Ένα ανησυχητικό «τρίγωνο» | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ένα ανησυχητικό «τρίγωνο»

Η εξάρτηση από τα ρωσικά και ουκρανικά όπλα βάζει την Κίνα σε δύσκολη θέση

Η σύγκρουση της Ρωσίας με την Ουκρανία θέτει έτσι αρκετές προκλήσεις για την Κίνα. Το πρώτο πρόβλημα πηγάζει από την μακρόχρονη συμβίωση της ρωσικής και της ουκρανικής αμυντικής βιομηχανίας, που κληρονόμησαν ως πρώην δημοκρατίες τής Σοβιετικής Ένωσης. Ως αποτέλεσμα, μοιράζονται πολλούς τομείς συν-εξάρτησης ή από κοινού παραγωγής. Η Ρωσία είναι ένας διολισθαίνων αλλά εξέχων αγοραστής ουκρανικών αμυντικών προϊόντων και βασικός πελάτης σχεδόν σε κάθε μεγάλη ουκρανική αμυντική επιχείρηση. Η Ρωσία πιστεύει ότι η αμυντική βιομηχανία τής Ουκρανίας θα πεθάνει χωρίς εκείνη˙ Η Ουκρανία πιστεύει ότι η αμυντική βιομηχανία τής Ρωσίας θα περάσει χρόνια αγωνιζόμενη να βρει ένα νέο προμηθευτή. Κανείς δεν είναι βέβαιος για το πώς τα δύο αυτά στρατιωτικο-βιομηχανικά συγκροτήματα μπορούν να επιβιώσουν το ένα χωρίς το άλλο ή τι χάος μπορεί να επιφέρει ένα διαζύγιο. Και η Κίνα, η οποία εξαρτάται από τις δύο χώρες για κρίσιμες αμυντικές προμήθειες, δεν έχει καμία ιδέα για το τι να περιμένει από μια μελλοντική διάσπαση. Το μόνο σίγουρο είναι ότι η Ρωσία και η Ουκρανία θα υποσχεθούν στην Κίνα συστήματα ή τεχνολογίες όπλων που δεν θα είναι σε θέση να παραδώσουν στο μέλλον.

Ένα άλλο διαφαινόμενο θέμα για το Πεκίνο είναι ότι, ανεξάρτητα από το τι θα αποφασίσει να κάνει το Κίεβο, η Μόσχα είναι τώρα αποφασισμένη να επιτύχει πλήρη ανεξαρτησία για την αμυντική παραγωγή της. Οι ρωσικοί αμυντικοί κύκλοι έχουν ταχθεί υπέρ τής ανεξαρτησίας από την ουκρανική βιομηχανία ήδη από την Πορτοκαλί Επανάσταση του 2004, αλλά η έλλειψη πολιτικής βούλησης και χρηματοδότησης αποτρέπουν την Μόσχα από την επίτευξη αυτού του στόχου. Τώρα που η Ρωσία είναι σε άμεση σύγκρουση με την Ουκρανία και αντιμετωπίζει μια απροκάλυπτα εχθρική ουκρανική ηγεσία, δεν έχει άλλη επιλογή από το να επιδιώξει την αυτάρκεια. Η Ουκρανία επέβαλλε κυρώσεις κατά της Ρωσίας το τρέχον έτος και ανέστειλε κάποια αμυντική συνεργασία, αλλά με εξαιρέσεις, έτσι ώστε η Ουκρανία να μπορέσει να κρατήσει την δική την αμυντική βιομηχανία εν ζωή.

Χωρίς πρόσβαση στην ρωσική αγορά και στα ρωσικά ανταλλακτικά για την παραγωγή της, η μικρότερη αμυντική βιομηχανία τής Ουκρανίας είναι πιθανό να μαραθεί και να ξεθωριάσει. Η Ουκρανία δεν μπορεί να αντικαταστήσει τις ποσότητες του εξοπλισμού που η Ρωσία παράγγελνε παραδοσιακά, και είναι αμφίβολο ότι μπορεί να κατασκευάζει οπλικά συστήματα χωρίς ρωσικά ανταλλακτικά, εκτός από ελαφρό οπλισμό και τανκς. Η κυβέρνηση της Ουκρανίας δεν έχει επίσης τα κεφάλαια για να αναβιώσει την βιομηχανία ή να γίνει ο καλύτερος πελάτης της. Ο πρόεδρος Πέτρο Ποροσένκο αύξησε τον αμυντικό προϋπολογισμό στα τέλη τού πρώτου εξαμήνου κατά 600 εκατομμύρια δολάρια σε περίπου 2 δισεκατομμύρια δολάρια και σχεδιάζει να τον αυξήσει [1] έως τα 3 δισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το 2017. Αλλά αυτό το επίπεδο χρηματοδότησης είναι θλιβερά ανεπαρκές κατά την διάρκεια μιας κρίσης. Στο κάτω-κάτω, ο αμυντικός προϋπολογισμός τής Πολωνίας είναι στα 10,4 δισεκατομμύρια δολάρια και δεν είναι σε πόλεμο με την Ρωσία.

Υποθέτοντας ότι η αμυντική βιομηχανία τής Ουκρανίας θα επιβιώσει, η Κίνα πρέπει να σκεφθεί ότι ένας από τους βασικούς αμυντικούς προμηθευτές της είναι δυτικός σύμμαχος. Αυτό σημαίνει ότι, όπως και με την Ρωσία, η Κίνα θα μπορούσε να βρεθεί να αντιμετωπίζει δυτικές κυρώσεις κάποια μέρα, αν ενεργήσει επιθετικά κατά την διάρκεια μιας σύγκρουσης στην περιοχή τής Ασίας-Ειρηνικού. Η αντίδραση της Δύσης στην προσάρτηση της Κριμαίας από την Ρωσία έχει δείξει στο Πεκίνο ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν διστάζουν να χρησιμοποιήσουν καταναγκαστικά εργαλεία, όπως η αναστολή των υφιστάμενων αμυντικών συνεργασιών ή η πίεση στους συμμάχους τους να περιορίσουν τις εξαγωγές τεχνολογίας διπλής χρήσης στην χώρα-στόχο. Επιπλέον, η πολιτική ηγεσία τής Ουκρανίας είναι σε μια μοναδική πορεία προς την ένταξη στην ΕΕ, με φιλοδοξίες για το ΝΑΤΟ, και θα έχει λίγες τύψεις σχετικά με την ακύρωση συμφωνιών με την Κίνα, εάν κάτι τέτοιο αποδειχθεί αναγκαίο. Ο πραγματικός αμυντικός προϋπολογισμός τής Κίνας είναι άγνωστος, αλλά τα στοιχεία μάς δείχνουν ότι είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος στον κόσμο, ξεπερνώντας [2] τα 145 δισεκατομμύρια δολάρια το 2013. Ως μια ανερχόμενη υπερδύναμη, το Πεκίνο μπορεί σύντομα να αναγκαστεί να αποδεχθεί ότι ο στρατός της όλο και περισσότερο θα βασίζεται αποκλειστικά είτε στην Ουκρανία είτε στην Ρωσία για τις αυξανόμενες αμυντικές ανάγκες του.

Αν και είναι γεωγραφικά πολύ μακριά από το Κίεβο, το Πεκίνο αντιμετωπίζει αρκετές δύσκολες βραχυπρόθεσμες επιλογές σχετικά με τις σχέσεις του με την Μόσχα. Η άμεση ανησυχία τής εξωτερικής πολιτικής τής Κίνας είναι το κατά πόσον πρέπει ή όχι να βοηθήσει την Ουκρανία τροφοδοτώντας την με πυρομαχικά μετά από χρόνια συνεργασίας και φιλικών σχέσεων. Η άμυνα της Ουκρανίας απέναντι στους φιλορώσους αυτονομιστές περιλαμβάνει βαριά χρήση πυραύλων πυροβολικού. Ο στρατός έχει ρίξει αμέτρητα βλήματα από σοβιετικά BM-21 Grads, BM-30 Smerch, και άλλα συστήματα πυροβολικού. Δεδομένου ότι η Ουκρανία δεν είχε επενδύσει ποτέ στην αγορά νέων πυρομαχικών για τα συστήματα αυτά, είναι ασφαλές να πούμε ότι κάθε ένας πύραυλος που έχει εξαπολύσει ο στρατός φέτος είναι πιθανότατα ληγμένος και είναι πιθανό ότι τα πυρομαχικά εξαντλούνται. Η Κίνα είναι μια από τις λίγες χώρες που δεν είναι σύμμαχος της Ρωσίας και διαθέτει πυρομαχικά για τα συστήματα αυτά. Η Ουκρανία είναι ανοιχτά επιδιώξει στρατιωτική βοήθεια από τις Ηνωμένες Πολιτείες και είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι το Κίεβο δεν έχει προσεγγίσει παρασκηνιακά την Κίνα με ένα παρόμοιο αίτημα. Αν η Ρωσία δεν έχει πρόβλημα να εξοπλίζει το Βιετνάμ και την Ινδία, η Κίνα μπορεί επίσης να επιλέξει να εξοπλίζει την Ουκρανία, αν και δεν είναι σαφές τι είδους τριβές θα δημιουργήσει με την Μόσχα. Αντί για ένα εύκολο στρατηγικό κέρδος, το Πεκίνο έχει τώρα να εξισορροπήσει με λεπτότητα τις σχέσεις του με την Ρωσία και την Ουκρανία, υπολογίζοντας ταυτόχρονα το τι πρέπει να κάνει για την εξάρτησή του από τις δύο χώρες ώστε να καλύπτουν τις αυξανόμενες στρατιωτικές του ανάγκες.