Πώς η Ουκρανία μπορεί να κερδίσει έναν μακροχρόνιο πόλεμο | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς η Ουκρανία μπορεί να κερδίσει έναν μακροχρόνιο πόλεμο

Η Δύση χρειάζεται μια στρατηγική για μετά την αντεπίθεση

Ο πόλεμος στην Ουκρανία μόλις πέρασε το όριο των 18 μηνών. Ο λαός της χώρας, έχοντας πολεμήσει και κερδίσει τρεις μεγάλες επιθετικές εκστρατείες το 2022, χρησιμοποιεί τώρα ένα μείγμα παλαιού σοβιετικού και νέου Δυτικού εξοπλισμού για να πολεμήσει μια εκστρατεία στον νότο. Αν και η αποκοπή της χερσαίας σύνδεσης με την Ρωσία είναι ένας σημαντικός στόχος, το ίδιο ισχύει και για την απελευθέρωση των μεγάλων εκτάσεων γης που περιέχουν γεωργικό και ορυκτό πλούτο και παρέχουν σημαντικά έσοδα στην ουκρανική κυβέρνηση.

31082023-1.jpg

Ουκρανός στρατιώτης περπατάει κοντά σε κατεστραμμένο άρμα μάχης, στην Robotyne, στην Ουκρανία, τον Αύγουστο του 2023. Viacheslav Ratynskyi / Reuters
-----------------------------------------------

Η επίθεση ήταν, όπως την περιέγραψε ο Ουκρανός πρόεδρος, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, μια αργή υπόθεση. Ο αργός ρυθμός δεν θα πρέπει να εκπλήσσει όσους έχουν μελετήσει τις στρατιωτικές συγκρούσεις και τις προκλήσεις των επιθετικών επιχειρήσεων. Αλλά για πολλούς παρατηρητές, αυτούς που έχουν συνηθίσει στην άμεση ικανοποίηση (ή που θέλουν μια σημαντική λύση πριν από τις αμερικανικές εκλογές του 2024), ο σκόπιμος, σταθερός ρυθμός των Ουκρανών μπορεί να είναι δύσκολο να εκτιμηθεί. Ορισμένοι αξιωματούχοι ασφαλείας των ΗΠΑ και υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής μέχρι που έχουν προτείνει ότι η έλλειψη ταχείας προόδου σημαίνει ότι η αντεπίθεση δεν θα επιτύχει.

Ωστόσο, είναι πολύ νωρίς για να πούμε προς τα πού θα εξελιχθεί η σύγκρουση. Συγκριτικά, 18 μήνες μετά την έναρξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, οι σύμμαχοι είχαν χάσει την εκστρατεία για την ανατολική χερσόνησο της Τουρκίας και η μάχη του Βερντέν βρισκόταν ακόμη σε εξέλιξη. Και μετά τους πρώτους 18 μήνες του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης ήταν υπό την κατοχή των Ναζί, η Σιγκαπούρη είχε πέσει στην Ιαπωνία, και οι Ηνωμένες Πολιτείες πολεμούσαν στην χερσόνησο Μπαταάν στις Φιλιππίνες.

Συγκριτικά, υπάρχουν πολλοί λόγοι για να είμαστε αισιόδοξοι για τον αγώνα της Ουκρανίας κατά της Ρωσίας. Όμως, όπως δείχνει η εξοντωτική φθορά στο νότιο μέτωπο της Ουκρανίας, το Κίεβο αντιμετωπίζει πολλές προκλήσεις προτού μπορέσει να απελευθερωθεί ολόκληρη η χώρα. Ίσως η μεγαλύτερη από αυτές είναι ότι η Δύση, αν και έχει παράσχει σημαντική υποστήριξη, δεν διαθέτει μια συνεκτική στρατηγική για την Ουκρανία. Δεδομένου ότι αυτός ο πόλεμος θα συνεχιστεί πιθανότατα μέχρι το 2024, και ενδεχομένως ακόμη περισσότερο, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη πρέπει να καταλήξουν σε μια τέτοια στρατηγική. Πρέπει να σκεφθούν το πώς να αξιοποιήσουν καλύτερα τους φυσικούς και πνευματικούς τους πόρους για να υποστηρίξουν την Ουκρανία τώρα, τον προσεχή χειμώνα, και τα επόμενα χρόνια, ώστε το Κίεβο να επιτύχει μια δίκαιη και διαρκή νίκη.

Για τον σκοπό αυτό, οι Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ χρειάζεται να καταστήσουν σαφές ότι ο ρητός στόχος τους είναι η Ουκρανία να νικήσει τις ρωσικές δυνάμεις στην Ουκρανία -και να φιμώσει το παγκόσμιο αφήγημα της Ρωσίας. Στην συνέχεια, πρέπει να παράσχουν στην Ουκρανία τυποποιημένο εξοπλισμό και ενισχυμένη ατομική και συλλογική εκπαίδευση. Πρέπει να δώσουν στο Κίεβο περισσότερο εξοπλισμό εκκαθάρισης ναρκών και να το βοηθήσουν να αναπτύξει νέες τακτικές για να διαπεράσει τις ρωσικές άμυνες. Κάτι τέτοιο είναι ο καλύτερος τρόπος για να διασφαλιστεί ότι ο αγώνας της Ουκρανίας για την ελευθερία θα τελειώσει με μια ξεκάθαρη νίκη.

Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΠΑΙΧΝΙΔΙΟΥ

Οι ουκρανικές επιθέσεις βρίσκονται σε εξέλιξη εδώ και δύο μήνες. Ξεκίνησαν με μια αρχική ώθηση που στόχευε να διεισδύσει ταχέως στις ρωσικές αμυντικές γραμμές στο νότο. Δυστυχώς όμως, η προσπάθεια αυτή απέτυχε απέναντι σε ένα ικανό ρωσικό αμυντικό σχήμα που περιελάμβανε εκτεταμένα ναρκοπέδια, την έλλειψη μιας καθορισμένης κύριας προσπάθειας (τουλάχιστον στο μυαλό ανώνυμων αξιωματούχων των ΗΠΑ) και, σύμφωνα με τον στρατιωτικό αναλυτή Michael Kofman, ελλείψεις στην ενσωμάτωση των τεθωρακισμένων, του πεζικού, των μηχανικών, και του πυροβολικού σε ανώτερα επίπεδα.

Οι προκλήσεις που δημιουργούνται από τις ρωσικές άμυνες δεν έχουν λάβει επαρκή προσοχή από τους υποστηρικτές της Ουκρανίας. Αυτά τα εμπόδια δεν θα έπρεπε να έχουν παραβλεφθεί: οι κίνδυνοι των ναρκοπεδίων είναι γνωστοί στο Δυτικό στρατιωτικό δόγμα. Τα κράτη του ΝΑΤΟ όφειλαν να έχουν παράσχει στην Ουκρανία περισσότερο μηχανοκίνητο εξοπλισμό παραβίασης και εκκαθάρισης ναρκών. Η αποτυχία τους να το πράξουν είναι ενδεικτική των διανοητικών ελλείψεων που μολύνουν πολλούς Δυτικούς στρατιωτικούς θεσμούς. Η μάχη είναι «ο βασιλιάς» [στμ: το σημαντικότερο πράγμα], και έτσι σε πολλούς στρατούς, οι μονάδες οι οποίες χειρίζονται τον πολύπλοκο εξοπλισμό που απαιτείται για την εκκαθάριση και την διάσπαση των ναρκοπεδίων είναι υποχρηματοδοτούμενες. Υποχρηματοδοτούνται παρότι η παραβίαση είναι ένα εγχείρημα υψηλού κινδύνου, και παρότι χάνονται μεγάλες ποσότητες εξοπλισμού κατά την διαδικασία (όπως ανακάλυψαν οι Ουκρανοί). Περισσότερος μηχανολογικός εξοπλισμός αυτού του τύπου θα μπορούσε και θα έπρεπε να είχε παρασχεθεί στην Ουκρανία νωρίτερα.

Η αποτυχία αυτή επιδεινώνεται από το γεγονός ότι το δόγμα και η εκπαίδευση για την εκκαθάριση εμποδίων και ναρκοπεδίων με συνδυασμένα όπλα είναι δεκαετιών παλαιά, και η Δύση είχε περιορισμένο χρόνο για να προετοιμάσει τις ουκρανικές ομάδες συνδυασμένων όπλων σε επίπεδο σχηματισμού -ιδιαίτερα στις νεοσυσταθείσες ταξιαρχίες. Η δόξα του πολέμου του Κόλπου του 1991, στον οποίο ένας συνασπισμός υπό την ηγεσία των ΗΠΑ εκτόπισε γρήγορα τον ιρακινό στρατό από το Κουβέιτ, απλά δεν είναι δυνατή σε ένα περιβάλλον όπου ο φίλιος εναέριος έλεγχος απουσιάζει και το πεδίο της μάχης καλύπτεται από ένα πυκνό πλέγμα αισθητήρων που επιτρέπει στους Ρώσους να εντοπίζουν γρήγορα και στην συνέχεια να πλήττουν ουκρανικούς στόχους.

Παρά τις προκλήσεις αυτές, οι Ουκρανοί προσαρμόστηκαν -ένα από τα θεσμικά τους πλεονεκτήματα- και υιοθέτησαν μια σταδιακή στρατηγική «δάγκωσε και κράτα» στον νότο, ελαχιστοποιώντας τις απώλειες, ενώ παράλληλα αύξησαν σταδιακά την πίεση στις ρωσικές άμυνες. Ως αποτέλεσμα, οι Ουκρανοί σημειώνουν πρόοδο στον νότο, απελευθερώνοντας πολλές σημαντικές πόλεις. Ταυτόχρονα, η ουκρανική ανώτατη διοίκηση διαχειρίζεται πολλαπλές άλλες εκστρατείες. Στα ανατολικά, πραγματοποιεί άλλη μια επίθεση γύρω από την πόλη Μπαχμούτ. Εδώ, χωρίς τις εκτεταμένες ρωσικές αμυντικές θέσεις που υπάρχουν στον νότο, οι Ουκρανοί σημειώνουν πρόοδο. Και δεν πολεμούν πλέον κατάδικους της Βάγκνερ, όπως έκαναν νωρίτερα το καλοκαίρι. Τα ρωσικά στρατεύματα γύρω από την Μπαχμούτ είναι υψηλότερης ποιότητας, τακτικές δυνάμεις, και η φθορά τους θα υποβαθμίσει τις μελλοντικές επιθετικές επιλογές της Ρωσίας.

Λίγο βορειότερα, οι Ουκρανοί διεξάγουν αμυντική εκστρατεία ενάντια σε μια ρωσική επίθεση στην επαρχία της Λουχάνσκ. Μέχρι στιγμής, κρατούν την θέση τους. Παρά τους πόρους που έχει διαθέσει η Μόσχα σε αυτή την επίθεση, οι Ρώσοι δεν γνωρίζουν περισσότερη επιτυχία εδώ από όσο στις αρχές του 2023. Παράλληλα, η Ουκρανία συνεχίζει την αμυντική εκστρατεία της κατά των ρωσικών αεροπορικών, πυραυλικών, και μη επανδρωμένων επιθέσεων και διεξάγει μια επιθετική ναυτική εκστρατεία με μια συνεχώς εξελισσόμενη γενιά ημιβυθιζόμενων και αόρατων θαλάσσιων επιθετικών μη επανδρωμένων σκαφών. Και πάνω σε όλες αυτές τις φυσικές εκστρατείες, η Ουκρανία διεξάγει στρατηγικές επιχειρήσεις επιρροής, οι οποίες περιλαμβάνουν τις προσπάθειες της παγκόσμιας διπλωματίας της -όπως τα σύντομα ταξίδια του Ζελένσκι σε ξένα έθνη. Οι επιχειρήσεις της Ουκρανίας περιλαμβάνουν επίσης πλήγματα μη επανδρωμένων αεροσκαφών μεγάλης εμβέλειας στην Ρωσία, τα οποία έχουν σχεδιαστεί για να υποβαθμίσουν την θέληση των Ρώσων να πολεμήσουν.

Είναι δύσκολο να μετρηθεί αντικειμενικά η πρόοδος της Ουκρανίας, επειδή μόνο λίγοι από τους πιο υψηλόβαθμους Ουκρανούς στρατιωτικούς και πολιτικούς ηγέτες γνωρίζουν τους πραγματικούς στρατηγικούς και επιχειρησιακούς στόχους για τις επιθέσεις της χώρας. Αλλά για τους ξένους που βλέπουν τον πόλεμο, η πρόοδος της χώρας θα μπορούσε να μετρηθεί σε καταλαμβανόμενο έδαφος, σε καταστροφές ρωσικών δυνάμεων, στην πρόοδο προς την κατεύθυνση της τοποθέτησης των ρωσικών δυνάμεων στην Κριμαία σε κίνδυνο, και στον βαθμό στον οποίο η Ουκρανία έχει πείσει τις Δυτικές κυβερνήσεις ότι πετυχαίνει. Μετά από δύο μήνες, θα μπορούσε να δηλωθεί ότι καθένας από αυτούς τους στόχους είναι «σε εξέλιξη».

Ο ΟΥΚΡΑΝΙΚΟΣ ΤΡΟΠΟΣ ΠΟΛΕΜΟΥ

Η σύνθετη και αλληλένδετη σειρά εκστρατειών της Ουκρανίας θα επιβάρυνε ακόμη και τα μεγαλύτερα και πιο εξελιγμένα Δυτικά στρατιωτικά ιδρύματα. Για το Κίεβο, η ικανότητα ενορχήστρωσης αυτών των στρατηγικών, επιχειρησιακών, και τακτικών προκλήσεων έχει εξομαλυνθεί τους τελευταίους 18 μήνες. Βελτιώνοντας τον τρόπο με τον οποίο συντονίζουν διάφορα επίπεδα πολέμου σε πολλαπλές εκστρατείες υπό σύγχρονες συνθήκες χωρίς σαφή αεροπορική, ναυτική, ή πυροβολική υπεροχή, οι Ουκρανοί έχουν συνδυάσει όπλα και δόγματα του ΝΑΤΟ και της σοβιετικής εποχής. Με αυτόν τον τρόπο, οι Ουκρανοί έχουν αναπτύξει την δική τους ξεχωριστή προσέγγιση στον σύγχρονο πόλεμο.

Αυτός ο εξελισσόμενος ουκρανικός τρόπος πολέμου είναι άξιος μελέτης, διότι τα περισσότερα Δυτικά στρατιωτικά ιδρύματα μοιάζουν πιθανώς περισσότερο με τον ουκρανικό στρατό παρά με τις ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ, το δόγμα των οποίων αναπόφευκτα αντιγράφουν όλοι. Και ένα κεντρικό μέρος του ουκρανικού τρόπου πολέμου είναι η ικανότητα μάθησης, η απορρόφηση νέου εξοπλισμού και ιδεών, και η προσαρμογή της τακτικής και της στρατηγικής.

Αλλά ακόμη και οι πιο προσαρμοστικές δομές έχουν ένα όριο στην ικανότητά τους να απορροφούν νέες ιδέες και τεχνολογίες. Η οικοδόμηση, η διατήρηση, και η εξέλιξη ενός εξαιρετικά ικανού στρατιωτικού οργανισμού -ιδιαίτερα ενός οργανισμού με πολλούς νέους σχηματισμούς- μπορεί να διαρκέσει μήνες ή χρόνια. Όπως παρατήρησε η Aimée Fox-Godden στο Learning to Fight, μια μελέτη της μαζικής θεσμικής μάθησης και προσαρμογής που συνέβη στον βρετανικό στρατό μεταξύ 1914 και 1918, το Ηνωμένο Βασίλειο μπόρεσε να βελτιώσει σταδιακά τις επιδόσεις του χάρη «σε έναν συνδυασμό του προπολεμικού του ήθους και της αυξημένης ρευστότητας σε καιρό πολέμου» που δημιούργησε «οργανωτική και πολιτισμική ευελιξία, προωθώντας την άτυπη μάθηση και ενθαρρύνοντας τα άτομα να καινοτομούν».

Η Δύση πρέπει να αποδεχτεί, όπως έκαναν οι Βρετανοί στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, ότι θα χρειαστεί χρόνος για να πραγματοποιηθεί η εκπαίδευση νεοσύλλεκτων, η τεχνική κατάρτιση, η ανάπτυξη ηγεσίας, και η συλλογική εκπαίδευση που απαιτούνται για να μετατραπεί μια στρατιωτική οργάνωση όπως αυτή της Ουκρανίας σε μια μεγάλη, ολοκληρωμένη, και ανθεκτική δύναμη ικανή για μείζονες επιθετικούς ελιγμούς υπό την δική της ομπρέλα αεροπορικού ελέγχου και την κυριαρχία της στον ηλεκτρονικό πόλεμο.

ΤΙ ΘΑ ΕΠΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕΙ

Αμφότεροι οι Ουκρανοί και οι Ρώσοι διαθέτουν τους πόρους και την θέληση για έναν εκτεταμένο πόλεμο. Ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, ειδικότερα, έχει στηρίξει το αφήγημά του ότι το ΝΑΤΟ αποτελεί απειλή για την Ρωσία. Συνεχίζει να προωθεί την παραπλανητική ιδέα μιας μεγαλύτερης Ρωσίας. Στις 2 Αυγούστου, για παράδειγμα, εκφώνησε μια ομιλία που προωθούσε «την ενσωμάτωση των Λαϊκών Δημοκρατιών της Ντονέτσκ και της Λουχάνσκ και των περιοχών Χερσώνα και Ζαπορίζια στον κοινό ρωσικό πολιτιστικό χώρο».

Επομένως, η Δύση πρέπει να αποδεχθεί ότι ο πόλεμος θα είναι μακροχρόνιος. Πολλές γενιές έχουν φλερτάρει με την ιδέα ότι οι πόλεμοι μεταξύ μεγάλων, πολυπληθών, και τεχνολογικά έμπειρων κρατών μπορούν να είναι σύντομοι. Την εποχή που ξεκίνησε ο καθένας από αυτούς, οι αναλυτές υποστήριζαν για παράδειγμα, ότι ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, ο πόλεμος της Κορέας, και ο πόλεμος του Ιράκ θα ήταν σύντομοι, για να αποδειχθούν λανθασμένοι. Το ίδιο θα συμβεί και με την σημερινή σύγκρουση. Θα χρειαστεί χρόνος για να συνεχιστεί η ενίσχυση των χερσαίων, εναέριων, ναυτικών, ηλεκτρονικών, βιομηχανικών, και πληροφοριακών δυνατοτήτων της Ουκρανίας, ώστε η χώρα να μπορέσει να επικρατήσει έναντι της Ρωσίας. Αν και οι Ρώσοι έχουν κάνει πολλά στρατηγικά και τακτικά λάθη σε αυτόν τον πόλεμο, έχουν επίσης μάθει και προσαρμοστεί. Όπως το έθεσε ο Oleksandr Syrsky -ο διοικητής των χερσαίων δυνάμεων της Ουκρανίας-, οι Ρώσοι «δεν είναι ηλίθιοι». Το Κίεβο θα χρειαστεί πολλούς μήνες για να τους νικήσει και να τους εκδιώξει από το περίπου 18% της Ουκρανίας που κατέχουν παράνομα.

Η Δύση βρίσκεται τώρα σε έναν αγώνα γενεών ενάντια σε μεγάλα, αδίστακτα, και πλούσια αυταρχικά καθεστώτα. Αποδεχόμενη ότι αυτός θα είναι ένας μακροχρόνιος πόλεμος, η Δύση θα πρέπει να καταστήσει σαφές ότι ο στόχος της είναι μια ουκρανική νίκη που θα επιτευχθεί μέσω μιας ρωσικής ήττας. Δεσμευόμενη να υποστηρίξει την Ουκρανία για όλη την διάρκεια της σύγκρουσης, η Δύση μπορεί να υπονομεύσει τις προσπάθειες του Πούτιν να ξεπεράσει τους προστάτες της Ουκρανίας. Η δέσμευση αυτή παρέχει επίσης βεβαιότητα στις χώρες-χορηγούς, οι οποίες μπορούν να αυξήσουν την παραγωγή και να συμμετάσχουν στην απαραίτητη έρευνα και ανάπτυξη για τις προσπάθειες καταπολέμησης των μη επανδρωμένων αεροσκαφών και των ναρκών.

Ένα άλλο στοιχείο της Δυτικής στρατηγικής είναι ο προσδιορισμός των βασικών επιχειρησιακών και θεσμικών προβλημάτων που απαιτούν υποστήριξη. Οι Ηνωμένες Πολιτείες ίσως να χρειαστεί να αποδεχθούν ότι το δόγμα τους για τον ιδιαίτερα πολύπλοκο πόλεμο αέρος-εδάφους δεν είναι πλήρως κατάλληλο για την Ουκρανία. Το γεγονός αυτό δεν σημαίνει ότι ο πόλεμος με συνδυασμένα όπλα δεν είναι αποτελεσματικός. Αλλά το ΝΑΤΟ πρέπει να ηγηθεί μιας ταχείας επανεκτίμησης του δόγματός του τώρα για να αναπτύξει την τακτική και το δόγμα των συνδυασμένων όπλων με λίγα χρήματα. Αυτό σημαίνει, συλλογικά, ότι τα κράτη της Δύσης πρέπει να βρουν έναν τρόπο να διεξάγουν χερσαίες μάχες σε ένα περιβάλλον όπου θα υπόκεινται σε συχνές αεροπορικές επιθέσεις -κάτι που δεν χρειάστηκε να κάνουν εδώ και γενιές, αλλά που η Ουκρανία πρέπει να κάνει τώρα.

Μια τέτοια επανεξέταση πρέπει να ενσωματώσει τις επιπτώσεις του δικτύου πολιτικών και στρατιωτικών αισθητήρων της νέας εποχής, το οποίο καθιστά τις ουκρανικές αντεπιθέσεις μερικές από τις πιο σημαντικές και θανατηφόρες μάχες της σύγχρονης εποχής. Ο πολλαπλασιασμός των μη επανδρωμένων αεροσκαφών, που συνδέονται με σύγχρονα ψηφιοποιημένα δίκτυα διοίκησης μάχης, επιτρέπει και στους δύο στρατούς να εντοπίζουν και να στοχεύουν γρήγορα τις δυνάμεις του άλλου. Το ισχύον Δυτικό δόγμα δεν έχει προσαρμοστεί επαρκώς σε αυτό το νέο περιβάλλον. Το δόγμα αποτελεί το θεμέλιο για την εκπαίδευση και την κατάρτιση όλων των στρατιωτών, ναυτικών, πεζοναυτών, και αεροπόρων. Αν αυτή η πνευματική συνιστώσα του στρατού μιας χώρας είναι ανεπαρκής, διακυβεύεται το συνολικό πολεμικό δυναμικό αυτής της δύναμης. Και παρόλο που η Ουκρανία πρωτοπορεί στην δική της προσέγγιση του πολέμου, εξακολουθεί να εξαρτάται από το Δυτικό δόγμα για πολλές από τις επιχειρήσεις της.

Αυτή η αποτυχία του Δυτικού στρατιωτικού δόγματος είναι ίσως το καλύτερο παράδειγμα του σημερινού αγώνα της Ουκρανίας να διεισδύσει στα ρωσικά ναρκοπέδια στα νότια. Οι πυκνές ζώνες εμποδίων, συμπεριλαμβανομένων των ναρκοπεδίων, δεν αποτελούν νέα εξέλιξη. Ωστόσο, αν αυτό το αμυντικό σύστημα επικαλύπτεται με δικτυωμένους πολιτικοστρατιωτικούς αισθητήρες, εκτιμήσεις, και πυρά, καθιστά την διάρρηξη αυτών των ζωνών μια τάξη μεγέθους πιο δύσκολη. Οι τεχνολογίες και οι τακτικές τέτοιων διεισδύσεων δεν έχουν αλλάξει εδώ και σχεδόν μισό αιώνα. Ένα σχέδιο Μανχάταν νέας εποχής που θα αποσκοπούσε στην ανακάλυψη νέων τρόπων ταχείας ανίχνευσης και εκκαθάρισης ναρκών θα βοηθούσε τις ουκρανικές επιθέσεις στην συνέχεια. Θα βοηθούσε επίσης στην εκκαθάριση ναρκών και μη εκραγέντων πυρομαχικών από τεράστιες εκτάσεις απελευθερωμένου ουκρανικού εδάφους.

Μια νέα Δυτική στρατηγική θα μπορούσε επίσης να προωθήσει την τυποποίηση του εξοπλισμού και την εκπαιδευτική υποστήριξη της Ουκρανίας. Το οπλοστάσιο τεθωρακισμένων οχημάτων και πυροβολικού που παρέχεται στην Ουκρανία ήταν γενναιόδωρο, αλλά δεν είναι βιώσιμο. Υπάρχει λόγος για τον οποίο οι στρατοί έχουν γενικά έναν τύπο άρματος ή ένα είδος πυροβολικού για κάθε ανάγκη. Το εκπαιδευτικό και υλικοτεχνικό βάρος της κατοχής πολλαπλών τύπων παρόμοιων συστημάτων θα ήταν μεγάλο για έναν στρατό σε καιρό ειρήνης. Θα γίνει αφόρητο για την Ουκρανία με την πάροδο του χρόνου. Μια πιο στρατηγική προσέγγιση για την υποστήριξη της Ουκρανίας θα παρείχε τυποποιημένα σύνολα εξοπλισμού για τον στρατό της χώρας.

Ταυτόχρονα, η κατάρτιση του προσωπικού πρέπει να μετατοπιστεί πέρα από την εκπαίδευση των νεοσύλλεκτων και την παροχή τεχνικών οδηγιών για την χρήση του εξοπλισμού. Η συλλογική εκπαίδευση αποτελεί ζωτική πτυχή της οικοδόμησης αποτελεσματικών στρατιωτικών θεσμών και είναι ένας τομέας στον οποίο η Δύση θα πρέπει να παράσχει πρόσθετη υποστήριξη. Η ανάπτυξη ηγετών λόχου, τάγματος, και ταξιαρχίας και ομάδων διοίκησης θα δώσει στην Ουκρανία, με την πάροδο του χρόνου, την βάση ενός στρατού που θα μπορεί να ενορχηστρώσει μεγάλες επιχειρήσεις και εκστρατείες σε χώρο και χρόνο. Ενημερωμένη από την ουκρανική εμπειρία στο πεδίο της μάχης και το εξελιγμένο δόγμα του ΝΑΤΟ, η συλλογική εκπαίδευση θα προσφέρει στην Ουκρανία ένα κρίσιμο πλεονέκτημα έναντι του Ρώσου αντιπάλου της.

Αυτού του είδους η στρατηγική για την Ουκρανία θα επέτρεπε στις Δυτικές κυβερνήσεις να προσφέρουν ταχύτερα υποστήριξη στο Κίεβο, τερματίζοντας την βραδύτητα που ήταν ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα του πολέμου. «Χρειαζόμαστε ταχύτητα, ταχύτητα αποφάσεων για να περιορίσουμε το ρωσικό δυναμικό», δήλωσε ο Ζελένσκι κατά την διάρκεια της ομιλίας του στην Διάσκεψη του Μονάχου για την Ασφάλεια του 2023. «Δεν υπάρχει εναλλακτική λύση στην ταχύτητα. Γιατί από την ταχύτητα εξαρτάται η ζωή. Η καθυστέρηση ήταν πάντα και εξακολουθεί να είναι λάθος». Οι Δυτικές αποφάσεις για τα άρματα μάχης, τα συστήματα αεράμυνας, και τα μαχητικά αεροσκάφη έχουν διαρκέσει πολλούς μήνες. Αλλά όταν παραλήφθηκαν, τα νέα αυτά συστήματα απορροφήθηκαν γρήγορα από τους ουκρανικούς οργανισμούς και χρησιμοποιήθηκαν με καινοτόμο τρόπο. Μια νέα στρατηγική πρέπει να αποδεχθεί ότι η Ουκρανία είναι ικανή να απορροφήσει γρήγορα προηγμένα οπλικά συστήματα και, μάλιστα, έχει πολλά να διδάξει στην Δύση σχετικά με την χρήση τους.

Η προσφορά διαρκούς υποστήριξης στο Κίεβο μπορεί να μην είναι ευπρόσδεκτη είδηση για πολλούς Δυτικούς πολιτικούς, δεδομένων των επερχόμενων εκλογών στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες. Όμως, τους τελευταίους 18 μήνες, οι Ουκρανοί έχουν επιδείξει θέληση για μάχη, ικανότητα απορρόφησης νέων όπλων, και ικανότητα να μαθαίνουν, να προσαρμόζονται, και να βελτιώνουν την στρατιωτική τους αποτελεσματικότητα. Ο επόμενος τρόπος για να βοηθηθούν οι Ουκρανοί να συνεχίσουν την ποιοτική τους εξέλιξη και ανθεκτικότητα είναι να βεβαιωθούν ότι γνωρίζουν ότι η Δύση είναι έτοιμη να τους υποστηρίξει στον αγώνα τους για να νικήσουν την Ρωσία, και να τους προσφέρει αυτή την στήριξη το 2024 και πέρα από αυτό.

Copyright © 2023 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/ukraine/ryan