Πώς οι μεταφορές συμβάλλουν στην ανάπτυξη | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς οι μεταφορές συμβάλλουν στην ανάπτυξη

Και πώς η Ελλάδα απέχει ακόμη αρκετά από το να τις εκμεταλλευθεί

Ο οικονομικός αναλυτής των μεταφορών πρέπει να αναγνωρίζει την διαφορετική επίπτωση, στην εθνική και διεθνή ανάπτυξη των μεταφορικών συστημάτων. Αυτό δεν αποτελεί ένα οικονομικό πρόβλημα βελτιστοποίησης, αλλά πρόβλημα υψηλής πολιτικής απόφασης για την οποία κανένα «μοναδικό» κριτήριο δεν επαρκεί. Οι αποφάσεις που έχουν στόχο την «μεγιστοποίηση» της εθνικής ανάπτυξης είναι συνυφασμένες με την διαίσθηση και την πίστη ότι κάποιοι στόχοι είναι σημαντικότεροι από άλλους. Ο οικονομικός αναλυτής είναι αντιμέτωπος με μεγάλο αριθμό προβλημάτων του τύπου: ποιοτικών έναντι ποσοτικών δεδομένων, αντιθετικών στόχων, αβέβαιων και ασαφών πληροφοριών, τοπικών και εθνικών ανταγωνιστικών στόχων, πολιτικών και κοινωνικών προσανατολισμών και οραμάτων.

Σε μια οικονομία με εθνικό σχεδιασμό οι αποφάσεις αυτές είναι δυνατόν να είναι περισσότερο αποτελεσματικές και να έχουν αντοχή στον χρόνο.

Η τέχνη της αξιολόγησης των μεταφορικών έργων στις υπανάπτυκτες χώρες είναι ιδιαίτερα πρωτόγονη μια και υπάρχει έλλειψη στατιστικών, στοιχείων αλλά και αποπροσανατολισμός από πολιτικές παρεμβάσεις. Συχνά επίσης οδηγούμεθα σε απλές χρηματοοικονομικές αξιολογήσεις επιμέρους έργων χωρίς αίσθηση για την ενσωμάτωση στο συνολικό μεταφορικό σύστημα.

Πριν την ουσιαστική αξιολόγηση ενός μεταφορικού έργου ή επένδυσης απαιτούνται δυο βασικές ενέργειες: Πρώτον, έρευνα των βασικών οικονομικών δραστηριοτήτων και στοιχείων μιας χώρας, ώστε να προσδιορίζονται οι μεταφορικές ανάγκες, αλλά και το πεδίο λειτουργίας καθώς και οι λοιπές απαιτήσεις της χώρας, και δεύτερον, λεπτομερής έρευνα του μεταφορικού τομέα ώστε να ορισθούν προτεραιότητες εντός του τομέα.

Αναλύοντας και αποτιμώντας ένα μεταφορικό έργο είναι χρήσιμο να αναλύεται και κάθε υποέργο χωριστά ώστε να μην καλύπτονται αδυναμίες μερικών υποέργων από άλλα περισσότερο αποδοτικά.
Μονοπωλιακά, ολιγοπωλιακά και επιδοτικά φαινόμενα στρεβλώνουν τις εκτιμήσεις αλλά και την πραγματική κοστολόγηση και τιμολογιακή πολιτική λειτουργίας ενός έργου.

Η μέτρηση του κόστους είναι πάντοτε ευκολότερη και ακριβέστερη από την μέτρηση των ωφελειών. Σκιώδεις τιμές, κοινωνικά κόστη ή οφέλη και εξωτερικά κόστη είναι εργαλεία, έννοιες και τεχνικές ιδιαίτερα χρήσιμες για την αξιολόγηση των μεταφορικών έργων και επενδύσεων.

Η χρηματοοικονομική ανάλυση έχει στόχο την εξέταση του έργου ως προς την ικανότητα του να παρέχει διαρκώς τα λειτουργικά του κόστη και να προσφέρει επαρκή απόδοση στα επενδυόμενα κεφάλαια.

Στα διεθνή μεταφορικά έργα η οικονομική αξιολόγηση έχει πλην των ανωτέρω και την αντικειμενική διαφορά των εθνικών συμφερόντων.

ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Συχνά θεωρείται ότι κάθε μεταφορικό έργο δημιουργεί από μόνο του οικονομική ανάπτυξη. Η αλήθεια είναι ότι μερικά βοηθούν και άλλα όχι, και ακόμη περισσότερο μερικά δεν αιτιολογούνται και στερούν κεφάλαια από άλλα έργα με μεγαλύτερες δυνατότητες επίδρασης στην ανάπτυξη.

Η ανάπτυξη απαιτεί έναν βασικό εθνικό και διεθνή σχεδιασμό, διαφορετικά είναι σαν να προσπαθούμε να οδηγήσουμε σε ένα λιμάνι ένα πλοίο χωρίς πηδάλιο.

Στις χώρες και τις περιοχές όπου δεν αντιμετωπίζουμε ολική έλλειψη μεταφοράς, το πρόβλημα συντήρησης ή βελτιωτικών έργων έναντι νέων έργων υπεισέρχεται προς συγκριτική αξιολόγηση πριν από κάθε επενδυτική απόφαση.

Η δημιουργία μιας νέας μεταφορικής υποδομής φέρνει πάντοτε στην επικαιρότητα το λόγο ύπαρξης της, αλλά και το από πού απορρέουν οι δυνατότητες χρηματοδότησης της.

Παρατίθενται μερικά από τα βασικά ερωτήματα της διεθνούς εμπειρίας πριν από κάθε αποτελεσματική επένδυση:
• Πόση νέα μεταφορική υποδομή χρειάζεται για την ανάπτυξη;
• Ποια μεταφορικά μέσα πρέπει να αναπτυχθούν;
• Ποια πρέπει να είναι η χωρική βιομηχανική κατανομή, αλλά και των άλλων δραστηριοτήτων;
• Ποιες είναι οι απαγορευτικές σχέσεις μεταξύ ανάπτυξης και βιομηχανικής ή μεταφορικής διασποράς;

Οι συνθήκες κυκλοφορίας των εμπορευμάτων και των ατόμων παρουσιάζουν κυρίαρχο ενδιαφέρον στην διαδικασία οικοδόμησης της Ευρώπης. Η συμφωνία του Maastricht για την ενιαία αγορά των 15 και σήμερα των 27 χωρών, όχι μόνο ορίζει το γενικό πλαίσιο αυτής της οικοδόμησης, αλλά και επιταχύνει τον ρυθμό για τα προσεχή χρόνια.

Η ιστορική εξέλιξη της Ευρώπης είναι χαρακτηριστική απόδειξη της παράλληλης πορείας τής ανάπτυξης και της μεταφορικής υποδομής. Δημιουργείται με αυτόν τον τρόπο μια ενδιαφέρουσα συνδυασμένη αξιωματική αρχή της ελεύθερης επιλογής του χώρου, του χρόνου και μεγέθους επένδυσης μιας επιχείρησης με τον ταυτόχρονο αναγκαίο σεβασμό της ελευθερίας του καταναλωτή για επιλογή χώρου, του χρόνου αλλά και του μεγέθους κατανάλωσης.

Οι διαδικασίες ομογενοποίησης είναι συχνά δύσκολες, πρακτικά επιτυγχάνονται περισσότερο με την τεχνολογική εξέλιξη παρά με τον πολιτικό διάλογο και την συνδιαλλαγή. Η κατ’ οίκον ηλεκτρονική εργασία, για παράδειγμα είχε και έχει πολύ περισσότερες συνέπειες στις μεταφορές, από κάθε αλλαγή στα μέσα και στην ικανότητα μεταφοράς. Αντίστοιχα επιδρά η υψηλή ταχύτητα του τραίνου, που πρακτικά επανέφερε το σιδηρόδρομο στα ανταγωνιστικά μέσα μεταφοράς της προσεχούς 30ετίας. Στον τομέα, όμως, όπου η τεχνολογία διαφαίνεται να δημιουργεί πραγματική επανάσταση είναι στην αντικατάσταση των μετακινήσεων με πλήρη ανατροπή της ζωής και της λειτουργίας της πόλης, αλλά και της περιφέρειας. Το πάντρεμα των τεχνολογιών επικοινωνίας, τηλεοράσεως, υπολογιστή, internet και βάσεων δεδομένων, δημιουργεί μια εξ ολοκλήρου νέα κοινωνία, ταυτόχρονης «παιδείας - ενημέρωσης - εργασίας - επικοινωνίας - διασκέδασης», σ’ ένα κόσμο νέο με ηλεκτρονική μορφή.

Από τις πολλαπλές τεχνικές και τεχνολογικές αλλαγές στην Ευρώπη, επιλέγονται δυο ως πλέον χαρακτηριστικές για το άμεσο μέλλον:
(1) Η επίδραση των υψηλών ταχυτήτων τόσο σιδηροδρομικών, όσο και του αυτοκινήτου μέσω αυτοκινητόδρομων, και
(2) Το ευρωπαϊκό δίκτυο συνδυασμένων μεταφορών.