Η ενεργειακή διπλωματία τού ρεαλισμού | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η ενεργειακή διπλωματία τού ρεαλισμού

Οι επιδιώξεις και οι δυνατότητες τής Ελλάδας

Έτσι, λ.χ., ενώ τυπικά μεν η επιλογή τού αγωγού ΤΑΡ (28/6/2013) έγινε από την διεθνή κοινοπραξία εκμετάλλευσης του κοιτάσματος Σαχ Ντενίζ, στην πράξη και το κράτος του Αζερμπαϊτζάν πρέπει να διαδραμάτισε αποφασιστικό ρόλο, με βάση κριτήρια τα οποία έχουμε ήδη εξηγήσει [7]. Και πάλι, όμως, η στρατηγική λογική αφορά μόνο το κράτος υποδοχής, δηλαδή τον παραγωγό. Ως προς τους εξωτερικούς θεσμικούς «παίκτες», όπως λ.χ. οι ΗΠΑ και η ΕΕ, ένας εξαίρετος Ιταλός αναλυτής, ο οποίος μελέτησε την επικράτηση του ΤΑΡ, κατέληξε στο εξής συμπέρασμα: Όταν πρόκειται για την ενέργεια, η πολιτική υποστήριξη και η εμπλοκή των θεσμικών οργάνων δεν αντιπροσωπεύουν πάντα το αποφασιστικό στοιχείο, και μπορεί μερικές φορές να είναι αντιπαραγωγικές. (“when it comes to energy, political support and institutional involvement do not always represent the decisive element, and may be counterproductive at times”) [8]. Κατά την άποψη του Sartori, λοιπόν, η νίκη τού ΤΑΡ επί του Nabucco -ενός πρότζεκτ με μεγαλύτερη στρατηγική σημασία και σχεδόν άπειρη πολιτική υποστήριξη- αποτελούσε το θρίαμβο της οικονομίας επί της πολιτικής στις διεθνείς ενεργειακές σχέσεις.

Κατόπιν των παραπάνω, είναι, νομίζουμε, σαφές το τι συμβαίνει με τις IGA (Διακυβερνητικές Συμφωνίες) τού δημόσιου διεθνούς δικαίου τις οποίες συνάπτουν τα κράτη για συνεργασίες μακράς πνοής, όπως η δημιουργία αγωγών για την μεταφορά πετρελαίου και αερίου. Όσοι εν έτει 2014 είναι εγκλωβισμένοι στα ιδεολογικά στερεότυπα ενός σκληροπυρηνικού, άκαμπτου πολιτικού ρεαλισμού (hard-core political realism) στο διεθνές σύστημα και, άρα, νομίζουν ακόμη ότι η παγκοσμιοποίηση είναι ένα φαινόμενο με κύριους δρώντες τα κράτη, ασφαλώς και αποδίδουν έμφαση στις IGA [9]. Στην πραγματικότητα, όμως, τέτοιες συμφωνίες έρχονται απλώς εκ των υστέρων να επικροτήσουν πολιτικά ένα επενδυτικό πρότζεκτ το οποίο έχει δρομολογήσει και θα πρέπει να υλοποιήσει ο ιδιωτικός τομέας (οι εταιρείες), ενίοτε με την συμμετοχή και κάποιων NOC. Υπενθυμίζουμε λ.χ. ότι η τριμερής IGA για τον αγωγό ΤΑΡ υπογράφτηκε μόλις το Φεβρουάριο του 2013, μια ολόκληρη δεκαετία μετά την έναρξη του πρότζεκτ από την ελβετική EGL Group (νυν Axpo) [10]. Επομένως, μια ενεργειακού περιεχομένου IGA σε καμιά περίπτωση δεν σημαίνει ότι τα συμβαλλόμενα κράτη εγγυώνται την κατασκευή ενός αγωγού: Το μόνο που μπορούν να πράξουν για να βοηθήσουν πραγματικά την ταχεία υλοποίηση του πρότζεκτ είναι να... αυτοπεριοριστούν, αμβλύνοντας θέματα διοικητικής φύσεως (αδειοδοτήσεις, αναγκαστικές απαλλοτριώσεις γης, κλπ) τα οποία ανακύπτουν πάντα με τέτοια έργα. Επίσης, στην αγορά ενέργειας ο ρόλος τού κράτους περιλαμβάνει και ρυθμιστικές -regulatory- αρμοδιότητες, ιδίως δε στον ηλεκτρισμό και το φυσικό αέριο (πολύ λιγότερο όμως στο πετρέλαιο), άρα και αυτά τα θέματα πρέπει να διευθετηθούν τάχιστα. Τέλος, με την IGA και, ακόμη περισσότερο με την κατοπινή HGA (Συμφωνία Φιλοξενούσας Χώρας με την εταιρεία κατασκευής τού έργου), δημιουργείται και μια έμμεση δέσμευση της κεντρικής κυβέρνησης όπως καθησυχάσει τις τοπικές κοινωνίες-κοινότητες, οι οποίες συχνά αντιδρούν απέναντι στους αγωγούς [11].

Ως εκ τούτου, είναι μάλλον παρακινδυνευμένο να δηλώνει κανείς, συχνά με θριαμβευτικό ύφος, ότι οι διακυβερνητικές συμφωνίες από μόνες τους μεταβάλλουν την χώρα μας σε «ενεργειακό κόμβο» (βλ. παρακάτω). Ας θυμηθούμε ότι το δεύτερο ήμισυ τής δεκαετίας του 2000, που για ορισμένους [12] υπήρξε η «χρυσή εποχή» τής ενεργειακής μας διπλωματίας, υπογράψαμε τρεις IGA προκειμένου να υποστηρίξουμε ως Ελλάδα ισάριθμα σχέδια αγωγών, τα οποία, βεβαίως, θα υλοποιούσαν εταιρείες: Τον πετρελαιαγωγό Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη (αρχική συμφωνία το 2005 και οριστική το 2007), τον αγωγό φυσικού αερίου -από Κασπία- ITGI (2007) και το νότιο παρακλάδι τού αγωγού φυσικού αερίου -αυτή την φορά από Ρωσία- South Stream (2008) [13]. Ως γνωστόν, ουδείς εξ αυτών των αγωγών κατασκευάστηκε, με τον μεν ITGI να έχει ακυρωθεί, όπως ήδη ελέχθη (βλ. υποσημείωση 11), τους δε άλλους δύο να έχουν «παγώσει». Στον Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη και τον South Stream θα επανέλθουμε παρακάτω, στο δεύτερο μέρος αυτής της ανάλυσης.

Γενικότερα, πρέπει να καταλάβουμε ότι από τις δεκάδες σχέδια αγωγών ή λοιπών εξαγωγικών μέσων (π.χ. σταθμοί LNG) που έχουν δει το φως τής δημοσιότητας τα τελευταία χρόνια, δεν μπορούν να επιβιώσουν όλα, παρά μόνο τα πιο ανταγωνιστικά: Αυτά προϋποθέτουν τεχνική εφικτότητα, αδιάλειπτη τροφοδοσία σε ικανές ποσότητες, ύπαρξη μιας αγοράς ικανής να τα απορροφήσει σε καλή τιμή και, βεβαίως, επαρκή χρηματοδότηση είτε με ίδια κεφάλαια από τις εταιρείες (full equity) είτε με τραπεζικό δανεισμό (project finance) είτε, τέλος, με συνδυασμό των δύο. Αν δεν υπάρχουν και τα τέσσερα στοιχεία μαζί, τα πρότζεκτ κινδυνεύουν σοβαρά να μη δουν ποτέ το φως τής ημέρας. Με άλλα λόγια, μεγαλεπήβολες διεθνείς οδεύσεις οι οποίες δεν ευθυγραμμίζονται με τις αρχές τής αγοράς, είτε δεν θα κατασκευαστούν ποτέ, είτε, σε περίπτωση που όντως κατασκευαστούν, θα συνεπάγονται μετακύλιση του κόστους τους στους τελικούς καταναλωτές. Ήδη προ εξαετίας (2008) ο Παναγιώτης Γεννηματάς, ίσως ο πλέον σοβαρός αναλυτής των ενεργειακών θεμάτων στην Ελλάδα, είχε σοφά προειδοποιήσει για τον κίνδυνο διολίσθησης της ενεργειακής μας διπλωματίας σε «ενεργειακή πολυπραγμοσύνη» (energy busybodyism) [14], ικανή μεν -ενδεχομένως- να δημιουργήσει επικοινωνιακές εντυπώσεις στο εσωτερικό τής χώρας, αλλά μάλλον αλυσιτελούς προκειμένου να εξυπηρετήσει τα εθνικά συμφέροντα μακροπρόθεσμα [15].