Πώς να διασωθεί η σχέση ΗΠΑ-Τουρκίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς να διασωθεί η σχέση ΗΠΑ-Τουρκίας

Για χάρη της Συμμαχίας, ο Ερντογάν πρέπει να αναδιπλωθεί

Στο Κογκρέσο των ΗΠΑ, μια αυξανόμενη πολυάριθμη σειρά παραπόνων εναντίον της Τουρκίας αύξησε τις εκκλήσεις για κατασταλτικές ενέργειες. Ορισμένα μέλη του Κογκρέσου έχουν εισαγάγει μέτρα που στοχεύουν στην τουρκική οικονομία, την μεγαλύτερη εσωτερική ευπάθεια του Ερντογάν. Αλλά έχουν επίσης ασκήσει στρατηγική υπομονή, αναβάλλοντας τις διπλωματικές λύσεις και παίζοντας τον “κακό αστυνομικό” παράλληλα με την προσέγγιση της διοίκησης του Trump. Για παράδειγμα, οι γερουσιαστές Jeanne Shaheen και ο James Paul Lankford συνυπέγραψαν την απαγόρευση βίζας σε Τούρκους αξιωματούχους υπεύθυνους για την παράνομη κράτηση πολιτών των ΗΠΑ. Τον Μάρτιο, οι γερουσιαστές παραιτήθηκαν από τις κυρώσεις όταν η κυβέρνηση ζήτησε να δοθεί χρόνος για τη νέα διπλωματική προσπάθεια του Tillerson. Στις 29 Ιουνίου, οι γερουσιαστές Shaheen και Lindsey Graham επισκέφθηκαν την Τουρκία και δήλωσαν απευθείας στον Ερντογάν τις ανησυχίες τους και τις συνέπειες για την αποτυχία στην αντιμετώπισή τους. Δύο εβδομάδες αργότερα, όταν ο Brunson παρέμεινε φυλακισμένος μετά από μια προγραμματισμένη ακρόαση στο δικαστήριο, μια διακομματική ομάδα γερουσιαστών εισήγαγε ένα νομοσχέδιο [5] που θα περιόριζε δάνεια από διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα προς την Τουρκία μέχρι [η Τουρκία] να απελευθερώσει τους πολίτες των ΗΠΑ. Επιπλέον, οι ανησυχίες σχετικά με την αγορά S-400 οδήγησαν στη συμπερίληψη πρόβλεψης [6] στο νομοσχέδιο για την Εθνική Εξουσιοδότηση για την Άμυνα (National Defense Authorization bill) που δημιουργεί έναν τρόπο ώστε η διοίκηση να βγάλει την Τουρκία από την κοινοπραξία των F-35 και ενδεχομένως να εμποδίσει τη μεταφορά του αεροσκάφους .

Όταν η τουρκική κυβέρνηση έβαλε τον Brunson σε κατ’ οίκον περιορισμό στις 25 Ιουλίου, η Ουάσιγκτον εξέλαβε την χειρονομία ως κάτι “πολύ λίγο, πολύ αργά”. Την επόμενη μέρα, η Επιτροπή Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας ψήφισε το νομοσχέδιο για τους περιορισμούς δανείων, ενώ οι Trump και Pence δημοσίευσαν tweets ζητώντας κυρώσεις. Πρόσθετα σημεία ανάφλεξης διαφαίνονται. Η εφαρμογή του οδικού χάρτη για το Manbij βρίσκεται ακόμα στην φάση του “μήνα του μέλιτος”, και οι προκλήσεις για διαπραγματεύσεις σχετικά με την διοίκηση και τις ρυθμίσεις ασφαλείας βρίσκονται ακόμα μπροστά. Αν η Τουρκία αγοράσει τους S-400, θα μπορούσε να υποστεί κυρώσεις σύμφωνα με τον Νόμο Αντιμετώπισης των Αντιπάλων της Αμερικής μέσω Κυρώσεων (Countering America's Adversaries Through Sanctions Act, CAATSA), ο οποίος απαγορεύει τις συναλλαγές με τους ρωσικούς οργανισμούς άμυνας και την πιθανή απομάκρυνση από το πρόγραμμα F-35. Εκκρεμείς δράσεις του Υπουργείου Οικονομικών θα μπορούσαν να βλάψουν περαιτέρω την τουρκική οικονομία. Για παράδειγμα, το Υπουργείο Οικονομικών μπορεί να αποφασίσει να επιβάλει πρόστιμο στην κρατική Halkbank για απάτη και συνωμοσία για να παραβιάσει τις κυρώσεις της εποχής Ομπάμα κατά του Ιράν, και να επιβάλει νέες κυρώσεις σε χώρες που δεν τερματίζουν όλες τις εισαγωγές ιρανικού πετρελαίου (κάτι που είναι δύσκολο για την Τουρκία, δεδομένης της έλλειψης εναλλακτικών προμηθευτών).

ΤΟ ΑΔΥΝΑΜΟ ΧΑΡΤΙ ΤΟΥ ΕΡΝΤΟΓΑΝ

Πού οδεύουν από εδώ και στο εξής οι διμερείς σχέσεις; Εάν η Ουάσινγκτον δεν καταλήξει σε συμφωνία με την Άγκυρα για τους πολιτικούς κρατουμένους, θα αισθανθεί αναγκασμένη να αναλάβει μια πιο σκληρή στάση. Ταυτόχρονα, η στρατηγική γεωγραφία της Τουρκίας, η συμμετοχή της στο ΝΑΤΟ και η κεντρική θέση της σε διάφορους περιφερειακούς στόχους των ΗΠΑ καθιστούν την σχέση άξια να διατηρηθεί. Καθώς η Ρωσία και άλλοι ανταγωνιστές των ΗΠΑ επωφελούνται από το ρήγμα με την Τουρκία, τελικά δεν είναι προς το συμφέρον των Ηνωμένων Πολιτειών να απομακρυνθούν από τον προκλητικό σύμμαχό τους. Οποιαδήποτε πολιτική απάντηση στις σημερινές διπλωματικές κρίσεις πρέπει να φροντίσει να δώσει προτεραιότητα στη μακροπρόθεσμη δυναμική της σχέσης.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να αντιγράψουν μια σελίδα από το σενάριο της Γερμανίας. Η Γερμανία γνώρισε μια παρόμοια έντονη σχέση με την Τουρκία τα τελευταία χρόνια. Ο Ερντογάν κατηγόρησε τις γερμανικές Αρχές για «ναζιστικές πρακτικές» αφότου εμπόδισαν Τούρκους υπουργούς να διεξάγουν συγκεντρώσεις με στόχο τους ψηφοφόρους της διασποράς κατά την διάρκεια της εκστρατείας του δημοψηφίσματος. Η τουρκική κυβέρνηση αρνήθηκε να επιτρέψει σε αντιπροσωπεία της Βundestag να επισκεφθεί [γερμανικά] στρατεύματα σε μια Τουρκική αεροπορική βάση. Επίσης, συνέλαβε πολλούς Γερμανούς πολίτες με αβάσιμες κατηγορίες. Το Βερολίνο ανταποκρίθηκε εφαρμόζοντας πολιτικές με οικονομικό κόστος, διατηρώντας παράλληλα τις γραμμές επικοινωνίας με την Άγκυρα, μια στρατηγική που έχει αποδειχθεί επιτυχής μέχρι στιγμής. Επικαιροποίησε τις ταξιδιωτικές οδηγίες για να προειδοποιήσει τους Γερμανούς υπηκόους για τον κίνδυνο αυθαίρετης κράτησής τους και την περιορισμένη ικανότητά του να βοηθήσει˙ ανακοίνωσε την αναθεώρηση των γερμανικών κρατικών εγγυήσεων για την χρηματοδότηση των εξαγωγών προς την Τουρκία και δήλωσε ότι δεν μπορεί πλέον να εγγυηθεί τις γερμανικές εταιρικές εξαγωγές˙ και απέσυρε την υποστήριξή της για την βραχυπρόθεσμη αναβάθμιση της τελωνειακής ένωσης ΕΕ-Τουρκίας. Μετά την απελευθέρωση των Γερμανών πολιτικών κρατουμένων από την Τουρκία νωρίτερα φέτος (συμπεριλαμβανομένου του δημοσιογράφου Deniz Yucel) και την πρόσφατη απόφασή της να άρει την κατάσταση έκτακτης ανάγκης, το Βερολίνο ανακοίνωσε ότι χαλαρώνει τις ταξιδιωτικές οδηγίες και αίρει τις κυρώσεις.

Η Ρωσία [7] έχει επίσης επιτύχει αποτελέσματα στην σχέση της με την Τουρκία χρησιμοποιώντας οικονομικά μέτρα. Αφότου ο Τουρκικός στρατός κατέρριψε ένα ρωσικό μαχητικό αεροσκάφος που παραβίασε τον [τουρκικό] εναέριο χώρο τον Νοέμβριο του 2015, η Μόσχα επέβαλλε κυρώσεις και ταξιδιωτικούς περιορισμούς που τελικά οδήγησαν σε μια απολογία από τον Ερντογάν το επόμενο καλοκαίρι.