Πώς η Δύση μπορεί να διασφαλίσει το μέλλον της Ουκρανίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς η Δύση μπορεί να διασφαλίσει το μέλλον της Ουκρανίας

Το Κίεβο χρειάζεται μια δεσμευτική συμφωνία πριν από την ένταξη στο ΝΑΤΟ

Η Ουκρανία και οι εταίροι της θα μπορούσαν να βρουν ένα χρήσιμο πρότυπο στη μακροχρόνια καταστατική δέσμευση των Ηνωμένων Πολιτειών για ποιοτικό στρατιωτικό πλεονέκτημα του Ισραήλ, δηλαδή την ικανότητά του να αποτρέψει και, αν χρειαστεί, να νικήσει έναν μεγαλύτερο αντίπαλο διαθέτοντας ανώτερες τεχνολογίες και τακτικές. Αλλά οι καταστάσεις δεν είναι ακριβώς ανάλογες. Ο αντίπαλος της Ουκρανίας διαθέτει το μεγαλύτερο πυρηνικό οπλοστάσιο στον κόσμο, ενώ οι αντίπαλοι του Ισραήλ, προς το παρόν τουλάχιστον, δεν διαθέτουν τέτοια όπλα. Επιπλέον, το Κίεβο, σε αντίθεση με το Τελ Αβίβ, δεν διαθέτει πυρηνικά όπλα. Από την άλλη πλευρά, η Ουκρανία είναι μια πολύ μεγαλύτερη χώρα από το Ισραήλ. Μπορεί να διαθέσει μια σημαντική, καλά εξοπλισμένη, και ταχείας αντίδρασης δύναμη που να είναι ικανή να προκαλέσει σοβαρές απώλειες σε έναν τρομερό εισβολέα, όπως έχει αποδείξει ο στρατός της εναντίον της Ρωσίας από την έναρξη του πολέμου.

Η Δύση θα πρέπει να υιοθετήσει έναν νέο όρο, όπως «ποιοτική αποτρεπτική ισορροπία», που να ταιριάζει στη μοναδική περίπτωση της Ουκρανίας. Με τον τρόπο αυτό, θα πρέπει να δεσμευτεί να διασφαλίσει ότι το Κίεβο θα διαθέτει ένα μείγμα ανώτερου εξοπλισμού, εκπαίδευσης, και τεχνολογίας που θα στοχεύει στην αντιστοίχιση ή την αντιστάθμιση των αριθμητικών πλεονεκτημάτων της Ρωσίας στο πεδίο της μάχης μακροπρόθεσμα. Για παράδειγμα, το πλεονέκτημα της Ρωσίας στην αεροπορική ισχύ είναι σημαντικό. Η Ουκρανία δεν χρειάζεται, και πράγματι δεν μπορεί, να διατηρήσει μια τεράστια και δαπανηρή αεροπορία που να μπορεί να ανταγωνιστεί ή να ξεπεράσει την ρωσική. Η ουκρανική πολεμική αεροπορία μπορεί, ωστόσο, να προστατεύσει τον ουρανό της μέσω ενός καλά μελετημένου συνδυασμού πολυεπίπεδης και ολοκληρωμένης επίγειας αεράμυνας, που συμπληρώνεται από μια ευέλικτη αεροπορία και άλλες δυνατότητες οι οποίες μπορούν να κρατήσουν στρατηγικούς στρατιωτικούς στόχους εντός της Ρωσίας σε κίνδυνο.

Μια αξιόπιστη μελλοντική δύναμη αυτού του είδους απαιτεί μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση. Για τον καθορισμό των επιπέδων και της βιωσιμότητάς της, οι Δυτικοί ηγέτες θα πρέπει, και πάλι, να κοιτάξουν το Ισραήλ ως παράδειγμα. Από το 1999, οι ηγέτες των ΗΠΑ και του Ισραήλ έχουν υπογράψει μια σειρά δεκαετών μνημονίων κατανόησης (memorandums of understanding, MoU) που καθορίζουν τα επίπεδα της αμερικανικής βοήθειας για την ασφάλεια. Το πιο πρόσφατο Μνημόνιο, που υπογράφηκε το 2016, ήταν ύψους 38 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Το Κογκρέσο έχει σε μεγάλο βαθμό διαθέσει κονδύλια σύμφωνα με τα επίπεδα που ορίζονται από αυτές τις συμφωνίες. Στην περίπτωση της Ουκρανίας, ένα διαφανές όραμα για τη μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση, όπως ορίζεται σε μια σειρά διμερών μνημονίων συμφωνίας, θα παρείχε αποδοτικότητα κόστους, επιτρέποντας τον υγιή μακροπρόθεσμο σχεδιασμό και την απόκτηση σημαντικών αμυντικών συστημάτων. Θα αντιμετώπιζε επίσης τις ανησυχίες του Κογκρέσου σχετικά με την παροχή στην Ουκρανία «λευκής επιταγής» μέσω επανειλημμένων συμπληρωματικών προϋπολογισμών εκτός της τακτικής διαδικασίας πιστώσεων. Με την πάροδο του χρόνου, ένα πολυετές πλαίσιο χρηματοδότησης θα εξυπηρετούσε επίσης την εξισορρόπηση της αμερικανικής και ευρωπαϊκής υποστήριξης προς την Ουκρανία, στον βαθμό που οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα είναι πιο πρόθυμοι να κάνουν σημαντικές δεσμεύσεις αν είναι βέβαιοι για την διαρκή δέσμευση της Ουάσινγκτον.

Η ανάπτυξη ενός μοντέλου κόστους για τις μελλοντικές δυνάμεις της Ουκρανίας θα είναι ένα πολύπλοκο έργο. Η αβεβαιότητα σχετικά με την πορεία της σύγκρουσης περιπλέκει τις σταθερές παραδοχές σχεδιασμού. Αν ο πόλεμος συνεχιστεί με υψηλή ένταση, η αναγκαιότητα να συντηρηθούν οι άμεσες ανάγκες της Ουκρανίας στο πεδίο της μάχης θα υπερτερεί εκείνων της μελλοντικής της δύναμης. Αλλά μόλις ο πόλεμος εισέλθει σε μια λιγότερο εντατική φάση, ίσως μετά την φετινή αντεπίθεση, θα πρέπει να ξεκινήσει η στρατιωτική ανασυγκρότηση της Ουκρανίας. Ένας αρχικός γύρος μνημονίων από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τις ευρωπαϊκές δυνάμεις θα πρέπει να χρηματοδοτήσει τον επανεξοπλισμό, ο οποίος θα πρέπει να προγραμματιστεί να εκτυλιχθεί σε διάστημα αρκετών ετών. Αργότερα, η Ουκρανία και οι εταίροι της μπορούν να αναζητήσουν σε μια χώρα όπως η Πολωνία, με παρόμοιο πληθυσμιακό μέγεθος και εγγύτητα με την Ρωσία, στοιχεία για την διατήρηση μιας σύγχρονης, καλά εκπαιδευμένης ένοπλης δύναμης σε καιρό ειρήνης.

ΜΗΝ ΜΕ ΞΕΓΕΛΑΣΕΙΣ ΔΥΟ ΦΟΡΕΣ

Μια μελλοντική ρύθμιση ασφαλείας για την Ουκρανία πρέπει να οικοδομηθεί σε στέρεα νομικά και πολιτικά θεμέλια. Ουκρανοί αξιωματούχοι θυμούνται με πικρία την υπογραφή του Μνημονίου της Βουδαπέστης το 1994. Σε αυτή την συμφωνία, η Ρωσία, το Ηνωμένο Βασίλειο, και οι Ηνωμένες Πολιτείες παρείχαν στην Ουκρανία εγγυήσεις ασφαλείας με αντάλλαγμα την κατάργηση του πυρηνικού της οπλοστασίου. Η Ουκρανία τήρησε την δική της πλευρά της συμφωνίας, αλλά η Ρωσία έχει επανειλημμένα αγνοήσει τις δεσμεύσεις της να σεβαστεί την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας, προσαρτώντας την Κριμαία και στέλνοντας αδήλωτες στρατιωτικές μονάδες στην ανατολική Ουκρανία το 2014 και στην συνέχεια εισβάλλοντας στην υπόλοιπη χώρα το 2022. Οι Ουκρανοί είναι φυσικά επιφυλακτικοί στο να βασίσουν τη μελλοντική τους ασφάλεια σε οποιαδήποτε συμφωνία που δεν είναι δεσμευτική για όλα τα μέρη.