Η ενέργεια σε ρόλο… μπούνκερ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η ενέργεια σε ρόλο… μπούνκερ

Από την Ουκρανία στο Ιράκ και από το φυσικό αέριο στον άνθρακα και τα σχιστολιθικά κοιτάσματα

Έτερη μεγάλη αλλαγή που συντελείται εντός τής Γηραιάς Ηπείρου αφορά στην ατομική ενέργεια. Μετά το δυστύχημα στην Φουκουσίμα, η μεν Γερμανία ανακοίνωσε την σταδιακή διακοπή λειτουργίας όλων των εργοστασίων παραγωγής τού εν λόγω καυσίμου μέχρι το 2021, η επίσης ενεργοβόρα Ιταλία αποστασιοποιήθηκε εξίσου, ενώ πρόσφατα και η Γαλλία ακολούθησε σε μια πιο μετριοπαθή κατεύθυνση. Με την υποσημείωση ότι το Παρίσι κατείχε το μεγαλύτερο ποσοστό κατανάλωσης ατομικής ενέργειας από όλες τις ανεπτυγμένες χώρες (75% στην ηλεκτροπαραγωγή), η αποστασιοποίησή του συνιστά θεαματική ανατροπή, από την στιγμή που του διασφάλιζε από τα χαμηλότερα κόστη ηλεκτρικής ενέργειας, ενώ με τις τελευταίες ανακοινώσεις θέτει το φιλόδοξο (αν όχι ανεκπλήρωτο) στόχο αξιοποίησης των μη πυρηνικών ανανεώσιμων στο 40% της ηλεκτροπαραγωγής το 2025 και το 32% του συνόλου τής ενεργειακής κατανάλωσης μέχρι το 2030. Σε αυτό το σχέδιο συμπεριλαμβάνεται η εξοικονόμηση ενέργειας στις μετακινήσεις, την βιομηχανία και τα κτίρια. Μένει να διαπιστωθεί αν η Γαλλία δείχνει το δρόμο προς μια νέα αντίληψη και κατά πόσο είναι εύκολο να την ακολουθήσουν περισσότερα κράτη-μέλη (μοιάζει αρκετά αμφίβολο, μεταξύ άλλων, γιατί το κόστος μετάβασης είναι ιδιαίτερα υψηλό), ή πλέον η κάθε χώρα θα ακολουθήσει τον δικό της δρόμο στην βάση των εθνικών αναγκών και της οικονομικής κρίσης που μαστίζει πολλές εξ’ αυτών. Το ενδεχόμενο η γαλλική σοσιαλιστική κυβέρνηση να θέλησε να συμπτύξει μέτωπο με τους πράσινους και την αριστερά σε μια κρίσιμη καμπή για τον Ολάντ και κατόπιν αυτή η θέση να αναθεωρηθεί (από μια άλλη κυβέρνηση) διόλου δεν αποκλείεται.

Εσχάτως, έχουν συστηματικοποιηθεί οι προσπάθειες προς την αξιοποίηση ΑΠΕ, κυρίως φωτοβολταϊκών, ηλιακής και αιολικής ενέργειας. Αν και η βιωσιμότητα αυτού τού μοντέλου ανάπτυξης υπό τις παρούσες συνθήκες κρίνεται αμφίβολη, κυρίως εξαιτίας του ασύμφορου κόστους σε μια περίοδο οικονομικής ύφεσης, υπάρχει σαφής διάθεση στήριξης των ΑΠΕ, οι οποίες έχουν και το πλεονέκτημα των ελάχιστων εκπομπών ρύπων. Ασφαλώς, όταν αυτό συμβαίνει την ίδια στιγμή που αυξάνεται η χρήση «βρώμικης» ενέργειας, όπως άνθρακα και λιγνίτη με σημαντικότατη αύξηση των εισαγωγών, είναι φανερό ότι κύριος γνώμονας της ευρωπαϊκής πολιτικής είναι η πάση θυσία μείωση του ενεργειακού κόστους. Επίσης, διαπιστώνεται, για πολλοστή φορά, η ισχύς των εταιρικών lobbies που έχουν ως αποτέλεσμα την υιοθέτηση αλλοπρόσαλλων πολιτικών (φωτοβολταϊκά και άνθρακας). Συνακόλουθα, ιδίως οι παλαιές μονάδες φυσικού αερίου διακόπτουν μαζικά την λειτουργία τους, ενώ στις αντίστοιχες άνθρακα και λιγνίτη πολλαπλασιάζονται οι επενδύσεις, εκσυγχρονίζοντάς τες και αυξάνοντας τον βαθμό απόδοσής τους.

Έτσι, η τάση αυτή την στιγμή πανευρωπαϊκά δείχνει προς την παγίωση της μείωσης της ζήτησης φυσικού αερίου, αφού η αγορά είναι πλέον υπερ-συμβολαιοποιημένη (over-contracted) και δη με μακροχρόνιες συμβάσεις, η πλειοψηφία εκ των οποίων αναθεωρούνται υπό το πρίσμα των νέων δεδομένων. Η διασυνδεσιμότητα των ευρωπαϊκών δικτύων, η βελτίωση και ανάπτυξη των υποδομών, η δυνατότητα πρόσβασης τρίτων σε αγωγούς που δεν μπορούν να «γεμίσουν» με το αέριο ενός εισαγωγέα, και η ενίσχυση των αποθηκευτικών χώρων αποτελούν εξίσου προτεραιότητες της ΕΕ. Σε κάθε περίπτωση, και ανεξάρτητα από την παρεμβατική πολιτική της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που ολοένα και ενδυναμώνεται, οι τελικές επιλογές θα εξαρτηθούν από το τελικό κόστος που θα κληθούν να πληρώσουν τα κράτη-μέλη, στοιχείο που πιθανότατα θα καθυστερήσει την επίτευξη μιας σειράς στόχων, θυσιάζοντας ειδικότερα αυτούς που σχετίζονται με τα περιβαλλοντικά (παρά τις αντίθετες διακηρύξεις).

Είναι, όμως, όλα αυτά, μαζί με τον διαχωρισμό τής κυριότητας του δικτύου από της παραγωγής (owneship unbundling), αρκετά για να κάμψουν την επιρροή που ασκούν οι τωρινοί κυριότεροι προμηθευτές της Ευρώπης στις ενεργειακές διεργασίες; Οι ισορροπίες θα διαφοροποιηθούν, ενδεχομένως και θεαματικά αν το Ιράν εξέλθει της διεθνούς απομόνωσης και διαθέσει σημαντικό μέρος των αποθεμάτων του στην ευρωπαϊκή αγορά, ενώ ορισμένοι θεωρούν πως η λύση βρίσκεται στο σχιστολιθικό αέριο (shale gas).

Σε ό, τι αφορά το σχιστολιθικό αέριο, σημαντικά πεδία έχουν εντοπιστεί σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, όμως, τα κινήματα πολιτών και οι πολιτικοί σχηματισμοί με περιβαλλοντική ατζέντα, σε συνδυασμό με τα περιβαλλοντικά στάνταρ, τις μικρές σε σχέση με την αμερικανική ήπειρο εκτάσεις και τις πυκνοκατοικημένες περιοχές, θέτουν εν αμφιβόλω το εγχείρημα. Έτσι και αλλιώς, η εν λόγω, άκρως αμφιλεγόμενη, τεχνολογία θέλει τουλάχιστον μια δεκαετία για να αναπτυχθεί εντός Ευρώπης, αν και επί του παρόντος δεν φαντάζει καθόλου πιθανό.