Η αμερικανική επιρροή μετά το Ιράκ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η αμερικανική επιρροή μετά το Ιράκ

Στη Μέση Ανατολή, η Ουάσινγκτον εξακολουθεί να πληρώνει για τον πόλεμό της

Την 1η Μαρτίου του 2003, ο Αραβικός Σύνδεσμος συγκάλεσε έκτακτη σύνοδο κορυφής στο Sharm al-Sheikh, της Αιγύπτου. Ο Moussa, επικεφαλής του οργανισμού εκείνη την εποχή, προειδοποίησε [2] τους παρευρισκόμενους: «Οι Άραβες -η ταυτότητά τους, η θρησκεία τους- αμφισβητούνται, και υπάρχει μια επίθεση που αντιμετωπίζουν». Παρόλο που η δήλωση [του] υπερβάλλει για την απειλή των ΗΠΑ στην περιοχή, συμπυκνώνει τα συναισθήματα πολλών. Στην ίδια συνάντηση, τα ΗΑΕ πρότειναν να παραιτηθεί ο Σαντάμ και να πάει στην εξορία για να γλιτώσει το Ιράκ από την καταστροφή του επικείμενου πολέμου. Ο Ιρακινός δικτάτορας, ωστόσο, αρνήθηκε την προσφορά, και αρκετοί Άραβες ηγέτες δεν υποστήριξαν την ιδέα, φοβούμενοι ότι θα μπορούσαν να είναι οι επόμενοι.

Καθώς σχεδίαζαν τον πόλεμό τους, οι Ηνωμένες Πολιτείες έφεραν τους περιφερειακούς συμμάχους τους σε όλο και πιο δύσκολη θέση, ζητώντας τους στρατιωτική και υλικοτεχνική υποστήριξη, παρόλο που οι αραβικές κυβερνήσεις και το αραβικό κοινό αντιτάχθηκαν σε μεγάλο βαθμό στον πόλεμο. Η Ιορδανία, η Σαουδική Αραβία, και η Τουρκία δεν επέτρεψαν την χρήση των στρατιωτικών τους βάσεων για την έναρξη του πολέμου˙ αντίθετα, το Κατάρ προσέφερε την αεροπορική βάση Al Udeid ως ορμητήριο. Η παρουσία της βάσης ήταν άγνωστη δημοσίως μέχρι λίγους μήνες πριν από τον πόλεμο, προκαλώντας υποψίες στα αραβικά κοινά ότι το στρατιωτικό αποτύπωμα των ΗΠΑ στην περιοχή ήταν μεγαλύτερο από όσο αναγνωριζόταν δημοσίως.

Οι Άραβες αξιωματούχοι ανησυχούσαν επίσης για το ποιο σύστημα διακυβέρνησης θα αντικαθιστούσε το καθεστώς του Σαντάμ και αν η θέση του Ιράν στην περιοχή θα ενισχυόταν μετά την αποχώρηση του Σαντάμ. Τόσο οι Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν όσο και το καθεστώς Baath στο Ιράκ ήταν εχθρικά διακείμενα προς το Ιράν. Η απομάκρυνση αυτών των καθεστώτων, όσο ενοχλητικά και αν ήταν, θα έδινε περισσότερη δύναμη Ιράν. Οι Άραβες ηγέτες μπορούσαν να δουν ότι αυτό ήταν ένα πιθανό αποτέλεσμα της ανατροπής του Σαντάμ. Κατά το 2004, ο βασιλιάς, Abdullah της Ιορδανίας προειδοποιούσε δημοσίως [3] ότι εάν φιλοϊρανικοί πολιτικοί κυριαρχούσαν στη νέα ιρακινή κυβέρνηση, θα αναδυόταν μια ιδεολογική «σιιτική ημισέληνος», η οποία θα εκτεινόταν από το Ιράν στο Ιράκ, την Συρία, και τον Λίβανο.

Οι προειδοποιήσεις αυτές των ηγετών της περιοχής δεν εισακούστηκαν. Λιγότερο από δύο μήνες μετά την αμερικανική εισβολή, η Προσωρινή Αρχή του Συνασπισμού (Coalition Provisional Authority), την οποία είχαν εγκαταστήσει οι Ηνωμένες Πολιτείες για να διοικήσει το Ιράκ, ανακοίνωσε την διάλυση του ιρακινού στρατού και των δυνάμεων ασφαλείας του. Η κίνηση αυτή άφησε εκατοντάδες χιλιάδες Ιρακινούς χωρίς εισόδημα. Πολλοί από τους αποστρατευθέντες στρατιώτες κρύφτηκαν˙ άλλοι έγιναν τελικά αντάρτες. Οι Ιρακινοί και άλλοι στη Μέση Ανατολή είδαν την διάλυση του στρατού και των κρατικών επιχειρήσεων ως μια μεγάλη προδοσία. Ο λόγος των Ηνωμένων Πολιτειών δεν ήταν αξιόπιστος.

Κατά την διάρκεια του χάους που ακολούθησε την πτώση του Σαντάμ, ο υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, Donald Rumsfeld, απέρριψε αναφορές για λεηλασίες στο Εθνικό Μουσείο του Ιράκ και για την πυρπόληση πολλών υπουργείων. «Η ελευθερία είναι ακατάστατη», είπε. Αυτή η επιπόλαιη στάση απέναντι σε όσα εκτυλίσσονταν στους δρόμους της Βαγδάτης εξόργισε τόσο τους Ιρακινούς όσο και τους άλλους Άραβες και προμήνυσε την εποχή του χάους που θα ακολουθούσε.

Δεν έχει υπάρξει μεγαλύτερη ζημιά στην προσπάθεια της ελευθερίας από το χάος εκείνων των πρώτων μηνών του πολέμου στο Ιράκ. Αν οι αμερικανικές δυνάμεις είχαν δείξει αίσθημα καθήκοντος ή φροντίδας και αν το ιρακινό κράτος δεν είχε ξεκοιλιαστεί, οι Ιρακινοί θα είχαν μια ευκαιρία να ξαναχτίσουν την χώρα τους. Η καταστροφή και η βία που λάμβαναν χώρα δημιούργησαν ερωτήματα στο μυαλό των Ιρακινών σχετικά με το αν οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν απρόθυμες να προστατεύσουν βασικά τμήματα της χώρας ή απλώς ήταν ανίκανες να το πράξουν. Με 160.000 στρατιώτες και ανώτερη αεροπορική δύναμη, οι Ηνωμένες Πολιτείες εκτόπισαν τον ιρακινό στρατό, αλλά στην συνέχεια φάνηκε ότι δεν μπόρεσαν να συγκρατήσουν τους άδειους δρόμους που άφησαν πίσω τους.

Η ΚΑΤΟΧΗ

Από την αρχή του πολέμου, οι Ηνωμένες Πολιτείες απέφυγαν τον ρόλο τους ως δύναμη κατοχής. Η παροχή βασικής ασφάλειας σε βασικές εγκαταστάσεις, όπως νοσοκομεία και κυβερνητικά υπουργεία, θα βοηθούσε στην σταθεροποίηση του Ιράκ. Η εκκαθάριση των κυβερνητικών υπαλλήλων με το πρόσχημα της απομάκρυνσης των Μπααθιστών από τα αξιώματα άφησε τα πανεπιστήμια, τα νοσοκομεία, και τα υπουργεία χωρίς ηγέτες. Στην θέση τους ήρθαν «επαρχιακές ομάδες ανασυγκρότησης» υπό την ηγεσία των ΗΠΑ ή της Βρετανίας, οι οποίες συχνά δεν είχαν ιδέα για την χώρα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες άφησαν επίσης τα σύνορα του Ιράκ σε μεγάλο βαθμό αφύλακτα, δίνοντας την δυνατότητα σε ξένους μαχητές να εισέλθουν εύκολα στην χώρα και οδηγώντας στην δημιουργία της «Αλ Κάιντα στο Ιράκ», της τρομοκρατικής ομάδας που στην συνέχεια έγινε το Ισλαμικό Κράτος (γνωστό και ως ISIS).

Ακόμη και τον Μάιο του 2003, όταν ο Bush στεκόταν σε ένα αεροπλανοφόρο μπροστά σε ένα πανό που δήλωνε «Η αποστολή επιτελέσθηκε», δεν ήταν καθόλου σαφές ποιο μέρος της αποστολής είχε πράγματι επιτευχθεί. Χωρίς να βρεθούν όπλα μαζικής καταστροφής, ο πόλεμος των ΗΠΑ είχε στερηθεί της κεντρικής του αποστολής. Η δημοκρατία δεν είχε φτάσει στο Ιράκ και οι άνθρωποι που σχεδίασαν την 11η Σεπτεμβρίου εξακολουθούσαν να κυκλοφορούν ελεύθεροι. Το μόνο μέρος της δηλωθείσας αποστολής που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «επιτελεσμένο» ήταν η απομάκρυνση του Σαντάμ από το αξίωμα, αλλά τον Μάιο του 2003, ο Σαντάμ κρυβόταν.