30 έτη από την διάλυση της ΕΣΣΔ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

30 έτη από την διάλυση της ΕΣΣΔ

Σε ποια κατάσταση βρίσκονται σήμερα οι πρώην σοβιετικές χώρες

Ακολούθησε μια δύσκολη πρώτη δεκαετία «μετάβασης» στην -σχετικά- ελεύθερη αγορά, έως το 2000 περίπου, με ανείπωτη ένδεια παντού, ώσπου τελικά τα πράγματα σταθεροποιήθηκαν κάπως, αλλά και πάλι οι δυσλειτουργίες είναι προφανείς: ο βασικός λόγος πίσω από τις στρεβλώσεις είναι ασφαλώς το γεγονός ότι δεν υφίσταται διαχωρισμός της πολιτικής από την οικονομική σφαίρα δραστηριότητας. Αυτό είναι ένα μείζον χαρακτηριστικό ολόκληρου του μετασοβιετικού κόσμου, απολύτως αναγκαίο για την κατανόησή του. Σε ένα σύστημα πατρωνίας γνωστό ως «καπιταλισμός της παρέας» (crony capitalism), οι οικογένειες και οι έμπιστοι των Προέδρων απολαμβάνουν καθεστώς ασυλίας και νέμονται τους σημαντικούς τομείς οικονομικής δραστηριότητας. Μόνο τέτοια πρόσωπα είναι επικεφαλής των στρατηγικής σημασίας κλάδων, λ.χ. ενέργεια, εργοληπτικές εταιρείες δημοσίων έργων, τραπεζική και ό,τι αξιόλογο έχει απομείνει από την βαριά βιομηχανία, π.χ. σωληνουργία για αγωγούς, ήτοι ο «επάνω όροφος» (upstairs) της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Εκεί κυριαρχούν τα μονοπώλια ή, έστω, ολιγοπώλια και άρα είναι αδύνατο να υπάρξει υγιής ανταγωνισμός. Ο κρατικός πατερναλισμός είναι έκδηλος, λ.χ. ακόμη και οι μεγάλες ιδιωτικές επενδύσεις γίνονται σύμφωνα με τα κελεύσματα του Προέδρου. Αντίθετα, στον επονομαζόμενο «κάτω όροφο» (downstairs) της επιχειρηματικής δραστηριότητας, όπως η εστίαση, οι μικρές κατασκευαστικές και το λιανεμπόριο, υπάρχουν ακόμη πάρα πολλές μικρομεσαίες επιχειρήσεις και λειτουργεί ένας σχετικός, έστω, ανταγωνισμός [12]. Ορισμένοι αναλυτές, μάλιστα, θεωρούν ότι σε κάποιες μετασοβιετικές Δημοκρατίες, π.χ. το Τουρκμενιστάν και το Τατζικιστάν, έχουμε προχωρήσει ένα βήμα παραπέρα και από τον «καπιταλισμό της παρέας», στον επονομαζόμενο «αρπακτικό καπιταλισμό» (predatory capitalism): σε αυτόν, δεν ασκείται η παραμικρή αναδιανεμητική πολιτική, δηλαδή είναι πλήρης η αδιαφορία της ηγεσίας για το βιοτικό επίπεδο του λαού [13]. Φυσικά, ένα μεγάλο μέρος των «λαφύρων» επενδύεται στο εξωτερικό: ενδεικτικά αναφέρουμε ότι η Γκουλνάρα Καρίμοβα, κόρη του ιστορικού ηγέτη του Ουζμπεκιστάν (από το 1989 μέχρι το θάνατό του το 2016), Ισλάμ Καρίμοφ, αγόρασε το 2009 στην ακριβότερη περιοχή κατοικιών ολόκληρης της Ελβετίας, το Κολονί της Γενεύης, έπαυλη αξίας, τότε, 25 εκ. δολαρίων [14]. Δεκάδες τέτοιες περιπτώσεις έχουν αποκαλυφθεί και γνωστοποιηθεί ευρέως, λ.χ. στο Διαδίκτυο, από ερευνητές δημοσιογράφους,

Προς το τέλος της εποχής Χρουτσιώφ, η ΕΣΣΔ είχε φτάσει να παράγει το 10,5% του παγκόσμιου ΑΕΠ, ένα ποσοστό το οποίο, καίτοι μικρότερο από την έκτασή της (15% επί της παγκόσμιας επιφάνειας), ήταν αναμφισβήτητα σημαντικό. Σήμερα, το ΑΕΠ όλου του μετασοβιετικού χώρου μαζί και με τις 3 Βαλτικές Δημοκρατίες είναι μικρότερο από 3% του παγκόσμιου. Το μέσο βιοτικό επίπεδο παραμένει χαμηλότερο, τηρουμένων των διεθνών αναλογιών, εκείνου της δεκαετίας του 1980 ή, έστω, των αρχών της. «Ο λαός μας απολαμβάνει ακόμη ένα πολύ ταπεινό επίπεδο ζωής», όπως εξομολογήθηκε μπροστά στην κάμερα το 2016 ο ίδιος ο Βλαντιμίρ Πούτιν στον Αμερικανό σκηνοθέτη Όλιβερ Στόουν [15]. Όποιος Δυτικός ταξιδέψει εκτενώς στις 12 Δημοκρατίες, θα εκπλαγεί αρνητικά από το μέγεθος και την ποιότητα των περισσότερων κατοικιών, απομεινάρια της σοβιετικής εποχής. Ορισμένοι, βεβαίως, απέκτησαν μετά το 1991 σημαντικό πλούτο, ειδικά, δε, η άρχουσα ελίτ, η οποία εξασφάλισε άδεια άσκησης προσοδοφόρων δραστηριοτήτων, καθώς και κρατικοί αξιωματούχοι που απλά επιδόθηκαν σε διαφθορά. Αυτοί οι λίγοι ζουν σε υπερπολυτελή διαμερίσματα ή επαύλεις. Έχει, επομένως, δημιουργηθεί μια προκλητική, ως προς τον τρόπο ζωής, ολιγαρχία νεόπλουτων, σε αντιδιαστολή με τον μέσο πολίτη, ο οποίος σχεδόν πένεται. Όπως φαίνεται στον κατωτέρω Πίνακα, η διάμεση/median αξία των «καθαρών» περιουσιακών στοιχείων (net worth) στην πρώην ΕΣΣΔ παραμένει, με βάση στοιχεία του 2020, πάρα πολύ χαμηλή: κυμαίνεται μεταξύ κάτι λιγότερο από 2.000 δολάρια ΗΠΑ (USD) για κάθε ενήλικο στο πάμπτωχο Τατζικιστάν έως περίπου 12.000 USD στο Καζακστάν και την Λευκορωσία, ενώ λ.χ. στην χώρα μας είναι 57.600 USD. Επιπλέον, υπάρχει σημαντικό χάσμα ανάμεσα σε αυτή και την μέση/mean αξία περιουσίας, γεγονός που καταδεικνύει μεγάλη ανισότητα. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι ο δείκτης Gini, που μετράει την ανισότητα, στην Ρωσία φτάνει -πάντα ως προς τη net worth, όχι ως προς το ακαθάριστο εισόδημα- το 88% (Ελλάδα: 65%, ακόμη και μετά τη «μνημονιακή» δεκαετία 2010-2019, που διεύρυνε τις κοινωνικές ανισότητες). Οι εν λόγω ανισότητες είναι ακόμη πιο οξείες στα «κράτη-εισοδηματίες», για τα οποία βλ. το δεύτερο μέρος της ανάλυσης. Επίσης, είναι συγκλονιστική η αναπτυξιακή διαφορά των μεγάλων πόλεων, ιδίως δε της εκάστοτε πρωτεύουσας, και της υπαίθρου: πολλοί κάτοικοι στην τελευταία ζουν σε συνθήκες που παραπέμπουν στο 19ο αιώνα.

22122021-2.jpg