Γιατί έγιναν οι επαναστάσεις το 2011 | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Γιατί έγιναν οι επαναστάσεις το 2011

Η αδυναμία και η αντοχή των απολυταρχικών καθεστώτων στη Μέση Ανατολή

Επιπλέον, στις μοναρχίες η διαδοχή μπορεί να επιφέρει μάλλον αλλαγή και μεταρρύθμιση παρά καταστροφή του όλου συστήματος. Μια δυναστική διαδοχή είναι νόμιμη και, ως εκ τούτου, πιθανόν να είναι καλοδεχούμενη και όχι ανεπιθύμητη, όπως σε ένα τυπικά σουλτανικό καθεστώς. Για παράδειγμα, το 1999 στο Μαρόκο ο κόσμος χαιρέτισε την άνοδο στον θρόνο του Βασιλιά Μοχάμετ Στ΄ , τρέφοντας μεγάλες ελπίδες για αλλαγή. Και όντως, ο Μοχάμετ ερεύνησε κάποιες από τις προηγούμενες υποθέσεις κατάχρησης του νόμου και εργάστηκε για να βελτιώσει κάπως τα δικαιώματα των γυναικών. Πέτυχε να κατευνάσει τις πρόσφατες διαμαρτυρίες στο Μαρόκο, υποσχόμενος ευρύτερη συνταγματική αναθεώρηση. Στο Μπαχρέιν, στην Ιορδανία, στο Κουβέιτ, στο Μαρόκο, στο Ομάν, στη Σαουδική Αραβία, οι ηγέτες θα κατορθώσουν πιθανόν να παραμείνουν στην εξουσία, αν δείξουν προθυμία να την μοιραστούν με εκλεγμένους αξιωματούχους ή αν αναθέσουν τα ηνία σε νεότερα μέλη της οικογένειας που έχουν ταχθεί υπέρ σημαντικών μεταρρυθμίσεων.

Το καθεστώς που, βραχυπρόθεσμα, πιθανόν να αποφύγει σημαντικές αλλαγές είναι το Ιράν. Αν και το Ιράν χαρακτηρίζεται σουλτανικό καθεστώς, διαφέρει από πολλές απόψεις : σε αντίθεση με άλλα καθεστώτα της περιοχής, οι αγιατολάχ υιοθετούν μια αντι-δυτική ιδεολογία σιισμού και περσικού εθνικισμού, που αντλεί σημαντική ισχύ από τον απλό λαό. Αυτό το καθιστά μάλλον κάτι σαν ένα κόμμα-κράτος με ευρύ λαϊκό έρεισμα. Επίσης, το Ιράν κυβερνάται από έναν συνδυασμό διαφόρων ισχυρών ηγετών, και όχι μόνο από έναν: τον Ανώτατο Ηγέτη Αλί Χαμενεΐ, τον Πρόεδρο Μαχμούτ Αχμαντινετζάντ και τον Πρόεδρο του Κοινοβουλίου Αλί Λαριτζανί. Επομένως, δεν υπάρχει ένας μόνο διεφθαρμένος και ανίκανος σουλτάνος, για να συγκεντρώσει πάνω του τη αμφισβήτηση. Τέλος, το ιρανικό καθεστώς απολαμβάνει την υποστήριξη της Μπασίζ, μιας ιδεολογικά φανατικής πολιτοφυλακής, και των Φρουρών της Επανάστασης, που διαπλέκονται στενά με την κυβέρνηση. Δεν υπάρχουν πολλές πιθανότητες αποσκίρτησης των δυνάμεων αυτών σε περίπτωση μαζικών διαμαρτυριών.

ΜΕΤΑ ΤΙΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΙΣ
Όσοι έλπιζαν ότι η Τυνησία και η Αίγυπτος θα μεταβούν σε μια σταθερή δημοκρατία θα απογοητευτούν γρήγορα. Οι επαναστάσεις είναι απλώς η αρχή μιας μακράς διαδικασίας. Ακόμη και ύστερα από μια ειρηνική επανάσταση, απαιτείται, γενικά, μισή δεκαετία για να εδραιωθεί οποιουδήποτε τύπου σταθερό καθεστώς. Αν ξεσπάσει ένας εμφύλιος ή μια αντεπανάσταση (όπως προφανώς συμβαίνει στη Λιβύη), η ανασυγκρότηση του κράτους θα απαιτήσει ακόμη περισσότερο χρόνο.

Γενικά, αφότου τελειώσει η μετεπαναστατική περίοδος μέλιτος, αρχίζουν να εμφανίζονται οι διχόνοιες μεταξύ της αντιπολίτευσης. Αν και η διενέργεια εκλογών είναι το άμεσο βήμα, οι προεκλογικές εκστρατείες και οι αποφάσεις που θα πάρουν τα νέα κοινοβούλια θα ανοίξουν ζητήματα σχετικά με τη φορολογία και τις κρατικές δαπάνες, τη διαφθορά, την εξωτερική πολιτική, τον ρόλο του στρατού, τις εξουσίες του προέδρου, την επίσημη πολιτική για τον θρησκευτικό νόμο και τη λατρεία, για τα δικαιώματα των μειονοτήτων κ.ο.κ. Καθώς οι συντηρητικοί, οι λαϊκιστές, οι ισλαμιστές και οι εκσυγχρονιστές διαγκωνίζονται άγρια για την εξουσία στην Τυνησία, στην Αίγυπτο και, ίσως, στη Λιβύη, οι χώρες αυτές θα αντιμετωπίσουν πιθανόν μακρόχρονες περιόδους αιφνίδιων κυβερνητικών αλλαγών και ανατροπές πολιτικής, όπως συνέβη στις Φιλιππίνες και σε πολλές ανατολικές ευρωπαϊκές χώρες μετά τις αντίστοιχες επαναστάσεις.

Κάποιες δυτικές κυβερνήσεις, μετά τη μακρά υποστήριξη που προσέφεραν στον Μπεν Άλι και τον Μουμπάρακ, ως αναχώματα κατά του ανερχόμενου ριζοσπαστικού ισλαμισμού, φοβούνται τώρα ότι οι ισλαμικές ομάδες ετοιμάζονται να καταλάβουν την εξουσία. Η Μουσουλμανική Αδελφότητα στην Αίγυπτο είναι η καλύτερα οργανωμένη ομάδα της αντιπολίτευσης στη χώρα και δεν βλέπει την ώρα να κερδίσει τις ελεύθερες εκλογές, ιδιαίτερα αν αυτές γίνουν σύντομα, προτού οργανωθούν και άλλες ομάδες. Ωστόσο, το ιστορικό των επαναστάσεων στα σουλτανικά καθεστώτα θα μπορούσε να διασκεδάσει τέτοιες ανησυχίες. Ούτε ένας από τους ανατραπέντες σουλτάνους της τελευταίας τριακονταετίας, συμπεριλαμβανομένων εκείνων της Αϊτής, των Φιλιππίνων, της Ρουμανίας, του Ζαΐρ, της Ινδονησίας, της Γεωργίας και του Κιργιστάν, δεν αντικαταστάθηκε από κυβέρνηση ωθούμενη από ιδεολογία ή ριζοσπαστισμό. Σε όλες τις περιπτώσεις, το τελικό προϊόν ήταν μάλλον μια ατελής δημοκρατία, συνήθως διεφθαρμένη και επιρρεπής στον αυταρχισμό, παρά βίαιη ή εξτρεμιστική.

Αυτό σηματοδοτεί μια σημαντική αλλαγή στην παγκόσμια ιστορία. Μεταξύ 1949 και 1979, κάθε επανάσταση εναντίον σουλτανικού καθεστώτος (σε Κίνα, Κούβα, Βιετνάμ, Καμπότζη, Ιράν και Νικαράγουα) κατέληγε σε μια κομμουνιστική ή ισλαμιστική κυβέρνηση. Την εποχή εκείνη, οι περισσότεροι διανοούμενοι στον αναπτυσσόμενο κόσμο υποστήριζαν το κομμουνιστικό μοντέλο επανάστασης κατά των καπιταλιστικών κρατών. Και στο Ιράν, η επιθυμία να αποφευχθεί τόσο ο κομμουνισμός όσο και ο καπιταλισμός, καθώς και η αύξουσα δημοτικότητα των ηγετών του παραδοσιακού σιιτικού κλήρου, οδήγησε στην ανάγκη καθιέρωσης μιας ισλαμιστικής κυβέρνησης. Ωστόσο, από τη δεκαετία του ’80 και μετά, ούτε το κομμουνιστικό ούτε το ισλαμιστικό μοντέλο έχουν ιδιαίτερη απήχηση. Αμφότερα θεωρήθηκαν ευρέως ότι απέτυχαν όσον αφορά την οικονομική ανάπτυξη και τη λαϊκή υποστήριξη, τα δύο κύρια σκοπούμενα, δηλαδή, όλων των πρόσφατων αντισουλτανικών επαναστάσεων.