρατιωτικούς στόχους υψηλής προτεραιότητας. Επιπλέον, το Κίεβο έχει επίσης περιοριστεί από τα όρια που του έθεσαν οι Δυτικοί προμηθευτές του. Ένας τομέας στον οποίο συνέβη αυτό -και ένα άλλο παράδειγμα της αποτρεπτικής επίδρασης της απειλής ολοκληρωτικού πολέμου- είναι ο σκόπιμος περιορισμός της ικανότητας της Ουκρανίας από την Ουάσιγκτον στο να επιτεθεί σε ρωσικό έδαφος, τουλάχιστον με τρόπους που περιλαμβάνουν Δυτικά όπλα. Οι ουκρανικές δυνάμεις διαχειρίστηκαν ορισμένες επιθέσεις σε στόχους εντός της Ρωσίας χρησιμοποιώντας drones και σαμποτάζ, αλλά αυτές ήταν λίγες. Συγκεκριμένα, οι Ηνωμένες Πολιτείες αρνήθηκαν στην Ουκρανία το μεγάλης εμβέλειας πυροβολικό και αεροπορία που θα της επέτρεπαν να χτυπά βαθύτερα και συχνότερα, αν και ο αντίκτυπος τέτοιων επιθέσεων εναντίον μιας χώρας του μεγέθους της Ρωσίας θα ήταν περισσότερο συμβολικός παρά υλικός.

Το αποτέλεσμα αυτών των περιορισμών είναι ότι η Ρωσία διεξάγει έναν ολοκληρωτικό πόλεμο στο ουκρανικό έδαφος χωρίς να αντιμετωπίζει σοβαρό κίνδυνο για οτιδήποτε αντίστοιχο για τον εαυτό της. Η αντίθεση μεταξύ της ρωσικής και της ουκρανικής προσέγγισης έχει γίνει ακόμη πιο έντονη καθώς ο πόλεμος προχωρά.

ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ