Γιατί έγιναν οι επαναστάσεις το 2011 | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Γιατί έγιναν οι επαναστάσεις το 2011

Η αδυναμία και η αντοχή των απολυταρχικών καθεστώτων στη Μέση Ανατολή

Ο βαθμός αδυναμίας του σουλτάνου γίνεται συνήθως αντιληπτός μόνο αναδρομικά. Παρότι είναι εύκολο να αναγνωρίσει κανείς τα κράτη με υψηλό δείκτη διαφθοράς, με ανεργία και προσωποπαγή διακυβέρνηση, ο βαθμός αντίθεσης των ελίτ απέναντι στο καθεστώς και η πιθανότητα αποσκίρτησης των στρατιωτικών γίνεται έκδηλη μόνο όταν αρχίσουν οι μαζικές διαδηλώσεις. Σε τελική ανάλυση, οι ελίτ και οι στρατιωτικοί έχουν κάθε λόγο να κρύβουν τα πραγματικά τους αισθήματα μέχρι να έρθει η κρίσιμη στιγμή, ενώ είναι αδύνατον να γνωρίζουμε ποια αφορμή θα οδηγήσει σε μαζική, και όχι σε τοπική, εξέγερση. Συχνά, λοιπόν, ταχεία πτώση των σουλτανικών καθεστώτων επέρχεται, ως εκ τούτου, σαν ένα σοκ.

Σε κάποιες περιπτώσεις, βέβαια, ο στρατός δεν αποσκιρτά αμέσως ενόψει της εξέγερσης. Στην Νικαράγουα, στις αρχές της δεκαετίας του ’70, για παράδειγμα, ο Αναστάζιο Σομόζα Ντεμπάιλε είχε την ευχέρεια να χρησιμοποιήσει φιλοκυβερνητικές δυνάμεις από την Εθνοφρουρά της Νικαράγουας, για να καταστείλει την εξέγερση εναντίον του. Ακόμη όμως κι αν το καθεστώς διαθέτει έμπιστα τμήματα στρατού, σπανίως κατορθώνει να επιβιώσει. Απλώς καταρρέει σε βραδύτερους ρυθμούς, με μεγάλη αιματοχυσία ή ακόμη και εμφύλιο πόλεμο. Η επιτυχία του Σομόζα το 1975 ήταν βραχύβια∙ η αυξανόμενη βιαιότητα και διαφθορά προκάλεσε μιαν ακόμη ευρύτερη εξέγερση κατά τα επόμενα χρόνια. Ύστερα από κάποιες τακτικές μάχες, ακόμη και τα μέχρι τότε πιστά στρατεύματά του άρχισαν να αποσκιρτούν, και ο Σομόζα εγκατέλειψε τη χώρα το 1979.

Η διεθνής πίεση μπορεί να επηρεάσει τη ροή των γεγονότων. Η χαριστική βολή στην κυβέρνηση του Μάρκος ήταν η πλήρης απόσυρση της αμερικανικής υποστήριξης μετά την αμφισβητούμενη νίκη του στις προεδρικές εκλογές του 1986. Όταν οι Η.Π.Α. εγκατέλειψαν το καθεστώς, οι εναπομείναντες υποστηρικτές του αναδιπλώθηκαν και η ειρηνική Επανάσταση της Λαϊκής Εξουσίας τον ανάγκασε σε εξορία.

ROCK ΤΗΕ CASBAH*
Οι επαναστάσεις που ξέσπασαν σε όλη τη Μέση Ανατολή εκφράζουν την κατάρρευση των όλο και περισσότερο διεφθαρμένων σουλτανικών καθεστώτων. Παρότι οι οικονομίες σε όλη την περιοχή έχουν αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια, τα κέρδη δεν άγγιξαν την πλειονότητα του πληθυσμού, αλλά συγκεντρώθηκαν, τουναντίον, στα χέρια μιας ολιγάριθμης πλουτοκρατίας. Ο Μουμπάρακ και η οικογένειά του λέγεται ότι δημιούργησαν μια περιουσία αξίας 40 έως 70 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ενώ 39 αξιωματούχοι και επιχειρηματίες από το στενό περιβάλλον του Γκαμάλ, γιου του Μουμπάρακ, φημολογείται ότι έκαναν περιουσίες μεγαλύτερες του ενός δισεκατομμυρίου δολαρίων έκαστος. Στην Τυνησία, διπλωματικό τηλεγράφημα του 2008 που ήρθε στο φως χάρη στα WikiLeaks, σημείωνε ότι η διαφθορά είχε φθάσει στο αποκορύφωμα, και προειδοποιούσε ότι η οικογένεια του Μπεν Άλι είχε γίνει τόσο αρπακτική, ώστε είχαν ακυρωθεί επενδύσεις και η συνακόλουθη δημιουργία θέσεων εργασίας, καθώς και ότι η επιδεικτική στάση της οικογένειας είχε προκαλέσει διάχυτη δυσαρέσκεια.

Οι ταχέως αναπτυσσόμενοι και αστικοποιούμενοι πληθυσμοί της Μέσης Ανατολής έχουν πληγεί από τους χαμηλούς μισθούς και την αύξηση στις τιμές των ειδών διατροφής, που έφτασε το 32% μόνο τον τελευταίο χρόνο, σύμφωνα με τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών. Όμως, δεν είναι μόνο η αύξηση των τιμών ή η έλλειψη ανάπτυξης, που πυροδοτούν τις επαναστάσεις∙ είναι η διατήρηση της διάχυτης και αθεράπευτης φτώχειας εν μέσω του ολοένα και πιο φανταχτερού πλούτου.

Η δυσφορία υποδαυλίσθηκε, επίσης, από την υψηλή ανεργία, που απορρέει εν μέρει από την απότομη αύξηση του νεανικού πληθυσμού στον αραβικό κόσμο. Το ποσοστό των νεαρών ενηλίκων, εκείνων μεταξύ 15 και 29 ετών, ως υποσύνολο των άνω των 15, κυμαίνεται από το 38% στο Μπαχρέιν και στην Τυνησία έως το 50% στην Υεμένη (σε σύγκριση με το 26% στις Ηνωμένες Πολιτείες). Όχι μόνο η αναλογία του νεαρού πληθυσμού στη Μέση Ανατολή είναι εξαιρετικά υψηλή, αλλά και ο αριθμός αυτός έχει αυξηθεί γρήγορα μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Από το 1990 ο νεαρός πληθυσμός μεταξύ και 15 και 29 χρόνων έχει αυξηθεί κατά 50% στη Λιβύη και την Τυνησία, κατά 65% στην Αίγυπτο και κατά 125% στην Υεμένη.

Χάρη στις εκσυγχρονιστικές πολιτικές των σουλτανικών τους κυβερνήσεων, πολλά από τα νεαρά αυτά άτομα είχαν τη δυνατότητα να σπουδάσουν στο πανεπιστήμιο, ειδικά στο πρόσφατο παρελθόν. Όντως, οι εγγραφές σε ανώτερες σχολές έχουν εκτιναχθεί στα ύψη κατά τις τελευταίες δεκαετίες, φθάνοντας σε υπερτριπλάσιο αριθμό στην Τυνησία, σε τετραπλάσιο στην Αίγυπτο, και αγγίζοντας το δεκαπλάσιο στη Λιβύη.

Θα ήταν δύσκολο, αν όχι αδύνατον, για οποιαδήποτε κυβέρνηση να δημιουργήσει θέσεις εργασίας επαρκείς για μια τέτοια κατάσταση. Ιδιαίτερα για τα σουλτανικά καθεστώτα, αποτελεί πρόβλημα δύσκολο στη διαχείρισή του. Ως μέρος της πελατειακής στρατηγικής που εφάρμοζαν, ο Μπεν Άλι και ο Μουμπάρακ παρείχαν επί μακρόν κρατικές επιδοτήσεις σε εργάτες και οικογένειες, μέσω προγραμμάτων όπως του Ταμείου Εθνικής Απασχόλησης της Τυνησίας, που εκπαίδευε εργάτες, δημιουργούσε θέσεις εργασίας και παρείχε δάνεια, καθώς και μέσω της αιγυπτιακής πολιτικής, που εγγυάτο θέσεις εργασίας για τους αποφοίτους των ανωτέρων σχολών. Τούτα τα δίχτυα ασφαλείας καταργήθηκαν, όμως, την τελευταία δεκαετία, προκειμένου να μειωθούν οι δαπάνες. Η επαγγελματική εκπαίδευση, εξάλλου, ήταν ανεπαρκής και η πρόσβαση σε πολλές δημόσιες και ιδιωτικές δουλειές ελεγχόταν αυστηρά από άτομα προσκείμενα στο καθεστώς. Αυτό οδήγησε σε μιαν απίστευτα υψηλή νεανική ανεργία σε όλη τη Μέση Ανατολή: το ποσοστό άγγιξε για την περιοχή το 23%, ή το διπλάσιο του παγκόσμιου μέσου όρου, το 2009. Επιπλέον, ο δείκτης ανεργίας των μορφωμένων, επιπλέον, είναι ακόμη δυσμενέστερος: Στην Αίγυπτο οι πτυχιούχοι πανεπιστημίου έχουν δέκα φορές περισσότερες πιθανότητες να είναι άνεργοι απ’ όσο αυτοί που έχουν απλώς στοιχειώδη εκπαίδευση.