Η μετα-αμερικανική παγκόσμια οικονομία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η μετα-αμερικανική παγκόσμια οικονομία

Η παγκοσμιοποίηση στην εποχή του Trump

Η υποχώρηση της Ουάσινγκτον δεν θα στείλει αμέσως τον κόσμο σε ύφεση. Εκτός κι αν η διοίκηση Trump αποφασίσει να πραγματοποιήσει έναν πραγματικό εμπορικό πόλεμο με την Κίνα ή το Μεξικό, μπορεί να μην προκαλέσει καμία προφανή ζημιά στα επόμενα ένα-δυο έτη. Αυτό οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι ακόμη και οι μεγάλες οικονομικές πολιτικές χρειάζονται χρόνο για να επηρεάσουν τις οικονομίες στο σύνολό τους. Είναι επίσης επειδή η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται στη μέση μιας εξαιρετικά ευρείας και ισορροπημένης ανάκαμψης. Αυτό το εύρος καθιστά την τρέχουσα επέκταση την πιο ανθεκτική από οποιαδήποτε άλλη τουλάχιστον από την δεκαετία του ’80. Όλες οι «μηχανές» της παγκόσμιας οικονομίας λειτουργούν καλά, κυρίως χωρίς υπερβολική εξάρτηση από το χρέος είτε στον ιδιωτικό είτε στον δημόσιο τομέα.

Άλλες χώρες ως επί το πλείστον υιοθετούν επίσης μια στάση περιμένω-και-βλέπω έναντι των απειλών του Trump προς το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα. Η Στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας (National Security Strategy) της διοίκησης, η οποία δημοσιοποιήθηκε τον Δεκέμβριο, αμφισβητεί σχεδόν όλες τις θεμελιώδεις πτυχές του παγκόσμιου ρόλου των Ηνωμένων Πολιτειών και των αξιών που έχει διακηρύξει η χώρα τα τελευταία 70 χρόνια. Καταρρίπτει το τείχος μεταξύ των οικονομικών και της εθνικής ασφάλειας και δεσμεύει ρητά την αμερικανική κυβέρνηση στον διμερή εκφοβισμό, αντί να επιβάλλει τους -και να υπακούει στους- κανόνες. Προχωρώντας σε αυτό που αποκαλεί «ρεαλισμό με αρχές», η στρατηγική υπόσχεται να «παγιώσει όλα τα στοιχεία της εθνικής ισχύος της Αμερικής -πολιτική, οικονομική και στρατιωτική». Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα «επιδιώξουν διμερείς εμπορικές συμφωνίες» παρά ευρείες συμφωνίες, μια συνταγή οικονομικής επιβολής παρά συνεργασίας.

Κάποιος σκεπτικισμός σχετικά με την πορεία της διοίκησης Τραμπ είναι δικαιολογημένος, καθώς οι προηγούμενες διοικήσεις σπάνια ακολουθούσαν με συνέπεια οποιαδήποτε διακηρυγμένη στρατηγική. Επιπλέον, ακόμη και αν το έγγραφο αντικατοπτρίζει όντως τις προθέσεις του Trump, πολλοί παράγοντες -οι μεσοπρόθεσμες εκλογές αργότερα φέτος, απροσδόκητες εξελίξεις από τις συνεχιζόμενες έρευνες σχετικά με τον πιθανό συντονισμό μεταξύ της προεκλογικής εκστρατείας του Trump και της ρωσικής κυβέρνησης, την αντίδραση από το Κογκρέσο, ακόμη και την λογική πειθώ από τους οικονομικούς συμβούλους του προέδρου και τους παγκόσμιους ηγέτες- θα μπορούσε να σταματήσει την διοίκηση από το να ακολουθήσει αυτό το λανθασμένο μονοπάτι.

Εάν όμως η στρατηγική αυτή καθοδηγήσει όντως την πολιτική των ΗΠΑ, τότε θα προκαλέσει σοβαρή βλάβη. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα περιορίσουν την πρόσβαση στην αγορά τους με ποικίλους αυθαίρετους τρόπους, με το να παρεμποδίζουν τις ξένες επενδύσεις, να αποσύρονται από εμπορικές συμφωνίες, να επιβάλλουν περιορισμούς τύπου «αγοράστε αμερικανικά» στις κυβερνητικές αγορές, και πολιτικοποιώντας την οικονομική εποπτεία και την πρόσβαση στα διεθνή συστήματα πληρωμών. Αναπόφευκτα, δεδομένης της μεγαλύτερης πολιτικής διακριτικότητας στην οικονομία, ορισμένοι πολιτικοί των ΗΠΑ θα απαιτήσουν πληρωμές, ίσως μάλιστα και δωροδοκίες, από εταιρείες για να προχωρήσουν σε συνήθεις εμπορικές συναλλαγές. Όλα, εκτός από το τελευταίο, ήδη συμβαίνουν σε κάποιο περιορισμένο βαθμό, αλλά οι διαδοχικές διοικήσεις των ΗΠΑ από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο πίεσαν ενάντια σε αυτές τις τάσεις στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Η αντιστροφή αυτής της προσέγγισης θα έπληττε την οικονομική παραγωγικότητα των Ηνωμένων Πολιτειών και την αγοραστική δύναμη των πολιτών τους. Εξίσου σημαντικό [είναι ότι] δεν θα σταματούσε εκεί. Η υιοθέτηση τέτοιων πολιτικών θα ενθάρρυνε τους αυταρχικούς να ακολουθήσουν το παράδειγμα, και ακόμη και τους δημοκρατικούς συμμάχους για να ανταποδώσουν τα ίσα.

Τέλος, η έκταση της ζημίας θα εξαρτηθεί από το πόσο πρόθυμες και ικανές είναι οι υπόλοιπες κυβερνήσεις να υποστηρίξουν τις αξίες και τις δομές του σημερινού συστήματος: Κυρίως η Κίνα και η ΕΕ, αλλά και άλλες μεγάλες οικονομίες που έχουν υποστηρίξει εδώ και καιρό την βάσει κανόνων τάξη, όπως η Αυστραλία, ο Καναδάς, η Ιαπωνία και το Μεξικό. Κατά πάσα πιθανότητα, δεν θα υπάρξει άμεση καταστροφή, διότι το σύστημα προσφέρει οφέλη σε μέλη που συμμορφώνονται οικειοθελώς με τους κανόνες του. Ακόμα και χωρίς τις Ηνωμένες Πολιτείες, σχεδόν όλα τα άλλα μέλη της τάξης εξακολουθούν να προσυπογράφουν δημοσίως τις δεδηλωμένες αξίες της: Ανοιχτές αγορές, ίση μεταχείριση όλων των μελών για οικονομικούς σκοπούς, και ειρηνική διευθέτηση των διαφορών.

Κάποια από την μετατόπιση μακριά από την οικονομική ηγεσία των ΗΠΑ προηγείται της διοίκησης του Trump. Μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, αναδύθηκε μια γενικευμένη περιφρόνηση για τις υπερβολές του υπερτροφοδοτούμενου αγγλο-αμερικανικού χρηματοδοτούμενου καπιταλισμού, ιδιαίτερα των απεριόριστων κερδοσκοπικών ροών και της ανεξέλεγκτης συσσώρευσης του ιδιωτικού πλούτου. Σε πολλές χώρες, η αντίδραση αυτή έχει οδηγήσει σε μεγαλύτερη ανοχή για τις κρατικές επιχειρήσεις (ενισχυμένη από το παράδειγμα της κινεζικής καθοδηγούμενης από το κράτος ανάπτυξης), στην προστασία ειδικών συμφερόντων από τον εμπορικό ανταγωνισμό και στην προβολή εταιρειών που εδρεύουν στην πατρίδα τους ως εθνικούς πρωταθλητές. Όλα αυτά μπορούν να έχουν θετικές επιπτώσεις στη μετριοπάθεια, αλλά η σημερινή τάση είναι πιθανό να πάει πολύ μακριά χωρίς την συγκράτηση που έρχεται όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες επιβάλλουν τους κανόνες. Ακόμη και υπό την διοίκηση του Ομπάμα, οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν αργές στο να θέτουν στην διεθνή ατζέντα νέα θέματα, όπως η χειραφέτηση των γυναικών, η επανεγκατάσταση των προσφύγων, η ιδιωτικότητα στο Διαδίκτυο και οι περιβαλλοντικές ανησυχίες. Ωστόσο, ο καλύτερος τρόπος αντιμετώπισης αυτών των ζητημάτων θα ήταν να συζητιούνται οι ανησυχίες των άλλων χωρών για τα σφάλματα των Ηνωμένων Πολιτειών στο G-20. Το να εγκαταλείψουν οι άλλες χώρες την αμερικανική ηγεσία, πόσω μάλλον οι ίδιες τις Ηνωμένες Πολιτείες να εγκαταλείψουν το σύστημα, μόνο θα επιδεινώσει αυτά τα προβλήματα.