Η Ελλάδα και οι γείτονές της | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Ελλάδα και οι γείτονές της

Δημοσιεύθηκε την 1η Απριλίου 1931

Στην βάση ενός μνημείου στην Βουδαπέστη υπάρχει χαραγμένο το απόφθεγμα του Ιταλού πρωθυπουργού ότι «οι συνθήκες ειρήνης δεν είναι αιώνιες». Κανείς δεν υποθέτει ότι είναι˙ ωστόσο, τα αίτια των τριβών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, που προκάλεσαν τους πολέμους του 1897, του 1912-13 και του 1917-22, εξαφανίστηκαν με την εξαφάνιση των Ελλήνων από τη Μικρά Ασία και των Τούρκων από τη Μακεδονία και την Κρήτη και με την αντικατάσταση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από την Τουρκική Δημοκρατία. Σε γενικές γραμμές, η Ελλάδα είναι πλέον ελληνική και η Τουρκία είναι πλέον τουρκική, και αμφότερες οι χώρες έχουν πολύ περισσότερα να κερδίσουν από την εντατική καλλιέργεια των σημερινών τους εδαφών παρά με την επέκτασή τους με τίμημα την αιματοχυσία. Όπως έχει αποδειχθεί από την Επιτροπή Εγκατάστασης Προσφύγων, της οποίας οι εργασίες τελείωσαν στα τέλη του 1930 με την επιστροφή του κ. Charles Eddy στην Αμερική και του σερ John Hope Simpson στην Αγγλία, η έξοδος των Ελλήνων προσφύγων από την Τουρκία έκανε τη Μακεδονία «γη της επαγγελίας», ικανή εν καιρώ να εφοδιάσει την Ελλάδα με σιτηρά. Ακριβώς όπως ο Μπίσμαρκ, μετά το 1871, δήλωσε ότι «δεν θα έκανε άλλους πολέμους», αλλά θα αφοσιωθεί στα εσωτερικά προβλήματα, έτσι και ο πρώην Κρητικός αντάρτης και μαζί με άλλους πρωτεργάτης της Βαλκανικής Λίγκας εναντίον της Τουρκίας, έχει τάξει τον εαυτό του σε αυτήν, την πέμπτη πρωθυπουργία του, στο έργο της αναδιοργάνωσης της Ελλάδας.

Η θέση της Ελλάδας τόσο ως μεσογειακό όσο και ως βαλκανικό κράτος καθιστά επιτακτική ανάγκη να έχει, ει δυνατόν, καλές σχέσεις τόσο με την Ιταλία όσο και με την Γιουγκοσλαβία. Τα γιουγκοσλαβικά σύνορα κοντά στην Γευγελή είναι μόλις 48 μίλια από την Θεσσαλονίκη και η Γιουγκοσλαβία είναι μια μεγάλη και καλά οπλισμένη χώρα. Δυστυχώς, η προηγούμενη συμμαχία καταγγέλθηκε επίσημα το 1924 με αφορμή το πρωτόκολλο των Βουλγαρικών Μειονοτήτων και η συμφωνία που συνήφθη το 1926 δεν ήταν δημοφιλής στην Ελλάδα και δεν επικυρώθηκε ποτέ από το Ελληνικό Κοινοβούλιο. Το 1929 όμως ο κ. Βενιζέλος και ο υπουργός Εξωτερικών του, κ. Καραπάνος, πέτυχαν νέες διευθετήσεις με τον βόρειο γείτονά τους. Ο κ. Καραπάνος στις 17 Μαρτίου υπέγραψε με τον Γιουγκοσλάβο συνάδελφό του στην Γενεύη έξι πρωτόκολλα, που σέβονται την «Σερβική Ελεύθερη Ζώνη» στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης, η οποία δημιουργήθηκε το 1923 και παρέχει στην Γιουγκοσλαβία διέξοδο στο Αιγαίο. Ένα πρωτόκολλο όριζε ότι η ζώνη θα έπρεπε να χρησιμοποιείται μόνο για το γιουγκοσλαβικό εμπόριο, ότι καθώς ήταν «αναπόσπαστο τμήμα της ελληνικής επικράτειας» δεν έπρεπε να υψώνεται εκεί η γιουγκοσλαβική σημαία και ότι ο συνολικός αριθμός των υπαλλήλων που θα απασχολούνταν εκεί «δεν πρέπει να υπερβαίνει τους 100». Δέκα μέρες αργότερα, ο κ. Καραπάνος υπέγραψε στο Βελιγράδι σύμφωνο φιλίας με την Γιουγκοσλαβία, το οποίο επικυρώθηκε από το Ελληνικό Κοινοβούλιο στις 4 Απριλίου, μετά από ομιλία του κ. Βενιζέλου, στην οποία ανέφερε ότι οι ελληνο-γιουγκοσλαβικές σχέσεις «δια τούτου αποκαταστάθηκαν στην εγκάρδια θέση που κατείχαν πριν από την καταγγελία της συνθήκης το 1924». Η βάση αυτών των σχέσεων, πρόσθεσε, ήταν «η αναγνωρισμένη αρχή ότι η Ελλάδα θα πρέπει να παραχωρήσει στην Γιουγκοσλαβία κάθε δυνατή διευκόλυνση για την ελεύθερη διέλευση του εμπορίου της μέσω του λιμανιού της Θεσσαλονίκης και της ελληνικής επικράτειας, ενώ η Γιουγκοσλαβία θα πρέπει να παραιτηθεί από όλες τις αξιώσεις που αγγίζουν την ελληνική κυριαρχία ή ακόμα και την ελληνική ευαισθησία». Αυτά τα μέτρα δεν στρέφονταν εναντίον κανενός, είπε, αλλά σχεδιάστηκαν προς το συμφέρον της βαλκανικής και ευρωπαϊκής ειρήνης. Έκτοτε ο κ. Βενιζέλος επισκέφθηκε δύο φορές το Βελιγράδι και ο κ. Marinkovitch, ο υπουργός Εξωτερικών της Γιουγκοσλαβίας, επισκέφθηκε την Αθήνα. Έλληνες επιχειρηματίες ήταν φιλοξενούμενοι των Γιουγκοσλάβων συναδέλφων τους στο Βελιγράδι και στην Bled, και με την σειρά τους έχουν ενεργήσει ως οικοδεσπότες στην Θεσσαλονίκη και την Αθήνα. Η κυκλοφορία στην Ελεύθερη Ζώνη της Σερβίας τριπλασιάστηκε το 1930.

Κάποια ανησυχία, που αδικαιολόγητα μεγεθύνεται στον Τύπο, προκλήθηκε στο Βελιγράδι από το γεγονός (απλή σύμπτωση, όπως ενημέρωσε ο κ. Μιχαλακόπουλος) ότι ο κόμης Bethlen, ο Ούγγρος πρωθυπουργός, βρέθηκε στην Άγκυρα κατά την διάρκεια της ελληνικής επίσκεψης και ότι αυτός και ο κ. Βενιζέλος συναντήθηκαν. Το παραδεκτό γεγονός ότι ο πρωθυπουργός Μουσολίνι είχε ενεργήσει ως ενδιάμεσος μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας (είχε υπογράψει συνθήκη ουδετερότητας με την Τουρκία στις 30 Μαΐου 1928) οδήγησε τους σχολιαστές να προτείνουν, χωρίς πραγματική αιτιολόγηση, ότι η Ελλάδα επρόκειτο να συνταχθεί με την προστατευόμενη της Ιταλίας, την Ουγγαρία, στην περικύκλωση της Γιουγκοσλαβίας.

Στο Βελιγράδι οι άνθρωποι είναι ικανοί να βλέπουν το χέρι της Ιταλίας παντού -στην Αλβανία, στην Βουλγαρία, στην Ουγγαρία, και στην Τουρκία. Η Ιταλία θεωρείται εκεί ως επί το πλείστον με το ίδιο πρίσμα με την Αυστροουγγαρία πριν από τον πόλεμο. Ένα αποτέλεσμα ήταν η Γαλλο-Γιουγκοσλαβική Συνθήκη Συμμαχίας (11 Νοεμβρίου 1927), έναντι της οποίας η Ιταλο-Αλβανική συνθήκη έντεκα ημέρες αργότερα μπορεί να περιγραφεί ως απάντηση. Η εκτέλεση αρκετών Σλοβένων τον περασμένο Σεπτέμβριο για την ανατίναξη ενός γραφείου ιταλικής εφημερίδας στην Τεργέστη προκάλεσε μεγάλη αίσθηση στο Βελιγράδι, όπου θεωρήθηκε συνετό να φυλάσσεται η ιταλική πρεσβεία από πιθανά αντίποινα. Η πρόταση ότι το Βατικανό έπρεπε να αντικαταστήσει τον σλοβενικό κλήρο της Ίστριας από Ιταλούς προκάλεσε φυσικά περαιτέρω δυσαρέσκεια και επεισόδια συνεχίζουν να συμβαίνουν συχνά στα ιταλο-γιουγκοσλαβικά σύνορα. Αυτή η μη ικανοποιητική κατάσταση των πραγμάτων έκανε ακόμη πιο αξιοσημείωτο το επίτευγμα του κ. Βενιζέλου να είναι φίλος του βασιλιά Αλέξανδρου (για τον οποίο έχει μεγάλη εκτίμηση) χωρίς να αντιμετωπίζεται με καχυποψία από τους Ιταλούς.