Η τελευταία στάση του Πούτιν | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η τελευταία στάση του Πούτιν

Η υπόσχεση και ο κίνδυνος της ρωσικής ήττας*

Όπως και να συμβεί, μια ρωσική ήττα θα ήταν φυσικά ευπρόσδεκτη. Θα απελευθέρωνε την Ουκρανία από τον τρόμο που έχει υποστεί από την εισβολή. Θα ενίσχυε την αρχή ότι μια επίθεση σε άλλη χώρα δεν μπορεί να μείνει ατιμώρητη. Θα μπορούσε να ανοίξει νέες ευκαιρίες για την Λευκορωσία, την Γεωργία, και τη Μολδαβία, και για την Δύση να ολοκληρώσει την τάξη στην Ευρώπη σύμφωνα με την εικόνα της. Για την Λευκορωσία, θα μπορούσε να αναδυθεί ένας δρόμος προς το τέλος της δικτατορίας και προς ελεύθερες και δίκαιες εκλογές. Η Γεωργία, η Μολδαβία, και η Ουκρανία θα μπορούσαν να αγωνιστούν μαζί για την τελική ενσωμάτωση στην Ευρωπαϊκή Ένωση και πιθανώς στο ΝΑΤΟ, σύμφωνα με το μοντέλο των κυβερνήσεων της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης.

Αν και η ήττα της Ρωσίας θα είχε πολλά οφέλη, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη θα πρέπει να προετοιμαστούν για την περιφερειακή και παγκόσμια αναταραχή που θα προκαλούσε. Από το 2008, η Ρωσία είναι μια ρεβιζιονιστική δύναμη. Έχει επανασχεδιάσει τα σύνορα, έχει προσαρτήσει εδάφη, έχει αναμειχθεί σε εκλογές, έχει μπει σε διάφορες αφρικανικές συγκρούσεις, και έχει αλλάξει την γεωπολιτική δυναμική της Μέσης Ανατολής υποστηρίζοντας τον πρόεδρο της Συρίας, Μπασάρ αλ Άσαντ. Εάν η Ρωσία επιδιώξει ριζική κλιμάκωση ή διάσπαση μέσα στο χάος αντί να αποδεχτεί την ήττα μέσω διαπραγματεύσεων, οι επιπτώσεις θα ήταν αισθητές στην Ασία, την Ευρώπη, και τη Μέση Ανατολή. Η αναταραχή θα μπορούσε να λάβει τη μορφή αυτονόμησης και ανανεωμένων συγκρούσεων μέσα και γύρω από την Ρωσία, τη μεγαλύτερη χώρα στον κόσμο από πλευράς εδαφών. Η μετατροπή της Ρωσίας σε ένα αποτυχημένο κράτος διχασμένο από εμφύλιο πόλεμο θα αναζωογονούσε ερωτήματα τα οποία έπρεπε να αντιμετωπίσουν οι Δυτικοί πολιτικοί το 1991: για παράδειγμα, ποιος θα αποκτούσε τον έλεγχο των πυρηνικών όπλων της Ρωσίας; Μια άτακτη ρωσική ήττα θα άφηνε μια επικίνδυνη τρύπα στο διεθνές σύστημα.

ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΣΕ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΣΩ

Το να προσπαθήσουμε να πείσουμε ένα ηττώμενο Πούτιν μέσω διαπραγματεύσεων θα ήταν δύσκολο, ίσως αδύνατο. (Θα ήταν πολύ πιο πιθανό με έναν διάδοχό του). Ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Volodymyr Zelensky, θα απαιτούσε από τη Μόσχα να εγκαταλείψει την διεκδίκησή της στα κατ’ όνομα ελεγχόμενα από την Ρωσία εδάφη στη Ντόνετσκ, στην Χερσώνα, στην Luhansk, και στην Zaporizhzhia. Ο Πούτιν έχει ήδη γιορτάσει την προσάρτηση αυτών των περιοχών με μεγαλοπρέπεια και επισημότητα. Είναι αμφίβολο ότι θα έκανε μια αναστροφή μετά από αυτή την πατριωτική επίδειξη παρά την αδύναμη κυριαρχία της Ρωσίας σε αυτό το έδαφος. Οποιοσδήποτε Ρώσος ηγέτης, είτε ο Πούτιν είτε κάποιος άλλος, θα αντιστεκόταν στην παραίτηση από την Κριμαία, το τμήμα της Ουκρανίας που προσάρτησε η Ρωσία το 2014.

Οι συνθήκες επί τόπου στην Ρωσία θα πρέπει να ευνοούν τον συμβιβασμό. Μια νέα ρωσική ηγεσία θα έπρεπε να αντιμετωπίσει έναν αποθαρρυνμένο στρατό και να στοιχηματίσει σε ένα εφησυχασμένο κοινό που θα προσχωρούσε στην συνθηκολόγηση. Οι Ρώσοι θα μπορούσαν τελικά να γίνουν αδιάφοροι εάν ο πόλεμος συνεχιστεί χωρίς ξεκάθαρη λύση. Αλλά οι μάχες πιθανότατα θα συνεχιστούν σε περιοχές της ανατολικής Ουκρανίας, και οι εντάσεις μεταξύ των δύο χωρών θα παραμείνουν υψηλές.

Ωστόσο, μια συμφωνία με την Ουκρανία θα μπορούσε να φέρει εξομάλυνση των σχέσεων με την Δύση. Αυτό θα ήταν ένα ισχυρό κίνητρο για έναν λιγότερο μιλιταριστή Ρώσο ηγέτη από τον Πούτιν [4], και θα άρεσε σε πολλούς Ρώσους. Οι Δυτικοί ηγέτες θα μπορούσαν επίσης να δελεαστούν να πιέσουν για διαπραγματεύσεις προς το συμφέρον του τερματισμού του πολέμου. Το πρόβλημα εδώ είναι ο συγχρονισμός. Τους δύο πρώτους μήνες μετά την εισβολή του Φεβρουαρίου του 2022, η Ρωσία είχε την ευκαιρία να διαπραγματευτεί με τον Ζελένσκι και να εκμεταλλευτεί τη μόχλευση στο πεδίο της μάχης. Μετά τις επιτυχημένες αντεπιθέσεις της Ουκρανίας, ωστόσο, το Κίεβο έχει ελάχιστους λόγους να παραχωρήσει το οτιδήποτε. Από τότε που εισέβαλε, η Ρωσία ανέβασε τα στοιχήματα και κλιμάκωσε τις εχθροπραξίες αντί να δείξει προθυμία για συμβιβασμό. Ένας λιγότερο αδιάλλακτος ηγέτης από τον Πούτιν θα μπορούσε να οδηγήσει την Ουκρανία να εξετάσει το ενδεχόμενο διαπραγμάτευσης. Μπροστά στην ήττα, ο Πούτιν θα μπορούσε να καταφύγει σε επιθέσεις στην παγκόσμια σκηνή. Έχει επεκτείνει σταθερά το πλαίσιο του πολέμου, ισχυριζόμενος ότι η Δύση διεξάγει μια μάχη πληρεξουσίων εναντίον της Ρωσίας με στόχο την καταστροφή της χώρας. Οι ομιλίες του το 2022 ήταν πιο μεγαλομανείς εκδοχές της ομιλίας του στην Διάσκεψη για την Ασφάλεια του Μονάχου 15 χρόνια νωρίτερα, στην οποία κατήγγειλε την αμερικανική εξαιρετικότητα, υποστηριζόμενος ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες «έχουν ξεπεράσει τα εθνικά τους σύνορα με κάθε τρόπο».

Εν μέρει βλακείες, εν μέρει ανοησίες, εν μέρει δοκιμαστικό μπαλόνι, η ρητορική του Πούτιν έχει σκοπό να κινητοποιήσει συναισθηματικά τους Ρώσους. Υπάρχει όμως και μια τακτική λογική πίσω από αυτό: αν και η επέκταση του πολέμου πέρα από την Ουκρανία προφανώς δεν θα χαρίσει στον Πούτιν το έδαφος που ποθεί, θα μπορούσε να εμποδίσει την Ουκρανία και την Δύση να κερδίσουν την σύγκρουση. Η φιλοπόλεμη ρητορική του θέτει τις βάσεις για κλιμάκωση και μια 21ου αιώνα αντιπαράθεση με την Δύση, στην οποία η Ρωσία θα επιδιώκει να εκμεταλλευτεί τα ασύμμετρα πλεονεκτήματά της ως κακοποιό κράτος ή κράτος τρομοκράτης.