Πώς ο πόλεμος του Πούτιν έγινε πόλεμος της Ρωσίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς ο πόλεμος του Πούτιν έγινε πόλεμος της Ρωσίας

Η χώρα θα δυσκολευτεί να αναγνωρίσει τα εγκλήματά της στην Ουκρανία

Άλλες προσωπικότητες ξεπέρασαν τα οικονομικά ζητήματα και έγιναν πρόθυμοι εκτελεστές του αυτοκρατορικού οράματος του Πούτιν. Η ιστορία του Sergey Kiriyenko, αναπληρωτή προσωπάρχη του Πούτιν, είναι ιδιαίτερα διδακτική: ο Kiriyenko υπηρέτησε για λίγο ως πρωθυπουργός της Ρωσίας το 1998 και ήταν κάποτε στενός συνεργάτης του ηγέτη της φιλελεύθερης αντιπολίτευσης, Boris Nemtsov, ο οποίος σκοτώθηκε σε απόσταση αναπνοής από το Κρεμλίνο το 2015. Αλλά από το 2000, συμμάχησε με τον Πούτιν και τώρα είναι ένας από τους αξιωματούχους με τη μεγαλύτερη επιρροή στο Κρεμλίνο. Κατέχει ένα φαινομενικά διαρκώς διευρυνόμενο φάσμα αρμοδιοτήτων, συμπεριλαμβανομένης της επίβλεψης μεγάλου μέρους της προπαγάνδας και των μηνυμάτων του Κρεμλίνου, και συμβάλλει στην καθοδήγηση της μαζικής πλύσης εγκεφάλου του ρωσικού λαού ώστε να υποστηρίξει τον πόλεμο στην Ουκρανία, και την συνεχιζόμενη καταστολή του ελάχιστου που έχει απομείνει από την φιλελεύθερη κοινωνία των πολιτών. Ο επονομαζόμενος «αντιβασιλέας» των κατεχόμενων τμημάτων της Ουκρανίας, ταξιδεύει εκεί εκ μέρους του Πούτιν για να επιβλέπει την ενσωμάτωσή τους στην Ρωσία.

Ορισμένα μέλη της ελίτ του Πούτιν παραμένουν στις θέσεις τους επειδή φοβούνται ότι θα συλληφθούν και θα χαρακτηριστούν προδότες ή επειδή ισχυρίζονται ότι στέκονται εμπόδιο σε ακόμη πιο καταστρεπτικές πολιτικές. Ορισμένοι μάλιστα θεωρούν τους εαυτούς τους ως θύματα των Δυτικών κυρώσεων που τους στοχοποιούν άδικα. Ίσως ακόμη και να απεχθάνονται τον Πούτιν -αλλά όποια και αν είναι η προσωπική τους αιτιολόγηση, τον υπηρετούν.

Γιατί αυτή η ρωσική ελίτ προσκολλάται όλο και πιο σφιχτά στον Πούτιν, ακόμη και αν λίγοι πιστεύουν στον σκοπό του; Αυτοί οι πολυταξιδεμένοι, υψηλά μορφωμένοι επαγγελματίες πιθανότατα συνειδητοποιούν ότι έχουν προσδέσει την τύχη τους σε ένα πλοίο που βυθίζεται, αλλά δεν μπορούν να πηδήξουν. Η κλίμακα των εγκλημάτων του Πούτιν έχει ξεπεράσει οτιδήποτε θα μπορούσαν να φανταστούν. Πρέπει να γνωρίζουν ότι, στα μάτια του κόσμου, ο Πούτιν δεν είναι ο μοναδικός δράστης αυτών των εγκλημάτων. Είναι άμεσα εμπλεκόμενοι και οι ίδιοι σε αυτά.

ΤΟ KOINO

Το ρωσικό κοινό έχει επίσης συναινέσει στον πόλεμο του Πούτιν. Σύμφωνα με το Κέντρο Levada, την μόνη επιζήσασα ανεξάρτητη ρωσική εταιρεία δημοσκοπήσεων, το 43% των ερωτηθέντων [2] τον Μάιο «υποστήριζε σίγουρα» και το 33% «μάλλον υποστήριζε» τις ενέργειες του ρωσικού στρατού στην Ουκρανία. Επιπλέον, το 48% τάχθηκε υπέρ της συνέχισης του πολέμου, ενώ ελαφρώς λιγότεροι -45%- ήταν υπέρ των διαπραγματεύσεων με την Ουκρανία. Το ποσοστό αποδοχής του Πούτιν ήταν 82%.

Αν και υπάρχουν ερωτήματα σχετικά με την αξιοπιστία των δημοσκοπήσεων στην Ρωσία του Πούτιν, τα στοιχεία αυτά ήταν σε μεγάλο βαθμό σταθερά κατά την διάρκεια του πολέμου. Οι περισσότεροι Ρώσοι δεν έχουν βιώσει δραστικές οικονομικές αναποδιές εξαιτίας της σύγκρουσης, και ακόμη και η μερική κινητοποίηση που ανακοινώθηκε τον Σεπτέμβριο του 2022 είχε μικρή επίδραση στην στάση της κοινής γνώμης.

Ενώ είναι αλήθεια ότι όλες οι αντιπολεμικές διαδηλώσεις καταπνίγονται γρήγορα και βίαια, υπήρξαν ελάχιστες προσπάθειες να οργανωθούν διαδηλώσεις στην Ρωσία από την έναρξη του πολέμου. Ορισμένες από τις διαμαρτυρίες που έγιναν δεν είχαν ως κίνητρο την οργή για την ίδια την εισβολή, αλλά την απογοήτευση για την ανεπαρκή εκπαίδευση, την έλλειψη εξοπλισμού, και την κακή μεταχείριση των στρατεύσιμων.

Η αντίδραση αυτή αποτελεί μια ζωντανή υπενθύμιση ότι η αυτοκρατορική κληρονομιά ζει στην ρωσική κοινωνία. Όταν η Σοβιετική Ένωση διαλύθηκε το 1991, οι Ρώσοι ηγέτες δεν προέβαλαν ποτέ ηθικά επιχειρήματα για την εγκατάλειψη της αυτοκρατορίας της χώρας. Αντ' αυτού, εκμεταλλεύτηκαν την έννοια της Ρωσίας ως θύματος των αυτοκρατορικών της κατακτήσεων για τους δικούς τους πολιτικούς στόχους. Αυτό το τέχνασμα ήταν ο ασφαλέστερος δρόμος προς την εξουσία για τον Μπόρις Γέλτσιν, τον ηγέτη της Ρωσίας, στην αναμέτρησή του με τον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, τον ηγέτη της Σοβιετικής Ένωσης.

Αλλά αφού οι υποστηρικτές του Γέλτσιν κέρδισαν αυτόν τον διαγωνισμό, αγκάλιασαν και πάλι την ιδέα της αυτοκρατορίας. Οι ίδιοι πολιτικοί υιοθέτησαν νεοϊμπεριαλιστικά συνθήματα και διεκδίκησαν ειδικά δικαιώματα για την Ρωσία στην πρώην Σοβιετική Ένωση, ιδίως όσον αφορά την Κριμαία. Ο Γιούρι Λουζκόφ, ο δήμαρχος της Μόσχας, ο οποίος για μεγάλο μέρος της δεκαετίας του 1990 θεωρείτο πιθανός διάδοχος του Γέλτσιν, ήταν ένας από τους πρώτους υποστηρικτές της επιστροφής της Κριμαίας στην Ρωσία˙ τα εμπρηστικά σχόλιά του για το θέμα προκάλεσαν επανειλημμένα κρίσεις στις ρωσο-ουκρανικές σχέσεις. Ο Λουζκόφ, μαζί με άλλους Ρώσους πολιτικούς, απευθύνθηκε στον μεγάλο ρωσόφωνο πληθυσμό της χερσονήσου και εκμεταλλεύτηκε την κληρονομιά της ως τόπος μερικών από τις πιο αιματηρές μάχες του Κριμαϊκού Πολέμου και του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.

Αυτοί οι φαντασματικοί πόνοι της παλιάς αυτοκρατορίας βοηθούν να εξηγηθεί ο ενθουσιασμός των Ρώσων για την «επιστροφή» της Κριμαίας το 2014, η συνεχιζόμενη υποστήριξή τους στον Πούτιν, και η συναίνεσή τους στον πόλεμό του. Η αποτυχία του Γέλτσιν να καταγγείλει μια για πάντα την αυτοκρατορική κληρονομιά της Ρωσίας άφησε την ιδέα της αυτοκρατορικής αποκατάστασης να πλανάται στην χαοτική δεκαετία του 1990. Και όταν η Ρωσία ανέκτησε μέρος της δύναμής της επί Πούτιν, το νεοϊμπεριαλιστικό σχέδιο απέκτησε νέα δυναμική. Το κατεστημένο της εθνικής ασφάλειας, όπως και ο Πούτιν, προέρχεται από τις τάξεις του παλιού σοβιετικού μηχανισμού ασφαλείας και δυσανασχετούσε με αυτό που θεωρούσε ως επέμβαση της Δύσης στην «προνομιακή» σφαίρα επιρροής της στην παλιά αυτοκρατορία.

Η ΣΚΙΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ