Τα διλήμματα σε ΗΠΑ και Κίνα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Τα διλήμματα σε ΗΠΑ και Κίνα

Η κούρσα για την πρωτοκαθεδρία στην Άπω Ανατολή

Η δύναμη ενός κράτους έχει πολλές εκφάνσεις αλλά η ιστορία διδάσκει ότι προέρχεται από μια βασική πηγή, την οικονομία. Επακόλουθο είναι ότι η οικονομική ανάπτυξη της Κίνας έχει ευθέως αυξήσει την πολιτική και διπλωματική επιρροή της. Το άνοιγμα της οικονομίας της την έχει καταστήσει στην Ασία και όχι μόνο, τον πιο σπουδαίο οικονομικό εταίρο και το αυξανόμενο εμπόριο με την Κίνα, ή η οικονομική βοήθεια από την Κίνα είναι κομβικά σημεία για το μέλλον των χωρών αυτών. Αυτό υποχρεώνει πολλές χώρες να είναι ευαίσθητες στα ενδιαφέροντα της Κίνας. Ας πάρουμε το παράδειγμα της Αυστραλίας. Η Κίνα δεν είναι μόνο ο μεγαλύτερος εμπορικός της εταίρος, αλλά θεωρείται και η ατμομηχανή για την μελλοντική της ανάπτυξη. Το συμπέρασμα είναι ότι η Αυστραλία επενδύει στις καλές της σχέσεις με την Κίνα. Εν όψει των ανωτέρω, η Αυστραλία, όπως και πολλές άλλες χώρες, γνωρίζει ότι για να προστατεύσει τα εμπορικά της συμφέροντα πρέπει να επιδεικνύει σεβασμό στις ευαισθησίες τής Κίνας.

Η συμβατική ανάλυση θέλει το εμπόριο και την οικονομική σύμπραξη να υπερέχουν των πολιτικών επιδιώξεων και των αναγκών των μεγάλων δυνάμεων. Όμως, στην περίπτωση των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας (όπως και γενικώς σε ανάλογες περιπτώσεις στο παρελθόν) πιστεύεται ότι οι στρατηγικές και πολιτικές επιδιώξεις έχουν προτεραιότητα έναντι της οικονομικής αλληλεξάρτησης.

Η κλασσική ανάλυση που αναφέρεται πιο πάνω ταιριάζει απολύτως στα δευτερεύουσας τάξης κράτη τής Ασίας. Για τις χώρες αυτές η οικονομία οδηγεί την πολιτική. Όλες οι ασιατικές χώρες, και όχι μόνο, επιθυμούν να ανεβάσουν το επίπεδο ζωής των πολιτών τους και με τον τρόπο αυτό να αυξήσουν την πολιτική τους νομιμότητα. Όποια χώρα είναι σε πλεονεκτικότερη θέση να βοηθήσει την Ασία να αναπτυχθεί οικονομικά θα αποκομίσει πολιτικο-στρατηγικά οφέλη. Τον Απρίλιο του 2013, ο πρωθυπουργός τής Σιγκαπούρης, Lee Ksien Loong, ανέπτυξε την λογική αυτή σε Αμερικανούς επιχειρηματίες λέγοντας «Στην Ασία το εμπόριο είναι στρατηγική. Μια πιο ενεργή εμπορική παρουσία θα βοηθήσει τις Ην. Πολιτείες οικονομικά και στρατηγικά» [2].

Η προσέγγιση αυτή εξηγεί την πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών να ιδρύσει τον νέο οργανισμό εμπορίου με την επωνυμία «Trans-Pacific Στρατηγική Οικονομική Εταιρική Σχέση» (Trans-Pacific Partnership – “TPP”) για να επαναφέρει την οικονομική της παρουσία στο προσκήνιο και να αντιδράσει στην οικονομική άνοδο της Κίνας στην Ασία. Όπως έχει γραφεί [3] η δημιουργία τού ΤΡΡ είναι μια προσπάθεια των Ην. Πολιτειών να περιορίσουν την Κίνα οικονομικά με το να υψώσουν τον πήχη στο επίπεδο των κανονισμών που πρέπει να διέπουν το εμπόριο. Πιστεύεται ότι το ΤΡΡ είναι ίσως λίγο, καθυστερημένο και εξαιρεί πολλές χώρες. Μια εμπορική συμφωνία που δεν περιλαμβάνει σήμερα την Κίνα και την Ινδία είναι εκτός πραγματικότητας. Επίσης, οι προσπάθειες των ΗΠΑ να δομήσουν τους κανόνες υπέρ των αμερικανικών βιομηχανιών έχουν επιβραδύνει την πρόοδο της συνθήκης.

Ποιες είναι οι εναλλακτικές λύσεις για τις Ηνωμένες Πολιτείες; Πρώτον, να αντιδράσουν στην πρόκληση της Κίνας και να προσπαθήσουν να διατηρήσουν το status quo στην Ασία. Δεύτερο, να υποχωρήσουν από την δεσπόζουσα θέση τους στην περιοχή και να αφήσουν την Ασία στην Κίνα. Τρίτον, να παραμείνουν στην Ασία πάνω σε νέα βάση, επιτρέποντας στην Κίνα να έχει πιο ουσιαστικό ρόλο, ενώ συγχρόνως να διατηρούν μια δυναμική παρουσία στην περιοχή. Η τρίτη λύση είναι, βεβαίως, και η πλέον σώφρων για την ειρήνη και σταθερότητα της περιοχής.

Η επικρατούσα πολιτική άποψη στις Ην. Πολιτείες διαχρονικά είναι ότι ζωτικό συμφέρον των Ην. Πολιτειών είναι να εμποδίσουν μια εχθρική δύναμη από το να κυριαρχήσει σε κάποια από τις κύριες περιοχές του πλανήτη [4]. Στην περίπτωση δε της Ασίας υπάρχει πάντοτε η απειλή ότι ένας εχθρικός ηγεμόνας πιθανόν να εκμεταλλευθεί τον πλούτο και την στρατιωτική ισχύ τής περιοχής και να την χρησιμοποιήσει ως ασφαλή βάση για να αμφισβητήσει τα αμερικανικά συμφέροντα, ακόμη και να επιτεθεί στις Ην. Πολιτείες.

Η πιο ρεαλιστική άποψη, πάντως, φαίνεται να είναι ότι η πρωτοκαθεδρία δεν είναι βιώσιμη ή σοφή επιλογή για τις Ην. Πολιτείες. Σύμφωνα με αυτήν, οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να παραμείνουν στην Ασία «επί νέας βάσεως», δηλαδή να μοιρασθούν την εξουσία και να συμπορευθούν με την Κίνα. Με τον τρόπο αυτό θα αποφευχθεί ή θα περιορισθεί μια στρατιωτική αντιπαλότητα.
Η αντίθετη άποψη είναι ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει πάση θυσία να διατηρήσουν την υπεροχή τους για τον λόγο ότι η αμερικανική πρωτοκαθεδρία διατήρησε την ειρήνη στην περιοχή, καθώς επίσης επειδή τυχόν υποχώρηση θυμίζει κατευνασμό που ενδεχομένως θα ανοίξει την όρεξη στην Κίνα, κάτι που η ιστορία διδάσκει ότι μπορεί να οδηγήσει σε πολύ ολισθηρό μονοπάτι.

Κατά τον Machiavelli, η ασφάλεια μπορεί να διατηρηθεί μόνο με συνετές ενέργειες και η προστασία έναντι πιθανών αλλαγών στην διεθνή στρατηγική δομή είναι πάντοτε η προληπτική κατάληψη.
Αρκετοί θιασώτες τής ρεαλιστικής σχολής πιστεύουν ότι εφ’ όσον η άνοδος της Κίνας είναι αναπόφευκτη δεν υπάρχει στρατηγική εναλλακτική διέξοδος για να αναχαιτισθεί παρά μόνο ο προληπτικός πόλεμος. Όπως γράφει ο Machiavelli, η Ρώμη υποχρεώθηκε να κυριεύσει την Ελλάδα για να προκαταλάβει τον Αντίοχο της Συρίας από το να την κατακτήσει. Ούτε η Ελλάδα ούτε η Συρία απειλούσαν την ασφάλεια της Ρώμης βραχυπρόθεσμα αλλά, όπως γράφει ο Machiavelli [5], «οι Ρωμαίοι βλέποντας ότι μακροπρόθεσμα θα υπάρξουν δυσκολίες, πάντοτε έβρισκαν λύσεις και ποτέ δεν επέτρεπαν να συνεχίζονται οι εκκρεμότητες ούτως ώστε να αποφευχθεί ένας πόλεμος, επειδή επίστευαν ότι ο πόλεμος που αναβάλλεται είναι προς όφελος των άλλων».

Οι πραγματικότητες μέχρι σήμερα δείχνουν ότι, όσον αφορά την διανομή ισχύος, οι Ην. Πολιτείες υπερέχουν, επομένως το ερώτημα είναι ποιος ο λόγος να υποχωρήσουν. Πολλοί αναλυτές πιστεύουν ότι η ηγεμονική δύναμη θα υποχωρήσει μόνο αν υποχρεωθεί να το πράξει, ίσως με πόλεμο [6].