Προσοχή στα ρομπότ δολοφόνους | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Προσοχή στα ρομπότ δολοφόνους

Πώς εξελίσσεται η συζήτηση για τα αυτόνομα όπλα

Το μεγαλύτερο πρόβλημα δεν είναι ότι κάποιες αξιώσεις σε αυτή τη συζήτηση είναι ανοικτές απέναντι σε ερωτήματα βασισμένα σε υποθέσεις, αλλά ότι τόσο πολλές από αυτές απλά δεν μπορούν να αξιολογηθούν εμπειρικά, δεδομένου ότι δεν υπάρχει κανένα στοιχείο ή προηγούμενο με το οποίο να υπολογιστεί η διακριτότητα και η αναλογικότητα έναντι της στρατιωτικής αναγκαιότητας [24]. Ίσως η χρήση των ενόπλων ρομπότ θα μπορούσε να σώσει τις ζωές κάποιων στρατευμάτων. Αλλά, αν χρήση τους υπονόμευε το υφιστάμενο ανθρωπιστικό δίκαιο, θα μπορούσε να αυξήσει τη ζημιά όχι μόνο για τα στρατεύματα αλλά και για τους πολίτες, με την κατάργηση των κανόνων που τους προστατεύουν από τα δεινά του πολέμου. Θα καταφέρουν οι μηχανικοί να δημιουργήσουν κάποια μέρα μια μηχανή που θα διακρίνει ένα παιδί που κρατάει ένα χωνάκι παγωτό από ένα παιδί που κρατά ένα Καλάσνικοφ, ή πολύ περισσότερο έναν στρατιώτη που προσπαθεί να παραδοθεί από έναν που είναι έτοιμος να πυροβολήσει; Αν όχι, ίσως οι μηχανές να είναι σε θέση να συμμορφωθούν με τους πολεμικούς νόμους σε ελάχιστες, περιορισμένες συνθήκες όπως στην έρημο ή στις ναυμαχίες όπου οι άμαχοι δεν είναι παρόντες; Ακόμη και αν είναι έτσι, δεν είναι σαφές πόσο χρήσιμο θα είναι δεδομένων των σημερινών δυνατοτήτων στις μάχες, όπου οι στρατοί συνήθως πολεμούν σε αστικό περιβάλλον και εμπλέκονται σε αστυνομικές επιχειρήσεις. Όλοι αυτοί οι παράγοντες - το ανθρωπιστικό κόστος, τα στρατιωτικά οφέλη, με τι θα μοιάζουν οι πόλεμοι στο μέλλον - κάνουν δύσκολο στους ενδιαφερόμενους φορείς το να σταθμίσουν επαρκώς τους κινδύνους και τα οφέλη τής μετάβασης προς αυτή την κατεύθυνση.

ΧΑΛΙΝΑΓΩΓΗΣΤΕ ΤΑ ΡΟΜΠΟΤ

Έτσι, αντί να στηρίζεται στις αρχές της διακριτότητας και της αναλογικότητας, όπως με τις προηγούμενες εκστρατείες για την απαγόρευση όπλων, η συζήτηση για τις θανατηφόρες μηχανές συγκλίνει γύρω από δύο πολύ διαφορετικά ερωτήματα. Πρώτον, σε καταστάσεις αβεβαιότητας, το βάρος έγκειται στις κυβερνήσεις για να αποδείξουν ότι οι αναδυόμενες τεχνολογίες πληρούν τα ανθρωπιστικά πρότυπα ή στην παγκόσμια κοινωνία των πολιτών για να αποδείξει ότι δεν το κάνουν; Και δεύτερον, ακόμη και αν τα αυτόνομα συστήματα θα μπορούσαν μια ημέρα να αποδειχθούν ότι είναι χρήσιμα και νόμιμα σε πρακτικό επίπεδο, διακυβεύεται ή όχι μια βαθύτερη ηθική αρχή σχετικά με την ανάθεση θεμάτων ζωής ή θανάτου σε μηχανές;

Το στρατόπεδο υπέρ του αφοπλισμού υποστηρίζει «ναι» και στα δύο. Οι αισιόδοξοι περί την τεχνολογία ισχυρίζονται ότι «όχι». Σε κάποιο βαθμό αυτά είναι ζητήματα αξιών, αλλά το καθένα μπορεί επίσης να αξιολογηθεί εμπειρικά από τις κοινωνικές πραγματικότητες του υπάρχοντος διεθνούς κανονιστικού πλαισίου. Σε κάθε περίπτωση, όσοι εφιστούν την προσοχή ενάντια στην ανεξέλεγκτη ανάπτυξη της μη επανδρωμένης στρατιωτικής τεχνολογίας πατάνε σε σταθερότερο έδαφος.

Η έννοια της «αρχής της πρόληψης» είναι γνωστή στους επιστημονικούς κύκλους, και έχει μια μακρά ιστορία στο διεθνές δίκαιο που παράγουν οι διεθνείς συμφωνίες. Αναφέρει ότι όταν μια ενέργεια ή μια πολιτική έχει ένα πιθανό αλλά αναπόδεικτο κίνδυνο για δημόσια βλάβη, το βάρος της απόδειξης ότι δεν είναι επιβλαβές πέφτει σε όσους πραγματοποιούν την δράση. Προερχόμενο από περιβαλλοντικά ζητήματα, είναι πλέον υποχρεωτικό δίκαιο στην Ευρωπαϊκή Ένωση και έχει εφαρμοστεί επίσης στον αφοπλισμό. Σε προηγούμενες εκστρατείες απαγόρευσης όπλων, η παγκόσμια συναίνεση ήταν να τεθεί το βάρος της απόδειξης στις κυβερνήσεις [25] ώστε να αποδείξουν ότι τα νέα όπλα τους συμμορφώνονται με το ανθρωπιστικό δίκαιο. Η αρχή αυτή κατοχυρώνεται στο άρθρο 36 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Σύμβασης της Γενεύης, το οποίο απαιτεί από τις κυβερνήσεις [26] να εξετάζουν τα νέα όπλα ότι συμμορφώνονται με τους κανόνες του πολέμου. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν υπογράψει το πρώτο πρόσθετο πρωτόκολλο. Παρ’ όλα αυτά, η δύναμη αυτού του ευρέως διαδεδομένου «κανόνα πρόληψης» έχει ήδη συμβάλει στην διαμόρφωση της διπλωματικής συζήτησης γύρω από τα αυτόνομα όπλα και την λήψη αποφάσεων από τις κυβερνήσεις. Σε μια πρόσφατη συνεδρίαση του Συμβουλίου του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στην οποία συμμετείχαν δεκάδες κράτη, οι περισσότεροι εκπρόσωποι των χωρών εξέφρασαν την ανησυχία τους για τα αυτόνομα όπλα. Αρκετοί εξέφρασαν υποστήριξη σε μια γενική απαγόρευση, αλλά μόνο ένα, το Ηνωμένο Βασίλειο, υποστήριξε ότι μια απαγόρευση ήταν περιττή.

Εκτός από την επιτυχή διαμόρφωση των επιχειρημάτων τους γύρω από ένα τέτοιο προηγούμενο, οι ακτιβιστές έχουν χρησιμοποιήσει ένα νομικό επιχείρημα που παρακάμπτει τις άλυτες απορίες σχετικά με το αν αυτά τα όπλα θα μπορούσαν να εκπληρώσουν τις προϋποθέσεις για τις αρχές της διακριτότητας και της αναλογικότητας. Με απλά λόγια, έχουν μετατοπίσει την συζήτηση για το αν η όλη ιδέα των αυτοματοποιημένων όπλων είναι αντίθετη προς τις αρχές της ανθρωπότητας. Το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο ορίζει ότι οι λεγόμενες επιταγές της δημόσιας συνείδησης θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν για να μετρηθεί τι είναι σκόπιμο σε στρατιωτικές υποθέσεις σε περιπτώσεις όπως αυτή, όπου τα υπάρχοντα νομικά πλαίσια παρέχουν ανεπαρκή καθοδήγηση και οι ανησυχίες που ανέκυψαν δεν έχουν ακόμη πραγματωθεί.