Η τελευταία στάση του Πούτιν | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η τελευταία στάση του Πούτιν

Η υπόσχεση και ο κίνδυνος της ρωσικής ήττας*

Ο πόλεμος του Ρώσου προέδρου, Βλαντιμίρ Πούτιν, στην Ουκρανία έμελλε να είναι το κορυφαίο του επίτευγμα, μια απόδειξη του πόσο μακριά είχε φτάσει η Ρωσία από την κατάρρευση της σοβιετικής αυτοκρατορίας το 1991. Η προσάρτηση της Ουκρανίας υποτίθεται ότι ήταν το πρώτο βήμα για την ανοικοδόμηση μιας ρωσικής αυτοκρατορίας. Ο Πούτιν σκόπευε να εκθέσει τις Ηνωμένες Πολιτείες ως χάρτινη τίγρη έξω από την Δυτική Ευρώπη και να αποδείξει ότι η Ρωσία, μαζί με την Κίνα, προοριζόταν για έναν ηγετικό ρόλο σε μια νέα, πολυπολική διεθνή τάξη.

24082023-1.jpg

Eduardo Morciano
------------------------------------------------------------------

Δεν προέκυψε έτσι. Το Κίεβο κράτησε γερά και ο ουκρανικός στρατός έχει μετατραπεί σε οδοστρωτήρα, εν μέρει χάρη στην στενή συνεργασία με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους Δυτικούς συμμάχους. Ο ρωσικός στρατός, αντίθετα, έχει επιδείξει κακή στρατηγική σκέψη και οργάνωση. Το πολιτικό σύστημα πίσω από αυτόν αποδείχθηκε ότι δεν μπορεί να μάθει από τα λάθη του. Με μικρή προοπτική να υπαγορεύσει τις ενέργειες του Πούτιν, η Δύση θα πρέπει να προετοιμαστεί για το επόμενο στάδιο του καταστροφικού πολέμου επιλογής της Ρωσίας.

Ο πόλεμος είναι εγγενώς απρόβλεπτος. Πράγματι, η πορεία της σύγκρουσης έχει χρησιμεύσει στο να ακυρώσει ευρέως διαδεδομένες πρώιμες προβλέψεις ότι η Ουκρανία θα πέσει γρήγορα˙ μια αντιστροφή της τύχης είναι αδύνατο να προεξοφληθεί. Ωστόσο, φαίνεται ότι η Ρωσία οδεύει προς την ήττα. Λιγότερο σίγουρο είναι ποια μορφή θα πάρει αυτή η ήττα. Υπάρχουν τρία βασικά σενάρια, και το καθένα θα είχε διαφορετικές συνέπειες για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής στην Δύση και την Ουκρανία.

Το πρώτο και λιγότερο πιθανό σενάριο είναι ότι η Ρωσία θα συμφωνήσει στην ήττα της αποδεχόμενη μια διευθέτηση μέσω διαπραγματεύσεων με τους όρους της Ουκρανίας. Θα πρέπει να αλλάξουν πολλά για να υλοποιηθεί αυτό το σενάριο, επειδή οτιδήποτε μοιάζει με διπλωματικό διάλογο μεταξύ της Ρωσίας, της Ουκρανίας, και της Δύσης έχει εξαφανιστεί. Το εύρος της ρωσικής επιθετικότητας και η έκταση των ρωσικών εγκλημάτων πολέμου θα καθιστούσαν δύσκολο για την Ουκρανία να αποδεχθεί οποιαδήποτε διπλωματική διευθέτηση που θα ισοδυναμούσε με οτιδήποτε λιγότερο από μια συνολική ρωσική παράδοση.

Τούτου λεχθέντος, μια ρωσική κυβέρνηση -υπό τον Πούτιν ή έναν διάδοχό του- θα μπορούσε να προσπαθήσει να διατηρήσει την Κριμαία και να επιδιώξει ειρήνη αλλού. Για να σώσει το γόητρό του στο εσωτερικό, το Κρεμλίνο θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι προετοιμάζεται για το μακρύ παιχνίδι στην Ουκρανία, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο πρόσθετων στρατιωτικών εισβολών. Θα μπορούσε να κατηγορήσει για την υποαπόδοσή του το ΝΑΤΟ, υποστηρίζοντας ότι οι παραδόσεις όπλων της συμμαχίας, κι όχι η ισχύς της Ουκρανίας, εμπόδισαν την ρωσική νίκη. Για να γίνει αποδεκτό αυτό μέσα στο καθεστώς, οι σκληροπυρηνικοί -πιθανώς συμπεριλαμβανομένου του ίδιου του Πούτιν- θα πρέπει να περιθωριοποιηθούν. Αυτό θα ήταν δύσκολο αλλά όχι αδύνατο. Ωστόσο, υπό τον Πούτιν αυτό το αποτέλεσμα είναι εξαιρετικά απίθανο, δεδομένου ότι η προσέγγισή του στον πόλεμο ήταν μαξιμαλιστική από την αρχή.

Ένα δεύτερο σενάριο για ρωσική ήττα θα συνεπαγόταν αποτυχία εν μέσω κλιμάκωσης. Το Κρεμλίνο θα επιδίωκε μηδενιστικά να παρατείνει τον πόλεμο στην Ουκρανία, ενώ θα ξεκινούσε μια εκστρατεία ανομολόγητων πράξεων σαμποτάζ σε χώρες που υποστηρίζουν το Κίεβο και στην ίδια την Ουκρανία. Στην χειρότερη περίπτωση, η Ρωσία θα μπορούσε να επιλέξει μια πυρηνική επίθεση [2] στην Ουκρανία. Ο πόλεμος θα προχωρούσε τότε σιγά-σιγά σε μια άμεση στρατιωτική αντιπαράθεση μεταξύ του ΝΑΤΟ και της Ρωσίας. Η Ρωσία θα μεταμορφωνόταν από ρεβιζιονιστικό κράτος σε κακοποιό, μια μετάβαση που ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη, και που θα σκληρύνει την πεποίθηση της Δύσης ότι η Ρωσία αποτελεί μοναδική και απαράδεκτη απειλή. Η υπέρβαση του πυρηνικού ορίου θα μπορούσε να οδηγήσει στην συμβατική εμπλοκή του ΝΑΤΟ στον πόλεμο, επιταχύνοντας την ήττα της Ρωσίας στο έδαφος.

24082023-2.jpg

Ένα κατεστραμμένο ρωσικό ολμοβόλο (howitzer) στην περιοχή του Χάρκοβο, στην Ουκρανία, τον Σεπτέμβριο του 2022. Ukrainian Armed Forces / Reuters
--------------------------------------------------------

Το τελικό σενάριο για το τέλος του πολέμου θα ήταν η ήττα μέσω της κατάρρευσης του καθεστώτος, με τις αποφασιστικές μάχες να λαμβάνουν χώρα όχι στην Ουκρανία αλλά μάλλον στις αίθουσες του Κρεμλίνου ή στους δρόμους της Μόσχας. Ο Πούτιν έχει συγκεντρώσει αυστηρά την εξουσία στα χέρια του και η εμμονή του στην επιδίωξη ενός χαμένου πολέμου έχει θέσει το καθεστώς του σε σαθρό έδαφος. Οι Ρώσοι θα συνεχίσουν να βαδίζουν πίσω από τον ανίκανο τσάρο τους μόνο μέχρις ένα ορισμένο σημείο. Αν και ο Πούτιν έχει φέρει πολιτική σταθερότητα στην Ρωσία -μια πολύτιμη κατάσταση πραγμάτων δεδομένων των ρήξεων των μετασοβιετικών χρόνων- οι πολίτες του θα μπορούσαν να στραφούν εναντίον του εάν ο πόλεμος οδηγήσει σε γενική στέρηση. Η κατάρρευση του καθεστώτος του [3] θα μπορούσε να σημαίνει το άμεσο τέλος του πολέμου, τον οποίο η Ρωσία δεν θα ήταν σε θέση να διεξαγάγει εν μέσω του επακόλουθου εγχώριου χάους. Ένα πραξικόπημα που θα ακολουθηθεί από εμφύλιο πόλεμο θα απηχούσε αυτό που συνέβη μετά την κατάληψη [της εξουσίας] από τους Μπολσεβίκους το 1917, η οποία επιτάχυνε την αποχώρηση της Ρωσίας από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο.

Όπως και να συμβεί, μια ρωσική ήττα θα ήταν φυσικά ευπρόσδεκτη. Θα απελευθέρωνε την Ουκρανία από τον τρόμο που έχει υποστεί από την εισβολή. Θα ενίσχυε την αρχή ότι μια επίθεση σε άλλη χώρα δεν μπορεί να μείνει ατιμώρητη. Θα μπορούσε να ανοίξει νέες ευκαιρίες για την Λευκορωσία, την Γεωργία, και τη Μολδαβία, και για την Δύση να ολοκληρώσει την τάξη στην Ευρώπη σύμφωνα με την εικόνα της. Για την Λευκορωσία, θα μπορούσε να αναδυθεί ένας δρόμος προς το τέλος της δικτατορίας και προς ελεύθερες και δίκαιες εκλογές. Η Γεωργία, η Μολδαβία, και η Ουκρανία θα μπορούσαν να αγωνιστούν μαζί για την τελική ενσωμάτωση στην Ευρωπαϊκή Ένωση και πιθανώς στο ΝΑΤΟ, σύμφωνα με το μοντέλο των κυβερνήσεων της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης.

Αν και η ήττα της Ρωσίας θα είχε πολλά οφέλη, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη θα πρέπει να προετοιμαστούν για την περιφερειακή και παγκόσμια αναταραχή που θα προκαλούσε. Από το 2008, η Ρωσία είναι μια ρεβιζιονιστική δύναμη. Έχει επανασχεδιάσει τα σύνορα, έχει προσαρτήσει εδάφη, έχει αναμειχθεί σε εκλογές, έχει μπει σε διάφορες αφρικανικές συγκρούσεις, και έχει αλλάξει την γεωπολιτική δυναμική της Μέσης Ανατολής υποστηρίζοντας τον πρόεδρο της Συρίας, Μπασάρ αλ Άσαντ. Εάν η Ρωσία επιδιώξει ριζική κλιμάκωση ή διάσπαση μέσα στο χάος αντί να αποδεχτεί την ήττα μέσω διαπραγματεύσεων, οι επιπτώσεις θα ήταν αισθητές στην Ασία, την Ευρώπη, και τη Μέση Ανατολή. Η αναταραχή θα μπορούσε να λάβει τη μορφή αυτονόμησης και ανανεωμένων συγκρούσεων μέσα και γύρω από την Ρωσία, τη μεγαλύτερη χώρα στον κόσμο από πλευράς εδαφών. Η μετατροπή της Ρωσίας σε ένα αποτυχημένο κράτος διχασμένο από εμφύλιο πόλεμο θα αναζωογονούσε ερωτήματα τα οποία έπρεπε να αντιμετωπίσουν οι Δυτικοί πολιτικοί το 1991: για παράδειγμα, ποιος θα αποκτούσε τον έλεγχο των πυρηνικών όπλων της Ρωσίας; Μια άτακτη ρωσική ήττα θα άφηνε μια επικίνδυνη τρύπα στο διεθνές σύστημα.

ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΣΕ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΣΩ

Το να προσπαθήσουμε να πείσουμε ένα ηττώμενο Πούτιν μέσω διαπραγματεύσεων θα ήταν δύσκολο, ίσως αδύνατο. (Θα ήταν πολύ πιο πιθανό με έναν διάδοχό του). Ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Volodymyr Zelensky, θα απαιτούσε από τη Μόσχα να εγκαταλείψει την διεκδίκησή της στα κατ’ όνομα ελεγχόμενα από την Ρωσία εδάφη στη Ντόνετσκ, στην Χερσώνα, στην Luhansk, και στην Zaporizhzhia. Ο Πούτιν έχει ήδη γιορτάσει την προσάρτηση αυτών των περιοχών με μεγαλοπρέπεια και επισημότητα. Είναι αμφίβολο ότι θα έκανε μια αναστροφή μετά από αυτή την πατριωτική επίδειξη παρά την αδύναμη κυριαρχία της Ρωσίας σε αυτό το έδαφος. Οποιοσδήποτε Ρώσος ηγέτης, είτε ο Πούτιν είτε κάποιος άλλος, θα αντιστεκόταν στην παραίτηση από την Κριμαία, το τμήμα της Ουκρανίας που προσάρτησε η Ρωσία το 2014.

Οι συνθήκες επί τόπου στην Ρωσία θα πρέπει να ευνοούν τον συμβιβασμό. Μια νέα ρωσική ηγεσία θα έπρεπε να αντιμετωπίσει έναν αποθαρρυνμένο στρατό και να στοιχηματίσει σε ένα εφησυχασμένο κοινό που θα προσχωρούσε στην συνθηκολόγηση. Οι Ρώσοι θα μπορούσαν τελικά να γίνουν αδιάφοροι εάν ο πόλεμος συνεχιστεί χωρίς ξεκάθαρη λύση. Αλλά οι μάχες πιθανότατα θα συνεχιστούν σε περιοχές της ανατολικής Ουκρανίας, και οι εντάσεις μεταξύ των δύο χωρών θα παραμείνουν υψηλές.

Ωστόσο, μια συμφωνία με την Ουκρανία θα μπορούσε να φέρει εξομάλυνση των σχέσεων με την Δύση. Αυτό θα ήταν ένα ισχυρό κίνητρο για έναν λιγότερο μιλιταριστή Ρώσο ηγέτη από τον Πούτιν [4], και θα άρεσε σε πολλούς Ρώσους. Οι Δυτικοί ηγέτες θα μπορούσαν επίσης να δελεαστούν να πιέσουν για διαπραγματεύσεις προς το συμφέρον του τερματισμού του πολέμου. Το πρόβλημα εδώ είναι ο συγχρονισμός. Τους δύο πρώτους μήνες μετά την εισβολή του Φεβρουαρίου του 2022, η Ρωσία είχε την ευκαιρία να διαπραγματευτεί με τον Ζελένσκι και να εκμεταλλευτεί τη μόχλευση στο πεδίο της μάχης. Μετά τις επιτυχημένες αντεπιθέσεις της Ουκρανίας, ωστόσο, το Κίεβο έχει ελάχιστους λόγους να παραχωρήσει το οτιδήποτε. Από τότε που εισέβαλε, η Ρωσία ανέβασε τα στοιχήματα και κλιμάκωσε τις εχθροπραξίες αντί να δείξει προθυμία για συμβιβασμό. Ένας λιγότερο αδιάλλακτος ηγέτης από τον Πούτιν θα μπορούσε να οδηγήσει την Ουκρανία να εξετάσει το ενδεχόμενο διαπραγμάτευσης. Μπροστά στην ήττα, ο Πούτιν θα μπορούσε να καταφύγει σε επιθέσεις στην παγκόσμια σκηνή. Έχει επεκτείνει σταθερά το πλαίσιο του πολέμου, ισχυριζόμενος ότι η Δύση διεξάγει μια μάχη πληρεξουσίων εναντίον της Ρωσίας με στόχο την καταστροφή της χώρας. Οι ομιλίες του το 2022 ήταν πιο μεγαλομανείς εκδοχές της ομιλίας του στην Διάσκεψη για την Ασφάλεια του Μονάχου 15 χρόνια νωρίτερα, στην οποία κατήγγειλε την αμερικανική εξαιρετικότητα, υποστηριζόμενος ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες «έχουν ξεπεράσει τα εθνικά τους σύνορα με κάθε τρόπο».

Εν μέρει βλακείες, εν μέρει ανοησίες, εν μέρει δοκιμαστικό μπαλόνι, η ρητορική του Πούτιν έχει σκοπό να κινητοποιήσει συναισθηματικά τους Ρώσους. Υπάρχει όμως και μια τακτική λογική πίσω από αυτό: αν και η επέκταση του πολέμου πέρα από την Ουκρανία προφανώς δεν θα χαρίσει στον Πούτιν το έδαφος που ποθεί, θα μπορούσε να εμποδίσει την Ουκρανία και την Δύση να κερδίσουν την σύγκρουση. Η φιλοπόλεμη ρητορική του θέτει τις βάσεις για κλιμάκωση και μια 21ου αιώνα αντιπαράθεση με την Δύση, στην οποία η Ρωσία θα επιδιώκει να εκμεταλλευτεί τα ασύμμετρα πλεονεκτήματά της ως κακοποιό κράτος ή κράτος τρομοκράτης.

Τα εργαλεία της Ρωσίας για αντιπαράθεση θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν την χρήση χημικών ή βιολογικών όπλων εντός ή εκτός της Ουκρανίας. Ο Πούτιν θα μπορούσε να καταστρέψει αγωγούς ενέργειας ή υποδομές στον βυθό ή να πραγματοποιήσει κυβερνοεπιθέσεις στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της Δύσης. Η χρήση τακτικών πυρηνικών όπλων θα μπορούσε να είναι η τελευταία του λύση. Σε μια ομιλία του στις 30 Σεπτεμβρίου, ο Πούτιν αναφέρθηκε στην Χιροσίμα και το Ναγκασάκι, προσφέροντας μπερδεμένες ερμηνείες της τελικής φάσης του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Η αναλογία είναι ατελής, για να το θέσω ήπια. Εάν η Ρωσία χρησιμοποιούσε [5] ένα τακτικό πυρηνικό όπλο στην Ουκρανία, το Κίεβο δεν θα παραδιδόταν. Πρώτον, οι Ουκρανοί γνωρίζουν ότι η ρωσική κατοχή θα ισοδυναμούσε με την εξαφάνιση της χώρας τους, κάτι που δεν ίσχυε για την Ιαπωνία το 1945. Επιπλέον, η Ιαπωνία έχανε τον πόλεμο εκείνη την εποχή. Από τα τέλη του 2022, ήταν η Ρωσία, η πυρηνική δύναμη, που χάνει.

Οι συνέπειες μιας πυρηνικής επίθεσης θα ήταν καταστροφικές, και όχι μόνο για τον ουκρανικό πληθυσμό. Ωστόσο, ο πόλεμος θα συνεχιζόταν και τα πυρηνικά όπλα δεν θα βοηθούσαν πολύ τους Ρώσους στρατιώτες στο πεδίο. Αντίθετα, η Ρωσία θα αντιμετώπιζε διεθνή οργή. Προς το παρόν, η Βραζιλία, η Κίνα, και η Ινδία δεν έχουν καταδικάσει την ρωσική εισβολή, αλλά καμία χώρα δεν υποστηρίζει πραγματικά τη Μόσχα στον φρικτό πόλεμό της και καμία δεν θα υποστήριζε την χρήση πυρηνικών όπλων. Ο Κινέζος πρόεδρος, Σι Τζινπίνγκ, το έκανε ξεκάθαρο δημοσίως τον Νοέμβριο του 2022: αφού συναντήθηκε με τον Γερμανό καγκελάριο, Όλαφ Σολτς, εξέδωσε μια δήλωση λέγοντας ότι οι ηγέτες «αντιτίθενται από κοινού στην χρήση ή την απειλή χρήσης πυρηνικών όπλων». Εάν ο Πούτιν αψηφούσε αυτή την προειδοποίηση, θα ήταν ένας απομονωμένος παρίας, τιμωρημένος οικονομικά και ίσως στρατιωτικά από έναν παγκόσμιο συνασπισμό.

Για την Ρωσία, λοιπόν, η απειλή για χρήση πυρηνικών όπλων έχει μεγαλύτερη χρησιμότητα από όσο το να το κάνει στην πραγματικότητα. Αλλά ο Πούτιν ίσως να συνεχίσει να ακολουθεί αυτόν τον δρόμο: στο κάτω-κάτω, η έναρξη της εισβολής ήταν μια θεαματικά κακοσχεδιασμένη κίνηση, και όμως το έκανε. Εάν όντως επιλέξει να σπάσει το πυρηνικό ταμπού, το ΝΑΤΟ είναι απίθανο να ανταποκριθεί με τον ίδιο τρόπο, προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος μιας αποκαλυπτικής πυρηνικής ανταλλαγής. Η συμμαχία, ωστόσο, κατά πάσα πιθανότητα θα απαντούσε με συμβατική βία για να αποδυναμώσει τον στρατό της Ρωσίας και να αποτρέψει περαιτέρω πυρηνικές επιθέσεις, διακινδυνεύοντας έναν κλιμακούμενο φαύλο κύκλο εάν η Ρωσία εξαπολύσει συμβατικές επιθέσεις στο ΝΑΤΟ ως απάντηση.

Ακόμα κι αν αυτό το σενάριο μπορούσε να αποφευχθεί, μια ρωσική ήττα μετά την χρήση πυρηνικών θα εξακολουθούσε να έχει επικίνδυνες επιπτώσεις. Θα δημιουργούσε έναν κόσμο χωρίς την ατελή πυρηνική ισορροπία του Ψυχρού Πολέμου και της 30χρονης μεταψυχροπολεμικής εποχής. Θα ενθάρρυνε τους ηγέτες σε όλο τον κόσμο να αποκτήσουν πυρηνικά επειδή φαίνεται ότι η ασφάλειά τους θα μπορούσε να εξασφαλιστεί μόνο με την απόκτηση πυρηνικών όπλων και την επίδειξη προθυμίας να τα χρησιμοποιήσουν. Θα επακολουθούσε μια τρελή εποχή διάδοσης [των πυρηνικών], εις βάρος της παγκόσμιας ασφάλειας.

ΕΙΝΑΙ ΒΑΡΥ ΤΟ ΚΕΦΑΛΙ [ΠΟΥ ΦΟΡΑ ΤΟ ΣΤΕΜΜΑ]

Σε αυτό το σημείο, το ρωσικό κοινό δεν έχει ξεσηκωθεί για να αντιταχθεί στον πόλεμο. Οι Ρώσοι ίσως να είναι δύσπιστοι για τον Πούτιν και ίσως να μην εμπιστεύονται την κυβέρνησή του. Αλλά επίσης δεν θέλουν οι γιοι, οι πατέρες, και τα αδέρφια τους που φορούν στολή να χάσουν στο πεδίο της μάχης. Συνηθισμένοι στο καθεστώς της μεγάλης δύναμης της Ρωσίας ανά τους αιώνες και απομονωμένοι από την Δύση, οι περισσότεροι Ρώσοι δεν θα ήθελαν η χώρα τους να είναι χωρίς καμία δύναμη και επιρροή στην Ευρώπη. Αυτό θα ήταν ένα φυσικό επακόλουθο μιας ρωσικής ήττας στην Ουκρανία.

Ωστόσο, ένας μακρός πόλεμος θα δέσμευε τους Ρώσους σε ένα ζοφερό μέλλον και πιθανότατα θα πυροδοτούσε μια επαναστατική φλόγα στην χώρα. Οι ρωσικές απώλειες ήταν υψηλές, και καθώς ο ουκρανικός στρατός αυξάνεται σε ισχύ, μπορεί να προκαλέσει ακόμη μεγαλύτερες απώλειες. Η έξοδος εκατοντάδων χιλιάδων νεαρών Ρώσων, πολλοί από τους οποίους ήταν υψηλού επιπέδου, ήταν εκπληκτική. Με τον καιρό, ο συνδυασμός πολέμου, κυρώσεων, και διαρροής εγκεφάλων θα έχει τεράστιο τίμημα -και οι Ρώσοι ίσως τελικά να κατηγορήσουν τον Πούτιν, ο οποίος ξεκίνησε την προεδρική του καριέρα ως αυτοαποκαλούμενος εκσυγχρονιστής. Οι περισσότεροι Ρώσοι ήταν απομονωμένοι από τους προηγούμενους πολέμους του επειδή γενικά γίνονταν μακριά από το εσωτερικό μέτωπο και δεν απαιτούσαν μαζική επιστράτευση για την αναπλήρωση των στρατευμάτων. Αυτό δεν συμβαίνει με τον πόλεμο στην Ουκρανία.

24082023-3.jpg

Ένας Ουκρανός στρατιώτης γράφει πάνω σε μια οβίδα Howitzer στην περιοχή της Ντόνετσκ, στην Ουκρανία, τον Νοέμβριο του 2022. Serhii Nuzhnenko / Radio Free Europe / Reuters
----------------------------------------------------------

Η Ρωσία έχει μια ιστορία αλλαγής καθεστώτος μετά από ανεπιτυχείς πολέμους. Ο Ρωσο-Ιαπωνικός Πόλεμος του 1904–5 και ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος οδήγησαν στην επανάσταση των Μπολσεβίκων. Η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, το 1991, ήρθε δύο χρόνια μετά το τέλος της περιπέτειας του σοβιετικού στρατού στο Αφγανιστάν. Στην Ρωσία σημειώθηκαν επαναστάσεις όταν η κυβέρνηση απέτυχε στους οικονομικούς και πολιτικούς της στόχους και δεν ανταποκρίθηκε στις κρίσεις. Γενικά, η χαριστική βολή ήταν η διάτρηση της υποβόσκουσας ιδεολογίας της κυβέρνησης, όπως η απώλεια της νομιμοποίησης της μοναρχίας και του τσαρισμού της Ρωσίας εν μέσω πείνας, φτώχειας, και παραπαίουσας πολεμικής προσπάθειας το 1917.

Ο Πούτιν ρισκάρει σε όλες αυτές τις κατηγορίες. Η διαχείριση του πολέμου ήταν απαίσια, και η ρωσική οικονομία συρρικνώνεται [6]. Μπροστά σε αυτές τις θλιβερές τάσεις, ο Πούτιν έχει διπλασιάσει τα λάθη του, ενώ ταυτόχρονα επιμένει ότι ο πόλεμος εξελίσσεται «σύμφωνα με το σχέδιο». Η καταστολή μπορεί να λύσει ορισμένα από τα προβλήματά του: η σύλληψη και η δίωξη των αντιφρονούντων μπορεί να καταπνίξει τις διαμαρτυρίες στην αρχή. Αλλά το βαρύ χέρι του Πούτιν διατρέχει επίσης τον κίνδυνο να προκαλέσει περισσότερη δυσαρέσκεια.

Εάν ο Πούτιν καθαιρείτο, δεν είναι σαφές ποιος θα τον διαδεχόταν. Για πρώτη φορά από τότε που ανέλαβε την εξουσία το 1999, η «κατακόρυφη εξουσία» του Πούτιν -μια άκρως συγκεντρωτική κυβερνητική ιεραρχία που βασίζεται στη νομιμοφροσύνη στον Ρώσο πρόεδρο- έχει χάσει έναν βαθμό της καθετότητάς της. Δύο πιθανοί υποψήφιοι έξω από τις παραδοσιακές δομές της ελίτ είναι ο Yevgeny Prigozhin, επικεφαλής του Ομίλου Wagner, ένας ιδιώτης στρατιωτικός εργολάβος που έχει εφοδιάσει μισθοφόρους για τον πόλεμο στην Ουκρανία, και ο Ramzan Kadyrov, ο ηγέτης της Δημοκρατίας της Τσετσενίας. Μπορεί να μπουν στον πειρασμό να αποσπάσουν τα υπολείμματα της κατακόρυφης εξουσίας του Πούτιν, ενθαρρύνοντας τις εσωτερικές διαμάχες στο καθεστώς με την ελπίδα να εξασφαλίσουν μια θέση στο κέντρο της νέας δομής εξουσίας της Ρωσίας μετά την αποχώρηση του Πούτιν. Θα μπορούσαν επίσης να προσπαθήσουν να διεκδικήσουν οι ίδιοι την εξουσία. Έχουν ήδη ασκήσει πίεση στην ηγεσία του ρωσικού στρατού και του Υπουργείου Άμυνας ως απάντηση σε αποτυχίες στον πόλεμο και προσπάθησαν να διευρύνουν τις δικές τους βάσεις ισχύος με την υποστήριξη πιστών παραστρατιωτικών δυνάμεων. Άλλοι υποψήφιοι θα μπορούσαν να προέρχονται από παραδοσιακούς κύκλους ελίτ, όπως η προεδρική διοίκηση, το υπουργικό συμβούλιο, ή ο στρατός και οι δυνάμεις ασφαλείας. Για να καταστείλει την παλατιανή ίντριγκα, ο Πούτιν έχει περικυκλωθεί με μετριότητες τα τελευταία 20 χρόνια. Αλλά ο αποτυχημένος πόλεμός του απειλεί την εξουσία του. Αν πιστεύει αληθινά τις πρόσφατες ομιλίες του, ίσως να έχει πείσει τους υφισταμένους του ότι ζει σε έναν φανταστικό κόσμο.

24082023-4.jpg

Καταστροφή στην περιοχή του Χάρκοβο, στην Ουκρανία, τον Δεκέμβριο του 2022. Vyacheslav Madiyevskyy / Reuters
----------------------------------------------------------------------

Οι πιθανότητες ένας φιλοδυτικός δημοκράτης να γίνει ο επόμενος πρόεδρος της Ρωσίας είναι ελάχιστες. Πολύ πιο πιθανό είναι ένας αυταρχικός ηγέτης στο καλούπι των Πουτινιστών. Ένας ηγέτης εκτός της κάθετης εξουσίας θα μπορούσε να τερματίσει τον πόλεμο και να σκεφτεί καλύτερες σχέσεις με την Δύση. Αλλά ένας ηγέτης που προέρχεται από το Κρεμλίνο του Πούτιν δεν θα είχε αυτή την επιλογή γιατί θα συρόταν από ένα δημόσιο ιστορικό υποστήριξης του πολέμου. Η πρόκληση του να είσαι Πουτινιστής μετά τον Πούτιν θα ήταν τρομερή.

Μια πρόκληση θα ήταν ο πόλεμος, που δεν θα ήταν ευκολότερο να τον διαχειριστεί ένας διάδοχος, ειδικά κάποιος που συμμεριζόταν το όνειρο του Πούτιν να αποκαταστήσει το καθεστώς της μεγάλης δύναμης της Ρωσίας. Μια άλλη πρόκληση θα ήταν η οικοδόμηση της νομιμοποίησης σε ένα πολιτικό σύστημα χωρίς καμία από τις παραδοσιακές πηγές της. Η Ρωσία δεν έχει σύνταγμα για το οποίο να μιλήσει και δεν έχει μοναρχία. Όποιος ακολουθούσε τον Πούτιν θα στερείτο λαϊκής υποστήριξης και θα δυσκολευόταν να προσωποποιήσει τη νεοσοβιετική, νεοϊμπεριαλιστική ιδεολογία που ενσαρκώνει ο Πούτιν.

Στην χειρότερη περίπτωση, η πτώση του Πούτιν θα μπορούσε να μεταφραστεί σε εμφύλιο πόλεμο και διάλυση της Ρωσίας [7]. Η εξουσία θα αμφισβητηθεί στην κορυφή, και ο κρατικός έλεγχος θα κατακερματιζόταν σε ολόκληρη την χώρα. Αυτή η περίοδος θα μπορούσε να είναι ο απόηχος της εποχής των προβλημάτων, ή smuta, μια 15χρονη κρίση διαδοχή στα τέλη του 16ου και στις αρχές του 17ου αιώνα που χαρακτηρίστηκε από εξέγερση, ανομία, και ξένη εισβολή. Οι Ρώσοι θεωρούν εκείνη την εποχή ως περίοδο ταπείνωσης που πρέπει να αποφευχθεί με κάθε κόστος. Τα προβλήματα του 21ου αιώνα της Ρωσίας θα μπορούσαν να δουν την εμφάνιση πολέμαρχων από τις υπηρεσίες ασφαλείας και βίαιων αυτονομιστών στις οικονομικά ταλαιπωρημένες περιοχές της χώρας, πολλές από τις οποίες φιλοξενούν μεγάλο αριθμό εθνοτικών μειονοτήτων. Αν και μια Ρωσία σε αναταραχή θα μπορούσε να μην τερματίσει επισήμως τον πόλεμο στην Ουκρανία, θα μπορούσε απλώς να μην είναι σε θέση να τον διεξαγάγει, οπότε η Ουκρανία θα είχε ανακτήσει την ειρήνη και την ανεξαρτησία της, ενώ η Ρωσία θα βυθιζόταν σε αναρχία.

ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ ΧΑΟΥΣ

Η εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία ως πρώτο βήμα για την αναμόρφωση μιας ρωσικής αυτοκρατορίας είχε το αντίθετο αποτέλεσμα. Ο πόλεμος μείωσε την ικανότητά του να οπλίζει δυνατά τους γείτονες της Ρωσίας. Όταν το Αζερμπαϊτζάν πολέμησε μια συνοριακή αψιμαχία με την Αρμενία πέρυσι, η Ρωσία αρνήθηκε να παρέμβει για λογαριασμό της Αρμενίας, παρόλο που είναι ο επίσημος σύμμαχος της Αρμενίας.

Ανάλογη δυναμική υπάρχει και στο Καζακστάν. Αν το Κίεβο είχε συνθηκολογήσει, ο Πούτιν ίσως είχε αποφασίσει να εισβάλει στο Καζακστάν στην συνέχεια: η πρώην σοβιετική δημοκρατία έχει μεγάλο ρωσικό πληθυσμό και ο Πούτιν δεν σέβεται τα διεθνή σύνορα. Τώρα διαφαίνεται μια διαφορετική πιθανότητα: εάν το Κρεμλίνο υποβαλλόταν σε αλλαγή καθεστώτος, θα μπορούσε να απελευθερώσει το Καζακστάν εντελώς από την κυριαρχία της Ρωσίας, επιτρέποντας στην χώρα να χρησιμεύσει ως ασφαλές καταφύγιο για τους Ρώσους στην εξορία. Αυτό δεν θα ήταν η μόνη αλλαγή στην περιοχή. Στον Νότιο Καύκασο και στη Μολδαβία, οι παλιές συγκρούσεις θα μπορούσαν να αναβιώσουν και να ενταθούν. Η Άγκυρα θα μπορούσε να συνεχίσει να υποστηρίζει τον εταίρο της Αζερμπαϊτζάν κατά της Αρμενίας. Εάν η Τουρκία έχανε τον φόβο της για τις ρωσικές επικρίσεις, θα μπορούσε να προτρέψει το Αζερμπαϊτζάν να προχωρήσει με περαιτέρω επιθέσεις στην Αρμενία. Στην Συρία, η Τουρκία θα είχε λόγους να εντείνει την στρατιωτική της παρουσία εάν η Ρωσία υποχωρούσε.

Εάν η Ρωσία έπεφτε στο χάος, η Γεωργία θα μπορούσε να λειτουργήσει με μεγαλύτερη ευρύτητα. Η σκιά της ρωσικής στρατιωτικής δύναμης, η οποία έχει επικρατήσει στην χώρα από τον ρωσογεωριανό πόλεμο το 2008, θα φύγει. Η Γεωργία θα μπορούσε να συνεχίσει την προσπάθειά της να γίνει τελικά μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αν και παρακάμφθηκε ως υποψήφια πέρυσι λόγω εσωτερικής αναταραχής και έλλειψης εσωτερικών μεταρρυθμίσεων. Εάν ο ρωσικός στρατός αποχωρήσει από την περιοχή, ενδέχεται να ξεσπάσουν και πάλι συγκρούσεις μεταξύ Γεωργίας και Νότιας Οσετίας από τη μια πλευρά και μεταξύ Γεωργίας και Αμπχαζίας από την άλλη. Αυτή η δυναμική θα μπορούσε επίσης να εμφανιστεί στη Μολδαβία και την αποσχισθείσα περιοχή της Υπερδνειστερίας, όπου σταθμεύουν Ρώσοι στρατιώτες από το 1992. Η υποψηφιότητα της Μολδαβίας για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, που ανακοινώθηκε τον Ιούνιο του 2022, θα μπορούσε να είναι η διαφυγή της από αυτή τη μακροχρόνια σύγκρουση. Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα ήταν σίγουρα πρόθυμη να βοηθήσει τη Μολδαβία στην επίλυση των συγκρούσεων.

Οι αλλαγές ηγεσίας στην Ρωσία θα κλόνιζαν την Λευκορωσία, όπου ο δικτάτορας Αλεξάντερ Λουκασένκο υποστηρίζεται από ρωσικά χρήματα και στρατιωτική δύναμη. Αν ο Πούτιν έπεφτε, ο Λουκασένκο θα ήταν κατά πάσα πιθανότητα ο επόμενος. Μια εξόριστη κυβέρνηση της Λευκορωσίας υπάρχει ήδη: η Σβετλάνα Τιχάνοφσκαγια, η οποία ζει στην Λιθουανία, έγινε ηγέτις της αντιπολίτευσης της χώρας το 2020, αφότου ο σύζυγός της φυλακίστηκε επειδή προσπάθησε να θέσει υποψηφιότητα εναντίον του Λουκασένκο. Θα μπορούσαν να διεξαχθούν ελεύθερες και δίκαιες εκλογές, επιτρέποντας στην χώρα να σωθεί από την δικτατορία, εάν κατάφερνε να απομονωθεί από την Ρωσία. Εάν η Λευκορωσία δεν μπορούσε να εξασφαλίσει την ανεξαρτησία της, η πιθανή εσωτερική διαμάχη της Ρωσίας θα μπορούσε να εξαπλωθεί εκεί, η οποία με την σειρά της θα επηρέαζε γείτονες όπως η Λετονία, η Λιθουανία, η Πολωνία, και η Ουκρανία.

Εάν η Ρωσία επρόκειτο να διαλυθεί πραγματικά και να χάσει την επιρροή της στην Ευρασία, άλλοι παράγοντες, όπως η Κίνα, θα εισχωρούσαν. Πριν από τον πόλεμο, η Κίνα άσκησε κυρίως οικονομική παρά στρατιωτική επιρροή στην περιοχή. Αυτό αλλάζει. Η Κίνα προχωρά στην Κεντρική Ασία. Ο Νότιος Καύκασος και η Μέση Ανατολή θα μπορούσαν να είναι οι επόμενες περιοχές επέκτασής της.

Μια ηττημένη και εσωτερικά αποσταθεροποιημένη Ρωσία θα απαιτούσε ένα νέο παράδειγμα παγκόσμιας τάξης. Η κυρίαρχη φιλελεύθερη διεθνής τάξη περιστρέφεται γύρω από τη νόμιμη διαχείριση της εξουσίας. Δίνει έμφαση στους κανόνες και στους πολυμερείς θεσμούς. Το μοντέλο του ανταγωνισμού των μεγάλων δυνάμεων, το αγαπημένο του πρώην προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, αφορούσε την ισορροπία δυνάμεων, θεωρώντας σιωπηρά ή ρητά τις σφαίρες επιρροής ως την πηγή της διεθνούς τάξης. Εάν η Ρωσία γνώριζε μια ήττα στην Ουκρανία, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα έπρεπε να λάβουν υπόψη την παρουσία και την απουσία ισχύος, ιδίως την απουσία ή την σοβαρή πτώση της ρωσικής ισχύος. Μια μειωμένη Ρωσία θα είχε αντίκτυπο στις συγκρούσεις σε όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων εκείνων στην Αφρική και στη Μέση Ανατολή, για να μην αναφέρουμε στην Ευρώπη. Ωστόσο, μια μειωμένη ή διαλυμένη Ρωσία δεν θα εισαγάγει απαραίτητα μια χρυσή εποχή τάξης και σταθερότητας.

Μια ηττημένη Ρωσία θα σήμαινε μια αλλαγή σε σχέση με τις δύο τελευταίες δεκαετίες, όταν η χώρα ήταν ανερχόμενη δύναμη. Κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1990 και στην πρώτη δεκαετία αυτού του αιώνα, η Ρωσία φιλοδοξούσε χωρίς σχέδιο να ενσωματωθεί στην Ευρώπη και να συνεργαστεί με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η Ρωσία εντάχθηκε στο G-8 και στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου. Βοήθησε στις πολεμικές προσπάθειες των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν. Στα τέσσερα χρόνια που ο Ντμίτρι Μεντβέντεφ ήταν πρόεδρος της Ρωσίας, από το 2008 έως το 2012, η Ρωσία φαινόταν να παίζει μαζί με την βασισμένη σε κανόνες διεθνή τάξη, αν κάποιος δεν κοιτούσε πολύ προσεκτικά στο παρασκήνιο.

Μια Ρωσία επιδεκτική της ειρηνικής συνύπαρξης με την Δύση ίσως να ήταν μια ψευδαίσθηση από την αρχή. Ο Πούτιν πρόβαλλε ένα συμβιβαστικό ύφος νωρίς στην προεδρία του, αν και μπορεί να έτρεφε μίσος για την Δύση, περιφρόνηση για την βασισμένη σε κανόνες τάξη, και μια προθυμία να κυριαρχήσει στην Ουκρανία καθ' όλη την διάρκεια. Σε κάθε περίπτωση, μόλις ανέλαβε εκ νέου την προεδρία το 2012, η Ρωσία αποχώρησε από την βασισμένη σε κανόνες τάξη. Ο Πούτιν χλεύασε το σύστημα ως τίποτε άλλο παρά ένα καμουφλάζ για τις κυρίαρχες Ηνωμένες Πολιτείες. Η Ρωσία καταπάτησε βίαια την κυριαρχία της Ουκρανίας προσαρτώντας την Κριμαία [8], επανεισάχθηκε στη Μέση Ανατολή υποστηρίζοντας τον Άσαντ στον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας, και δημιούργησε δίκτυα ρωσικής στρατιωτικής επιρροής και ασφάλειας στην Αφρική. Μια διεκδικητική Ρωσία και μια ανερχόμενη Κίνα συνέβαλαν σε ένα παράδειγμα ανταγωνισμού μεγάλων δυνάμεων στο Πεκίνο, τη Μόσχα, ακόμη και μια μετα-τραμπική Ουάσιγκτον.
Παρά τις επιθετικές της ενέργειες και το σημαντικό πυρηνικό της οπλοστάσιο, η Ρωσία δεν είναι σε καμία περίπτωση ομότιμος ανταγωνιστής της Κίνας ή των Ηνωμένων Πολιτειών. Η υπερβολή του Πούτιν στην Ουκρανία υποδηλώνει ότι δεν έχει κατανοήσει αυτό το σημαντικό σημείο. Αλλά επειδή ο Πούτιν έχει παρέμβει σε περιοχές σε όλο τον κόσμο, μια ήττα στην Ουκρανία που θα διέλυε την Ρωσία θα ήταν ένα ηχηρό σοκ για το διεθνές σύστημα.

Η ήττα θα μπορούσε, σίγουρα, να έχει θετικές συνέπειες για πολλές χώρες στην γειτονιά της Ρωσίας. Μην κοιτάξετε πέρα από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, όταν η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης επέτρεψε την εμφάνιση περισσότερων από δώδεκα ελεύθερων και ευημερούντων χωρών στην Ευρώπη. Μια εσωστρεφής Ρωσία θα μπορούσε να βοηθήσει στην ενίσχυση μιας «Ευρώπης ολόκληρης και ελεύθερης», για να δανειστώ την φράση που χρησιμοποίησε ο πρόεδρος των ΗΠΑ, George H. W. Bush, για να περιγράψει τις αμερικανικές φιλοδοξίες για την ήπειρο μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Ταυτόχρονα, η αταξία στην Ρωσία θα μπορούσε να δημιουργήσει μια δίνη αστάθειας: λιγότερος ανταγωνισμός μεγάλων δυνάμεων από όσο αναρχία των μεγάλων δυνάμεων, οδηγώντας σε έναν κατακλυσμό περιφερειακών πολέμων, μεταναστευτικών ροών, και οικονομικής αβεβαιότητας.

Η κατάρρευση της Ρωσίας θα μπορούσε επίσης να είναι μεταδοτική ή η έναρξη μιας αλυσιδωτής αντίδρασης, οπότε ούτε οι Ηνωμένες Πολιτείες ούτε η Κίνα θα επωφεληθούν επειδή και οι δύο θα δυσκολευτούν να περιορίσουν τις επιπτώσεις. Σε αυτή την περίπτωση, η Δύση θα πρέπει να καθορίσει στρατηγικές προτεραιότητες. Θα ήταν αδύνατο να προσπαθηθεί να καλυφθεί το κενό που θα μπορούσε να αφήσει μια άτακτη ρωσική ήττα. Στην Κεντρική Ασία και τον Νότιο Καύκασο, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη θα είχαν λίγες πιθανότητες να αποτρέψουν την Κίνα και την Τουρκία από το να καλύψουν το κενό. Αντί να προσπαθήσουν να τις αποκλείσουν, μια πιο ρεαλιστική στρατηγική των ΗΠΑ θα ήταν να προσπαθήσουν να περιορίσουν την επιρροή τους και να προσφέρουν μια εναλλακτική λύση, ειδικά στην κυριαρχία της Κίνας.

Όποια μορφή κι αν έπαιρνε η ήττα της Ρωσίας, η σταθεροποίηση της ανατολικής και νοτιοανατολικής Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένων των Βαλκανίων, θα ήταν ένα ηράκλειο έργο. Σε ολόκληρη την Ευρώπη, η Δύση θα έπρεπε να βρει μια δημιουργική απάντηση στα ερωτήματα που δεν επιλύθηκαν ποτέ μετά το 1991: Είναι η Ρωσία μέρος της Ευρώπης; Εάν όχι, πόσο ψηλό θα πρέπει να είναι το τείχος μεταξύ Ρωσίας και Ευρώπης και γύρω από ποιες χώρες θα πρέπει να κινείται; Εάν η Ρωσία είναι μέρος της Ευρώπης, πού και πώς ταιριάζει; Πού ξεκινά και πού τελειώνει η ίδια η Ευρώπη; Η ενσωμάτωση της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ θα ήταν μόνο η αρχή αυτού του έργου. Η Λευκορωσία και η Ουκρανία επιδεικνύουν τις δυσκολίες προστασίας της ανατολικής πλευράς της Ευρώπης: αυτές οι χώρες είναι το τελευταίο μέρος όπου η Ρωσία θα εγκατέλειπε τις φιλοδοξίες της για να είναι μεγάλη δύναμη. Και ακόμη και μια κατεστραμμένη Ρωσία δεν θα έχανε όλη την πυρηνική και συμβατική στρατιωτική της ικανότητα.

Δύο φορές τα τελευταία 106 χρόνια —το 1917 και το 1991—εκδοχές της Ρωσίας διαλύθηκαν. Δύο φορές, εκδοχές της Ρωσίας έχουν ανασυσταθεί. Εάν η ρωσική ισχύς υποχωρήσει, η Δύση θα πρέπει να εκμεταλλευτεί αυτή την ευκαιρία για να διαμορφώσει ένα περιβάλλον στην Ευρώπη που χρησιμεύει για την προστασία των μελών, των συμμάχων, και των εταίρων του ΝΑΤΟ. Μια ρωσική ήττα θα έδινε πολλές ευκαιρίες και πολλούς πειρασμούς. Ένας από αυτούς τους πειρασμούς θα ήταν να περιμένουμε ότι μια ηττημένη Ρωσία θα εξαφανιζόταν ουσιαστικά από την Ευρώπη. Αλλά μια ηττημένη Ρωσία μια μέρα θα επιβληθεί εκ νέου και θα επιδιώξει τα συμφέροντά της με τους όρους της. Η Δύση θα πρέπει να είναι πολιτικά και πνευματικά εξοπλισμένη τόσο για την ήττα της Ρωσίας όσο και για την επιστροφή της Ρωσίας.

*Το άρθρο αυτό δημοσιεύθηκε στο τεύχος αρ. 81 (Απρίλιος - Μάιος 2023) του Foreign Affairs The Hellenic Edition.

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.amazon.com/Germanys-Role-European-Russia-Policy/dp/3030682250
[2] https://www.foreignaffairs.com/ukraine/playing-fire-ukraine
[3] https://www.foreignaffairs.com/ukraine/what-could-bring-putin-down
[4] https://www.foreignaffairs.com/russian-federation/putin-stalin-phase
[5] https://www.foreignaffairs.com/articles/russian-federation/2022-07-04/th...
[6] https://www.foreignaffairs.com/russian-federation/russias-road-economic-...
[7] https://www.foreignaffairs.com/russian-federation/putins-war-and-dangers...
[8] https://www.foreignaffairs.com/lists/first-crisis-ukraine

Copyright © 2023 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/russian-federation/putin-last-stand-russi...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition