Από την κρίση του ευρώ στην «πολυκρίση» | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Από την κρίση του ευρώ στην «πολυκρίση»

Μαθήματα για (και από) την Ελλάδα

Πρώτον, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ ενήργησε ως διεθνής δανειστής ύστατης προσφυγής για άλλες ξένες κεντρικές τράπεζες, καθιερώνοντας το σύστημα γραμμών ανταλλαγής (swap-lines) που περιελάμβανε τις μεγάλες ευρωπαϊκές κεντρικές τράπεζες, όπως την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, την Τράπεζα της Αγγλίας και την Εθνική Τράπεζα της Ελβετίας, καθώς και τις κεντρικές τράπεζες του Καναδά και της Ιαπωνίας. Δεύτερον, η Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας αποφάσισε να επανασυνδέσει το γουάν με το δολάριο κατά την περίοδο από τον Ιούλιο του 2008 έως τον Ιούνιο του 2010. Η Κίνα θα μπορούσε να πουλήσει ομόλογα του αμερικανικού δημοσίου, αλλά μια τέτοια κίνηση θα διέβρωνε την αξία του υπολειπόμενου δολαριακού χρέους που κατείχε η ασιατική γεωοικονομική υπερδύναμη. Τρίτον, καθώς η συνακόλουθη κρίση του ευρώ το 2010 εμφανίστηκε ως υπαρξιακή για το κοινό νόμισμα, η ασυνήθιστη αβεβαιότητα για το μέλλον του μεταφράστηκε σε σχετικά χαμηλότερη συναλλαγματική ισοτιμία –δηλαδή, σε ένα συγκριτικά πιο εξασθενημένο ευρώ–, γεγονός το οποίο βοήθησε τα ισχυρά εξαγωγικά κράτη της Ευρωζώνης να αναπτυχθούν με λογικό ρυθμό μέσα στην κρίση.

Ωστόσο, η Ελλάδα υπέστη μια σύγχρονη «Μεγάλη Κατάθλιψη» (Great Depression).
Στην αρχή της κρίσης, η επιδείνωση του μακροοικονομικού περιβάλλοντος, οι υποβαθμίσεις του αξιόχρεου της χώρας, και τα διευρυνόμενα περιθώρια κινδύνου των κυβερνητικών ομολόγων εξαιτίας των μεγάλων μακροοικονομικών και δημοσιονομικών ανισορροπιών προκάλεσαν ξαφνική διακοπή του διεθνούς δανεισμού στις αρχές του 2010, αποκόπτοντας το ελληνικό δημόσιο και τις ελληνικές εμπορικές τράπεζες από τις διεθνείς αγορές κεφαλαίου και χρήματος.

Μια πραγματική τραγωδία εκτυλίχθηκε. Όπως λέγεται, μια εικόνα μπορεί να αξίζει όσο χίλιες λέξεις.

19092023-1.jpg

Ακόμη πιο συγκλονιστικό από το βάθος της σύγχρονης Μεγάλης Κατάθλιψης που βίωσε η Ελλάδα –μιας κατάθλιψης όχι μόνο με την μακροοικονομική αλλά και με την κυριολεκτική σημασία του όρου, καθώς η χώρα υπέστη πρωτοφανές κοινωνικό και οικονομικό κόστος– ήταν η διάρκειά της.

Μεταξύ 2008 και 2016, η Ελλάδα έχασε πάνω από το ένα τέταρτο του ΑΕΠ της σε σταθερές τιμές, με το ποσοστό ανεργίας να αυξάνεται κατά σχεδόν 16 ποσοστιαίες μονάδες. Επιπλέον, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε ισοτιμία αγοραστικής δύναμης μειώθηκε στο 67% του ευρωπαϊκού μέσου όρου το 2017, από 93% το 2008, με ανυπολόγιστες δημογραφικές, οικονομικές, και κοινωνικές συνέπειες. Η επίλυση της ελληνικής κρίσης χρειάστηκε οκτώ χρόνια, τρία προγράμματα οικονομικής προσαρμογής, μια σημαντική αναδιάρθρωση χρέους, και τρεις γύρους ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών [3].

Διάφοροι παράγοντες μπορούν να εξηγήσουν την διάρκεια και το βάθος της ελληνικής κρίσης.

Μεταξύ άλλων:

-Ένα πολύ αρνητικό σημείο εκκίνησης. Λόγω των μακροοικονομικών και δημοσιονομικών ανισορροπιών της (δίδυμα ελλείμματα σε προϋπολογισμό και ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών), η Ελλάδα ήταν ο πιο αδύναμος κρίκος στην ζώνη του ευρώ.

-Η Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ) δεν είχε τα εργαλεία για να αποτρέψει και να περιορίσει την κρίση. Η περίπτωση της συμμετοχής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) στο αρχικό πρόγραμμα διάσωσης προέκυψε σε μεγάλο βαθμό από την πεποίθηση ότι το ΔΝΤ ήταν ο καλύτερα εξοπλισμένος θεσμός για να αντεπεξέλθει στις τεχνικές δυσκολίες που συνδέονταν με την διαπραγμάτευση και την παρακολούθηση του προγράμματος.

-Μια πολιτική του τύπου «ταιριάζει σε όλα τα μεγέθη» (one-size-fits-all) σχεδιάστηκε από το ΔΝΤ για μια χώρα-μέλος μιας νομισματικής ένωσης. Η Ελλάδα αντιμετώπισε το δίλημμα του Mundell [4] μεταξύ εσωτερικής και εξωτερικής ισορροπίας, για μια μικρή ανοιχτή οικονομία με χαμηλή διεθνή ανταγωνιστικότητα, σε ένα καθεστώς ελεύθερης κινητικότητας κεφαλαίων και αμετάκλητα σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών.

-Δεν έγινε εκ των προτέρων διαπραγμάτευση για την αναδιάρθρωση του δημοσίου χρέους, καθώς υπήρχε σημαντικός συστημικός κίνδυνος για ολόκληρη την Ευρωζώνη, δεκαοκτώ μήνες μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers, όταν τα χρηματοπιστωτικά συστήματα εξακολουθούσαν να κλονίζονται από την Μεγάλη Ύφεση (Great Recession). Δεν υπήρχε τείχος προστασίας προκειμένου να αποτρέψει την μετάδοση της κρίσης σε άλλες ευάλωτες χώρες της ζώνης του ευρώ.
-Υπερβολική δημοσιονομική λιτότητα (τόσο το μέγεθος όσο και η ταχύτητα της δημοσιονομικής εξυγίανσης ήταν άνευ προηγουμένου) και ασυνεχής εφαρμογή. Οι δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές αποδείχθηκαν υψηλότεροι από τις αρχικές εκτιμήσεις και τα προγράμματα οικονομικής προσαρμογής έδωσαν μεγαλύτερη έμφαση στην δημοσιονομική εξυγίανση, τον εξορθολογισμό των διαδικασιών του προϋπολογισμού, και την ενίσχυση της δημοσιονομικής διαφάνειας, σε βάρος των μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν την ανάπτυξη, αντιμετωπίζουν την φοροδιαφυγή, και συμβάλλουν στην αναδιοργάνωση του δημόσιου τομέα.

-Η έλλειψη συναίνεσης στο εγχώριο πολιτικό σύστημα, σε συνδυασμό με την απουσία μιας εξαρχής προσέγγισης του τύπου «ό,τι χρειαστεί» («whatever it takes») από πλευράς Ευρωζώνης, προκάλεσε αυξανόμενες εικασίες για έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ (Grexit) μέχρι την ιστορική στιγμή του Mario Draghi ως επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) το καλοκαίρι του 2012. Επιπλέον, οι ατυχείς διαπραγματεύσεις του πρώτου εξαμήνου του 2015 υπονόμευσαν την ανάκαμψη του 2014, τροφοδότησαν έναν δεύτερο γύρο φημολογίας περί Grexit και, με την σειρά τους, οδήγησαν στην υπογραφή του τρίτου προγράμματος προσαρμογής, στην επιβολή capital controls, σε μια ακόμη ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, και σε άλλα δύο χρόνια οικονομικής στασιμότητας.