Για να προστατέψετε την Ευρώπη, αφήστε την Ουκρανία να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ —αμέσως | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Για να προστατέψετε την Ευρώπη, αφήστε την Ουκρανία να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ —αμέσως

Καμία χώρα δεν είναι καλύτερη στο να σταματήσει την Ρωσία

Η Ουκρανία δεν ήθελε πάντα να είναι μέλος του ΝΑΤΟ. Όταν η χώρα απέκτησε την ανεξαρτησία της το 1991, απέφευγε ενεργά τις στρατιωτικές συμμαχίες. Το σύνταγμα του κράτους διακήρυξε επίσημα ότι θα ήταν ουδέτερο και η ουκρανική κυβέρνηση τότε δεν είχε ως στόχο την δημιουργία ενός μεγάλου μόνιμου στρατού. Η ουκρανική κυβέρνηση διέλυσε ακόμη και το πυρηνικό της οπλοστάσιο, που κληρονόμησε από την Σοβιετική Ένωση. Σε αντάλλαγμα, το Κίεβο υπέγραψε μια μονοσέλιδη συμφωνία με το Λονδίνο, τη Μόσχα, και την Ουάσινγκτον, στην οποία όλοι οι υπογράφοντες υποσχέθηκαν να σεβαστούν την κυριαρχία της Ουκρανίας.

Γρήγορα κατέστη σαφές ότι η υπόσχεση της Μόσχας δεν είχε νόημα. Η Ρωσία άρχισε να διεξάγει μυστικές και υβριδικές επιχειρήσεις στην Ουκρανία τα χρόνια που ακολούθησαν την αλλαγή της χιλιετίας. Κλιμάκωσε τις δραστηριότητές της, οι οποίες περιλάμβαναν δωροδοκίες και διασπορά παραπληροφόρησης, κατά την διάρκεια της δεκαετίας του '80. Ως αποτέλεσμα, η χώρα προσέγγισε το ΝΑΤΟ το 2008 και ζήτησε να ενταχθεί. Στην Διακήρυξη του Βουκουρεστίου του 2008, η συμμαχία έδωσε ένα προσωρινό «ναι». Αλλά η πορεία που προσέφερε ήταν σκόπιμα ασαφής. Δεν υπήρχε χρονοδιάγραμμα ή προθεσμία για την ουκρανική ένταξη, παρά μόνο η υπόσχεση ότι θα συμβεί κάποια μέρα.

Αυτός ο δισταγμός προήλθε από τον Πούτιν, ο οποίος συμμετείχε στην διάσκεψη του Βουκουρεστίου και πίεσε το ΝΑΤΟ να απορρίψει την υποψηφιότητα του Κιέβου. Ήταν μια εποχή που η Δύση και η Ρωσία σφυρηλατούσαν βαθιές οικονομικές σχέσεις και η πρώτη προσπαθούσε να προσεταιριστεί την δεύτερη. Με την ενσωμάτωση με την Ρωσία, πολλά ευρωπαϊκά κράτη πίστευαν ότι -εκτός από την ανάπτυξη των δικών τους οικονομιών- θα μπορούσαν να μετριάσουν την χειρότερη συμπεριφορά της Μόσχας. Ακόμη και το 2010, το ΝΑΤΟ κατηγοριοποίησε την Ρωσία ως στενό εταίρο και ήλπιζε ότι θα μπορούσε να συνεργαστεί με το Κρεμλίνο. Οι ελπίδες αυτές συνεχίστηκαν ακόμη και μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Μόσχα το 2014 και την έναρξη ενός πολέμου στην ανατολική Ουκρανία. Το ίδιο [συνεχίστηκε] και η μακρά αναμονή της Ουκρανίας. Οι ενέργειες της Ρωσίας κατέστησαν προφανές ότι η ουκρανική ουδετερότητα δεν θα διατηρούσε την ειρήνη στην Ευρώπη -η Ουκρανία ήταν ανένταχτη την στιγμή που η Μόσχα επιτέθηκε- αλλά η προσάρτηση εξακολουθούσε να κάνει την Ουάσινγκτον και τις δυτικοευρωπαϊκές χώρες μόνο λιγότερο πιθανό να δεχθούν το Κίεβο. Τώρα, φοβούνταν, η αποδοχή της Ουκρανίας όχι μόνο θα αναστάτωνε τη Μόσχα, αλλά θα ενέπλεκε και το ΝΑΤΟ σε μια σύγκρουση.

Οι υπολογισμοί της Δύσης άλλαξαν, ωστόσο, από την στιγμή που οι ρωσικές δυνάμεις άρχισαν να προελαύνουν προς το Κίεβο τον Φεβρουάριο του 2022. Η πλήρους κλίμακας εισβολή του Κρεμλίνου κατέστησε απολύτως σαφές ότι η Ρωσία δεν ήταν μια δύναμη του status quo με την οποία η Ευρώπη μπορούσε να συναλλάσσεται, και ότι οι οικονομικές σχέσεις δεν θα σταματούσαν τη Μόσχα από το να παραβιάζει το διεθνές δίκαιο. Το ΝΑΤΟ, που κάποτε δίσταζε να δώσει στην Ουκρανία όπλα που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει για αυτοάμυνα, άρχισε να της προσφέρει εξελιγμένα επιθετικά συστήματα. Σήμερα, τα κράτη του ΝΑΤΟ έχουν εξοπλίσει το Κίεβο με άρματα μάχης πρώτης γραμμής, ρουκέτες μικρού βεληνεκούς, και πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς. Η Ουκρανία φαίνεται μάλιστα έτοιμη να παραλάβει μαχητικά αεροσκάφη Δυτικής κατασκευής.

Σε αντάλλαγμα, η Ουκρανία απέδειξε ότι ο στρατός της δεν είναι περίπτωση για φιλανθρωπία. Κατά την διαδικασία εκδίωξης των ρωσικών δυνάμεων, δημιούργησε εκατοντάδες χιλιάδες άρτια εκπαιδευμένους στρατιώτες. Ο στρατός έχει επίσης δώσει στους διοικητές και τα πολιτικά στελέχη του βαθιά γνώση του πώς να νικήσουν τις ρωσικές δυνάμεις. Η χώρα διαθέτει μια τεράστια βιομηχανική βάση που, παρά τις προσπάθειες της Μόσχας, παραμένει άθικτη. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι, δεδομένης της εμπειρίας τους και των δυνατοτήτων τους στον χερσαίο πόλεμο, οι ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις θα μπορούσαν να είναι οι καλύτερες σε όλη την Ευρώπη.

Για το ΝΑΤΟ, λοιπόν, η Ουκρανία θα πρέπει να είναι ένα εξαιρετικά ελκυστικό μέλος για μια σειρά από λόγους -ιδιαίτερα δεδομένου ότι η αρχιτεκτονική ασφαλείας του οργανισμού έχει τόσα πολλά αναγνωρισμένα και μη αναγνωρισμένα ελαττώματα. Σκεφτείτε, για παράδειγμα, την αμυντική της βιομηχανία. Παρά τα χρόνια αυξανόμενης ρωσικής επιθετικότητας, τα ευρωπαϊκά κράτη επέτρεψαν στις στρατιωτικές προμήθειες και τους κατασκευαστές τους να ατροφήσουν μετά τον Ψυχρό Πόλεμο. Ως αποτέλεσμα, όταν ξέσπασε ο πόλεμος στην Ουκρανία, τα περισσότερα από αυτά ανακάλυψαν ότι τα αποθέματα όπλων και πυρομαχικών τους είχαν πέσει σε επικίνδυνα χαμηλά επίπεδα. Ορισμένα κράτη, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας και του Ηνωμένου Βασιλείου, δήλωσαν ότι διαθέτουν προμήθειες μόνο για λίγες ημέρες. Οι στρατιωτικοί εργολάβοι τους είναι επίσης απρόθυμοι να προσλάβουν προσωπικό και έτσι δυσκολεύονται να αυξήσουν την παραγωγή. Ως αποτέλεσμα, τα κράτη αυτά ίσως να χρειαστούν Ουκρανούς κατασκευαστές για να βοηθήσουν στην αναπλήρωση των αποθεμάτων τους.