Πώς να σωθεί η Τουρκική δημοκρατία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς να σωθεί η Τουρκική δημοκρατία

Για να χαλιναγωγήσει τον Ερντογάν, η χώρα χρειάζεται μια δραστήρια Αριστερά

Για τους Τούρκους δημοκράτες, η περασμένη άνοιξη υποτίθεται ότι ήταν μια στιγμή θριάμβου. Μετά από περισσότερες από δύο δεκαετίες ολοένα και πιο αυταρχικής διακυβέρνησης, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο πρόεδρος της Τουρκίας, φαινόταν έτοιμος να χάσει το αξίωμά του. Η ισχυρή οικονομική ανάπτυξη της χώρας -η μακροχρόνια διεκδίκηση του Ερντογάν για δόξα- είχε τελειώσει. Η τουρκική λίρα βρισκόταν σε ελεύθερη πτώση, καθιστώντας τα βασικά αγαθά απλησίαστα για μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Όταν ένας καταστροφικός σεισμός τον Φεβρουάριο του 2023 σκότωσε δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους, ο Ερντογάν απέτυχε να αντιδράσει σωστά. Οι δημοσκοπήσεις έδειχναν ότι οι προεδρικές εκλογές του Μαΐου θα έδιναν μικρή διαφορά, αλλά ότι ο ηγέτης της αντιπολίτευσης, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, θα αναδεικνυόταν νικητής.

17072023-1.jpg

Υποστηρικτές της αντιπολίτευσης σε συγκέντρωση ενόψει των προεδρικών εκλογών στην Τουρκία, στην Κωνσταντινούπολη, τον Μάιο του 2023. Dilara Senkaya / Reuters
----------------------------------------------

Δυστυχώς, δεν το έκανε. Ενισχυμένος από τα υποτακτικά μέσα ενημέρωσης που αποσιώπησαν κάθε κακή είδηση, ο Ερντογάν ήρθε πρώτος στον πρώτο γύρο των εκλογών και στην συνέχεια νίκησε άνετα τον Κιλιτσντάρογλου στον δεύτερο γύρο. Το κόμμα του Ερντογάν και οι σύμμαχοί του κέρδισαν μια τεράστια πλειοψηφία στο κοινοβούλιο της Τουρκίας, εν μέρει χάρη στους νέους εκλογικούς νόμους που στρέφουν το [νομοθετικό] σώμα υπέρ του κυβερνώντος κόμματος. Ο Ερντογάν φαίνεται τώρα να είναι πιο ισχυρός από ποτέ.

Η νίκη άφησε τις φιλοδημοκρατικές δυνάμεις της Τουρκίας απελπισμένες. Οι επικριτές του Ερντογάν ενώθηκαν πίσω από έναν και μόνο υποψήφιο (κάτι που η αντιπολίτευση είχε αποτύχει επί μακρόν να κάνει) και υπενθύμισαν στους Τούρκους την άθλια κατάσταση της οικονομίας, αλλά και πάλι δεν κατάφεραν να εκτοπίσουν τον πρόεδρο. Λίγοι δημοκράτες βλέπουν έναν τρόπο να τερματιστεί η κυριαρχία του Ερντογάν. Αντ' αυτού, πολλοί απλά συμβιβάζονται με την αναμονή της συνταξιοδότησης του μακροχρόνιου ηγέτη.

Όμως ένας δρόμος που δεν έχει δοκιμάσει η αντιπολίτευση θα μπορούσε να επιφέρει αλλαγή -και είναι ένας δρόμος που η ήττα του Κιλιτσντάρογλου καθιστά ακόμη πιο ξεκάθαρη. Αν και ο Κιλιτσντάρογλου ηγείται του σοσιαλδημοκρατικού Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP), προσπάθησε να νικήσει τον Ερντογάν κατεβαίνοντας ως υποψήφιος της δεξιάς, ανταγωνιζόμενος με πολιτικούς όρους που έθεσε ο πρόεδρος. Ο Κιλιτσντάρογλου ασπάστηκε τις νεοφιλελεύθερες οικονομικές πολιτικές και τήρησε αντιμεταναστευτική στάση. Υποσχέθηκε να διατηρήσει τις σκληρές πολιτικές του καθεστώτος κατά των Κούρδων εκλεγμένων αντιπροσώπων. Δεν είναι, επομένως, περίεργο που ηττήθηκε ολοκληρωτικά˙ δεν προσέφερε ποτέ μια ιδεολογική εναλλακτική λύση στους απογοητευμένους πολίτες της χώρας.

Αν η αντιπολίτευση θέλει να αποκαταστήσει την τουρκική δημοκρατία, πρέπει να αρχίσει να κάνει μια τέτοια αντίθεση. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να ασπαστεί τους προοδευτικούς σκοπούς, αντί να κάνει εκστρατεία με συντηρητικούς [σκοπούς], και να δημιουργήσει ένα βιώσιμο εργατικό κίνημα. Με άλλα λόγια, για να τα βάλει με το καθεστώς Ερντογάν, η τουρκική αντιπολίτευση πρέπει να στραφεί αποφασιστικά προς τα αριστερά.

Η αναζωογόνηση της πολιτικής αριστεράς της Τουρκίας θα είναι μια τρομακτική πρόκληση. Οι Τούρκοι αριστεροί αντιμετωπίζουν σοβαρή κρατική καταπίεση, και θα παλέψουν για να ξεπεράσουν τις θρησκευτικές και εθνικιστικές ταυτοτικές πολιτικές που έχουν δώσει το πάνω χέρι στη δεξιά. Αλλά οι αντίπαλοι του Ερντογάν μπορούν να αντλήσουν από τις επιτυχίες του παρελθόντος. Οι αριστεροί αντιστάθηκαν στους στρατιωτικούς κυβερνήτες της Τουρκίας στις αρχές της δεκαετίας του 1970 και επανέφεραν την δημοκρατία στην χώρα. Το κατάφεραν απευθυνόμενοι ρητά στην ταξική ιδεολογία, χρησιμοποιώντας την έκκληση για κοινωνική δικαιοσύνη ώστε να υπερβούν τις εθνοτικές και θρησκευτικές διαιρέσεις.

Μπορούν να το ξανακάνουν. Ο Ερντογάν έχει δημιουργήσει ένα τρομερό μπλοκ συντηρητικών θρησκευτικών ψηφοφόρων. Αλλά το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της Τουρκίας εξακολουθεί να ανήκει στην εργατική τάξη και πολλοί είναι απογοητευμένοι από τις μη παρεμβατικές (laissez-faire) πολιτικές της κυβέρνησης. Η χώρα φιλοξενεί επίσης μειονοτικές ομάδες και άλλους περιθωριοποιημένους λαούς που έχουν πέσει θύματα του αποκλειστικού, δεξιού εθνικισμού του προέδρου. Υπάρχουν, με άλλα λόγια, όλα τα συστατικά που απαιτούνται για την σφυρηλάτηση ενός ισχυρού, προοδευτικού εκλογικού σώματος.

Αλλά για να κινητοποιήσει τους ψηφοφόρους με αυτόν τον τρόπο και να δημιουργήσει μια σοβαρή πρόκληση για το καθεστώς του Ερντογάν, η αντιπολίτευση της Τουρκίας θα πρέπει να σταματήσει να τριγωνοποιεί. Αντ' αυτού πρέπει να υιοθετήσει ένα προοδευτικό, ενωτικό, οικονομικό μήνυμα. Αν δεν το κάνει αυτό, η Τουρκία θα βρεθεί αντιμέτωπη με μια αμείλικτη αυταρχική διακυβέρνηση.

ΚΑΝΤΕ ΤΟ ΞΑΝΑ

Με μια πρώτη ματιά, τώρα μπορεί να φαίνεται μια ιστορικά κακή στιγμή για να αναστηθεί η αριστερά της Τουρκίας. Στις δημοσκοπήσεις, η πλειοψηφία των ψηφοφόρων της χώρας τοποθετεί τον εαυτό της στα δεξιά. Από τα 600 μέλη του τουρκικού κοινοβουλίου, τουλάχιστον 404 αυτοπροσδιορίζονται ως εθνικιστές συντηρητικοί. Μόλις 130, οι οποίοι δεν είναι καθόλου αριστεροί, ανήκουν στο σοσιαλδημοκρατικό CHP και μόλις έξι ανήκουν σε σοσιαλιστικά κόμματα.

Η δύναμη της Δεξιάς πηγαίνει πέρα από τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων. Όπως και σε πολλές άλλες χώρες, η συμμετοχή στα συνδικάτα έχει γνωρίσει κατακόρυφη μείωση τα τελευταία 20 χρόνια. Η κυβέρνηση έχει φροντίσει να συλλαμβάνει προοδευτικούς ηγέτες και πολιτικούς. Και οι κύριοι πολιτικοί της αντιπολίτευσης της χώρας έχουν στενές σχέσεις με δεξιά κόμματα. Οι συντηρητικοί στο νεοεκλεγέν τουρκικό κοινοβούλιο οφείλουν σίγουρα πολλά στον Ερντογάν, αλλά η πλειοψηφία τους είναι επίσης εν μέρει έργο του CHP˙ το κόμμα παρέδωσε οικειοθελώς 40 έδρες στο κοινοβούλιο σε εκλογικά ασήμαντους δεξιούς συμμάχους με αντάλλαγμα την υποστήριξή τους στις εκλογές του Μαΐου.

Αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που η τουρκική αριστερά, συμπεριλαμβανομένων πολλών υποστηρικτών της τουρκικής δημοκρατίας, ωθείται στο περιθώριο. Στην δεκαετία του 1960, πάνω από το 70% της χώρας ψήφιζε συντηρητικά κόμματα. Το 1971, ανώτεροι αξιωματούχοι των ενόπλων δυνάμεων πραγματοποίησαν ένα αναίμακτο πραξικόπημα. Αλλά η αριστερά κατάφερε να ξεπεράσει αυτά τα εμπόδια. Ο Μπουλέντ Ετσεβίτ, ένας σοσιαλδημοκράτης που αντιστάθηκε στο πραξικόπημα, κέρδισε την ηγεσία του CHP το 1972 και αγκάλιασε προοδευτικούς σκοπούς. Το 1973, υπό την ηγεσία του, το CHP έγινε το πρώτο κόμμα στο κοινοβούλιο και σχημάτισε κυβέρνηση συνασπισμού, τερματίζοντας την στρατιωτική διακυβέρνηση. Το 1977, το κόμμα κέρδισε μια επιβλητική επανεκλογή, λαμβάνοντας το 42% των ψήφων -μια μεγάλη διαφορά για τα δεδομένα του κοινοβουλευτικού συστήματος της χώρας εκείνη την εποχή. Αυτό παραμένει το καλύτερο εκλογικό αποτέλεσμα του CHP.

Πώς κατάφεραν οι αριστεροί ακτιβιστές να εκτοπίσουν τους αυταρχικούς της Τουρκίας; Εν ολίγοις, οι αντίπαλοι του καθεστώτος επικεντρώθηκαν στην οικονομική αναδιανομή, ενώνοντας τις μη ελίτ σε μια εκστρατεία που επικεντρώθηκε στον τερματισμό της ανισότητας και της εκμετάλλευσης. Ο Ετσεβίτ συσπείρωσε τους εργάτες, την μικρή αγροτική τάξη, και την κατώτερη, αστική μεσαία τάξη με μια έκκληση για κοινωνική και οικονομική δικαιοσύνη και ισότητα που ξεπέρασε με επιτυχία τις πολιτισμικές διαιρέσεις της Τουρκίας -γεγονός που κατέστη σαφές όταν ο Ετσεβίτ κέρδισε ακόμη και στις πιο θρησκευτικά συντηρητικές περιοχές της Τουρκίας. Ο Ετσεβίτ υπερασπίστηκε τα δικαιώματα στην εργασία και πολέμησε την επιχειρηματική ελίτ, μεταξύ άλλων ζητώντας πρωτοβουλίες για να έχουν οι εργαζόμενοι άμεσο λόγο στην λειτουργία των εταιρειών τους. Είναι μια ιδέα που οι Τούρκοι δημοκράτες θα πρέπει να αναβιώσουν σήμερα, μια ιδέα που θα έδειχνε ότι επιδιώκουν συστημική αλλαγή για λογαριασμό των μεγάλων μαζών και όχι απλώς το τέλος της προσωπικής εξουσίας του Ερντογάν.

Οι νίκες του Ετσεβίτ έβαλαν την Τουρκία στον ίδιο δρόμο με την Ελλάδα, την Πορτογαλία, και την Ισπανία, όπου οι δημοκρατικοί σοσιαλιστές ανέτρεψαν επίσης τους δεξιούς αυταρχικούς στην δεκαετία του 1970 και οδήγησαν τις χώρες τους σε μεγαλύτερη δημοκρατία. Αλλά στην Τουρκία, η αριστερά δεν κατάφερε ποτέ να εκδιώξει τις ένοπλες δυνάμεις και τις δεξιές πολιτοφυλακές από την πολιτική. Ο Ετσεβίτ απέτυχε να εδραιώσει την εξουσία του στο κράτος και οι προσπάθειές του να εισαγάγει την συμμετοχική δημοκρατία προκάλεσαν την αντίσταση της επιχειρηματικής ελίτ. Το 1980, ο στρατός παρενέβη και πάλι και οι Τούρκοι προοδευτικοί συνετρίβησαν σε ένα άλλο πραξικόπημα, με το συγκεκριμένο να είναι βίαιο. Οι αριστερές υποθέσεις και ιδέες δεν ανέκαμψαν ποτέ πλήρως από την καταπίεση του στρατού.

Αλλά οι ένοπλες δυνάμεις δεν είναι ο μόνος λόγος για τον οποίο οι προοδευτικές πεποιθήσεις περιθωριοποιήθηκαν στην Τουρκία. Η παγκόσμια πολιτική βοήθησε επίσης να ωθηθεί η αριστερά στο περιθώριο. Κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1990, τα κεντροαριστερά κόμματα σε όλο τον κόσμο -συμπεριλαμβανομένων των Ευρωπαίων σοσιαλδημοκρατών- έγειραν προς τα δεξιά, και οι σοσιαλδημοκράτες της Τουρκίας δεν αποτέλεσαν εξαίρεση. Οι κορυφαίοι αριστεροί διανοούμενοι της χώρας υιοθέτησαν τις φιλελεύθερες πεποιθήσεις της ελεύθερης αγοράς, ελπίζοντας ότι μια φιλική προς τις επιχειρήσεις ατζέντα θα έκανε τους υποψηφίους τους πιο ευχάριστους. Ορισμένοι από αυτούς άρχισαν ακόμη και να υποστηρίζουν τους ισλαμιστές συντηρητικούς, οι οποίοι -σε αντίθεση με τους κοσμικούς συντηρητικούς της Τουρκίας- ήταν αντίθετοι με τα περιοδικά πραξικοπήματα του στρατού και στις προσπάθειές του να κυβερνήσει. Ως αποτέλεσμα, πολλοί κορυφαίοι αριστεροί υποστήριξαν τον Ερντογάν όταν έβαλε υποψηφιότητα για πρωθυπουργός το 2002 με μια φιλοδημοκρατική πλατφόρμα, πιστεύοντας ότι ενσάρκωνε τις φιλελεύθερες ελπίδες που είχαν έρθει να καθορίσουν την εποχή μετά τον Ψυχρό Πόλεμο.

Ήταν ένα καταστροφικό στοίχημα. Ο Ερντογάν όντως υπέταξε τον στρατό, αλλά το έκανε μετατρέποντάς τον σε πυλώνα του καθεστώτος του. Το προεδρικό σύστημα που σχεδίασε και το οποίο εγκρίθηκε σε δημοψήφισμα το 2017 τον μονώνει από τις δημοκρατικές προσδοκίες της κοινωνίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι έχει χρησιμοποιήσει την κρατική εξουσία για να κρατήσει την εργατική τάξη υποταγμένη και να διατηρήσει ένα σύστημα εκμετάλλευσης. Οι αξιωματούχοι του έχουν απαγορεύσει τακτικά τις απεργίες κατά την διάρκεια των δύο δεκαετιών που είναι κυβερνήτης, με τις Αρχές να ισχυρίζονται ότι [οι απεργίες] απειλούν την «εθνική ασφάλεια». Η de facto αναστολή του δικαιώματος στην απεργία έχει εξασφαλίσει ότι οι μισθοί είναι χαμηλοί. Εν τω μεταξύ, ο Ερντογάν αύξησε τους φόρους για τους χαμηλόμισθους, ενώ προσέφερε φορολογικές ελαφρύνσεις στους ιδιοκτήτες κεφαλαίων και τους επέτρεψε να μειώσουν τις συντάξεις των εργαζομένων. Ο δημόσιος τομέας, ο οποίος προσέφερε στους εργαζόμενους καλύτερες συνθήκες, έχει δεχθεί εκτεταμένη επίθεση.

ΔΙΟΡΘΩΣΗ ΠΟΡΕΙΑΣ

Δυστυχώς, η αριστερά της χώρας δεν έχει μάθει ότι είναι λάθος να αναζητά την δημοκρατική σωτηρία στην δεξιά. Από τότε που ανέλαβε αρχηγός του κόμματος το 2010, ο Κιλιτσντάρογλου έχει κατευθύνει το CHP προς μια συντηρητική κατεύθυνση, μεταξύ άλλων, κάνοντας μια διαρκή προσπάθεια να ενστερνιστεί την θρησκευτική δεξιά. Η προσέλκυση των θρησκευόμενων ψηφοφόρων αποτελεί βασική πρόκληση για την αντιπολίτευση˙ το αυταρχικό στρατόπεδο του Ερντογάν χρησιμοποιεί τους πολιτισμικούς πολέμους για να διχάσει το εκλογικό σώμα κρατώντας τους θρησκευόμενους συντηρητικούς και τους πιο κοσμικούς ψηφοφόρους από το να ενώσουν τις δυνάμεις τους. Αλλά το να προσεταιριστεί το θρησκευτικό συναίσθημα, όπως έκανε ο Κιλιτσντάρογλου, δεν αρκεί. Ο Κιλιτσντάρογλου απέτυχε να αναγνωρίσει ότι για να συμφιλιώσει τους ψηφοφόρους με διαφορετικό βαθμό (και διαφορετικά είδη) πίστης, έπρεπε να προωθήσει μια προοδευτική οικονομική πλατφόρμα που να απευθύνεται σε όλους.

Αντ’ αυτού, ο Κιλιτσντάρογλου έκανε ακριβώς το αντίθετο. Ο ηγέτης του CHP δεν έκανε καμία αναφορά στην αναδιανομή του εισοδήματος, την προοδευτική φορολογία, ή τα εργασιακά δικαιώματα κατά την διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας. Στην πραγματικότητα, δήλωσε προς τα έξω ότι δεν υπάρχει πλέον καμία διαφορά μεταξύ προοδευτικών και συντηρητικών, επειδή η δεξιά «θέλει επίσης να βοηθήσει τους φτωχούς». Σε άλλους τομείς, προσπάθησε να στηρίξει την πλειοψηφική αξιοπιστία του για να προσελκύσει τους δεξιούς λαϊκιστές. Δεσμεύτηκε, για παράδειγμα, να απελάσει τον πληθυσμό των Σύρων προσφύγων της Τουρκίας -τον οποίο υπολόγισε ψευδώς σε δέκα εκατομμύρια ανθρώπους (ο πραγματικός αριθμός είναι περίπου τρία εκατομμύρια)- μέσα σε ένα χρόνο, και υποσχέθηκε ότι οι εκλεγμένοι δήμαρχοι που υποστηρίζουν τα κουρδικά δικαιώματα, όπως κάνουν ορισμένοι σήμερα, θα απομακρύνονται από το αξίωμά τους.

Η μετατόπιση προς αυτή την κατεύθυνση δεν βοήθησε τον Κιλιτσντάρογλου. Αντιμετωπίζει τώρα εκκλήσεις για την παραίτησή του -εκκλήσεις που θα πρέπει να λάβει υπόψη του. Αλλά κανένας από τους πιθανούς διαδόχους του Κιλιτσντάρογλου δεν προσφέρει μια αριστερή εναλλακτική λύση. Ο κύριος αντίπαλός του, ο δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου, υποστηρίζει τις ίδιες οικονομικές πολιτικές laissez-faire με τον Ερντογάν και τον Κιλιτσντάρογλου. Το ίδιο και ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του CHP, Οζγκούρ Οζέλ, ο οποίος είναι γνωστό ότι επιθυμεί τον ηγετικό ρόλο.

Η Τουρκία έχει ορισμένους εξέχοντες πολιτικούς με το σωστό ένστικτο. Ένας από αυτούς είναι ο Selahattin Demirtas, πρώην ηγέτης του αριστερού και φιλοκουρδικού Δημοκρατικού Κόμματος των Λαών. Ο Demirtas έχει υποστηρίξει ότι η αντιπολίτευση θα πρέπει να εργαστεί για να φέρει κοντά τους ανθρώπους που είναι οικονομικά περιθωριοποιημένοι με εκείνους που είναι περιθωριοποιημένοι με βάση την εθνοτική, θρησκευτική, ή έμφυλη ταυτότητά τους. Εκλογικά, η πρότασή του θα πρέπει να αποτελεί κοινή λογική. Περίπου το 70% του τουρκικού εργατικού δυναμικού απασχολείται στους τομείς των κατασκευών, των υπηρεσιών, και της μεταποίησης και, ως εκ τούτου, θα μπορούσε να επωφεληθεί από την προστασία της εργασίας και την αναδιανομή του πλούτου. Κρίσιμο είναι ότι αυτή η δεξαμενή ψηφοφόρων περιλαμβάνει μεγάλο αριθμό Τούρκων και Κούρδων. Ένας αριστερός υποψήφιος που θα επικεντρωνόταν στην αντιμετώπιση των οικονομικών προβλημάτων θα μπορούσε να ενθαρρύνει και τις δύο ομάδες να έχουν κοινό σκοπό και να υπερβούν τις εθνοτικές τους διαιρέσεις. Είναι μια διέξοδος από το δημοκρατικό αδιέξοδο της Τουρκίας.

Ωστόσο, οι εκκλήσεις του Demirtas δεν οδήγησαν πουθενά. Αντίθετα, η ιδέα του για μια παν-Τουρκική αριστερά έρχεται σε αντίθεση με τις οικονομικές πολιτικές του CHP και τους εθνοτικά αποκλειστικούς στόχους των Κούρδων αριστερών. Ο ίδιος παραμένει χωρίς πολιτική στέγη.

Ως πολιτικός, ο Demirtas έχει κάποια μειονεκτήματα. Το γεγονός ότι έχει κουρδική και Ζάζα καταγωγή, δυστυχώς, περιπλέκει την ικανότητά του να κερδίσει μαζική υποστήριξη. Αλλά ένας ηγέτης της αντιπολίτευσης που επιλέγει να επιστήσει την προσοχή στην επίμονη και βαθιά ανισότητα της χώρας θα αποτελούσε σοβαρή πρόκληση για την κυβέρνηση.

Και η Τουρκία είναι, πράγματι, εξαιρετικά άνιση. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Έκθεση για την Ανισότητα του 2022 που συνέταξε το World Inequality Lab με έδρα το Παρίσι, το χαμηλότερο μισό των αμοιβομένων στην Τουρκία κατέχει μόνο το 4% του πλούτου της χώρας, ενώ το πλουσιότερο 10% κατέχει το 67% του πλούτου αυτού. Δεν υπάρχουν πολλά στοιχεία που να υποδηλώνουν ότι το ποσοστό αυτό θα αλλάξει, ειδικά από την στιγμή που τα ποσοστά συνδικαλισμού έχουν πέσει κατακόρυφα. Όταν ο Ερντογάν έγινε για πρώτη φορά πρωθυπουργός το 2003, το 58% του εργατικού δυναμικού της χώρας ήταν συνδικαλισμένο. Σήμερα, το ποσοστό συνδικαλισμού ανέρχεται σε περίπου 14%.

Τα χαμηλά επίπεδα συνδικαλισμού καθιστούν σαφές ότι, παρά τις κακές οικονομικές συνθήκες, ένας αριστερός υποψήφιος θα πρέπει να δουλέψει σκληρά για να δημιουργήσει μια σταθερή πολιτική βάση. Ένας τέτοιος υποψήφιος θα πρέπει επίσης, φυσικά, να ξεπεράσει το αυταρχικό σύστημα της Τουρκίας, το οποίο είναι ιδιαίτερα προσηλωμένο στο να κρατήσει την αριστερά υπό έλεγχο. Υπάρχει λόγος που ο Ερντογάν συνέλαβε τον Ντεμιρτάς με κατασκευασμένες κατηγορίες για τρομοκρατία το 2016, παρόλο που ο Κιλιτσντάρογλου παραμένει ελεύθερος.

Ωστόσο, το γεγονός ότι η κυβέρνηση του Ερντογάν ασχολείται τόσο πολύ με την αριστερά αποδεικνύει πόσο πολύ οι προοδευτικοί απειλούν το σύστημα. Και οι Τούρκοι αριστεροί έχουν βρεθεί και στο παρελθόν σε δύσκολη θέση. Αν και φτωχή την δεκαετία του 1970, η αριστερά της χώρας εργάστηκε για να κινητοποιήσει τους εργαζόμενους και κατέστησε δυνατή την άνοδο του Ετσεβίτ και την υπέρβαση της στρατιωτικής κυριαρχίας. Και παρόλο που τα συνδικάτα της Τουρκίας ίσως να είναι μικρότερα τώρα απ' όσο ήταν όταν ο Ερντογάν ανέλαβε για πρώτη φορά την εξουσία, υπάρχουν ακόμα εκατομμύρια άνθρωποι στην οργανωμένη εργασία που διαπερνούν τις εθνοτικές διαφορές και θα μπορούσαν να κινητοποιηθούν υπέρ ενός προοδευτικού υποψηφίου. Όπως ακριβώς και στην δεκαετία του 1970, η Συνομοσπονδία Προοδευτικών Συνδικάτων -μια οργάνωση-ομπρέλα που εκπροσωπεί πολλές οργανωμένες εργατικές ομάδες- θα μπορούσε να διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο στην προσπάθεια οργάνωσης των εργαζομένων ενάντια στον Ερντογάν. Έχει σίγουρα βοηθήσει τον σκοπό των οργανωτών με το να εφαρμόσει σκληρά μέτρα λιτότητας που είναι βέβαιο ότι θα υποκινήσουν τον εργατικό ακτιβισμό.

Το μεγαλύτερο εμπόδιο για την αριστερά, επομένως, δεν προέρχεται από την αυταρχική καταστολή της Τουρκίας ή από τις εθνοτικές διαιρέσεις της, αν και τα δύο αποτελούν σοβαρά εμπόδια. Δεν προέρχεται από το προσωπικό χάρισμα του Ερντογάν, ιδίως δεδομένου ότι το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης κέρδισε το χαμηλότερο ποσοστό ψήφων των τελευταίων 20 ετών. Αντίθετα, προέρχεται από την ιδεολογική ηττοπάθεια των ίδιων των προοδευτικών. Αντί να μελαγχολούν, οι Τούρκοι δημοκράτες πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι μια πρόκληση από τα αριστερά μπορεί να ανατρέψει το αυταρχικό σύστημα του Ερντογάν. Διαφορετικά, η δεξιά απολυταρχία θα συνεχίσει να κυριαρχεί στην χώρα για όσο καιρό ο Ερντογάν παραμένει πρόεδρος -και ακόμη και μετά την αποχώρησή του.

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.amazon.com/Why-Turkey-Authoritarian-Right-Wing-Atat%C3%BCrk/...

Copyright © 2023 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/turkey/how-save-turkish-democracy

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition