Η επόμενη κίνηση του Πούτιν στην Ουκρανία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η επόμενη κίνηση του Πούτιν στην Ουκρανία

Επιστράτευση, υποχώρηση, ή κάτι ενδιάμεσο;

Ο Πούτιν έχει βλάψει το καθεστώς του όχι απλώς με το να εκθέσει τον στρατό του σε οπισθοδρομήσεις γύρω από το Χάρκοβο, αλλά αντιστοιχίζοντας εξωφρενικούς πολιτικούς στόχους στην Ουκρανία με πενιχρά και αναποτελεσματικά στρατιωτικά μέσα. Στην Ουκρανία [6], οποιαδήποτε από τις επιλογές που αντιμετωπίζει τώρα ο Πούτιν θα έχει σημαντικές συνέπειες. Όποια και αν είναι η επόμενη κίνησή του, η Ευρώπη και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να συνεχίσουν να προμηθεύουν τον ουκρανικό στρατό με τα εργαλεία που χρειάζεται περισσότερο για να παραμείνει στην επίθεση. Αλλά πρέπει επίσης να εξετάσουν πιο εκτεταμένες επιπτώσεις για ένα καθεστώς που ενδέχεται να αντιμετωπίζει αυξανόμενη πίεση στο εσωτερικό, ενώ αναζητά νέους τρόπους για να προκαλέσει τον μέγιστο πόνο στην Ουκρανία και τους συμμάχους της. Για τον Πούτιν, οι απελπιστικοί καιροί δεν θα κάνουν έκκληση για λογικά μέτρα.

ΜΙΑ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΗ ΓΙΑ ΠΟΛΕΜΟ

Μια απόφαση του Πούτιν [7] να κινητοποιήσει τον ρωσικό πληθυσμό, να θεσπίσει μια επιστράτευση, και να καλέσει εκατοντάδες χιλιάδες νέους στρατιώτες, θα έθετε έντονες νέες προκλήσεις τόσο για την Ρωσία όσο και για την Δύση. Έστω και μερική, μια επιστράτευση με εντολή του Κρεμλίνου θα ισοδυναμούσε με πλήρη αναγνώριση ότι η χώρα βρίσκεται σε πόλεμο. Θα έκανε επίσης αυτόν τον πόλεμο υπαρξιακό για την Ρωσία. Μέχρι τώρα, η εισβολή στην Ουκρανία δεν είχε παρουσιαστεί καν ως πόλεμος για το μεγαλύτερο μέρος του ρωσικού πληθυσμού. Ονομάστηκε στρατιωτική επιχείρηση, η οποία στην πράξη ήταν ένας πόλεμος από επιλογή, βασισμένος σε παραληρηματική υπερβολική αυτοπεποίθηση και ψευδείς υποθέσεις για την Ουκρανία και για τους συμμάχους και εταίρους της Ουκρανίας. Με την επιστράτευση, ωστόσο, η Ρωσία θα επένδυε δημόσια σε έναν μεγάλο πόλεμο. Η επιλογή θα μετατρεπόταν σε αναγκαιότητα και η «ειδική επιχείρηση» σε πόλεμο στον οποίο όλοι οι Ρώσοι θα χρειαζόταν να πολεμήσουν και να νικήσουν. Μια τέτοια απόφαση πιθανότατα θα καθιστούσε την ήττα απαράδεκτη για την ρωσική ηγεσία, κάνοντας την προοπτική ενός αποτελέσματος μέσω διαπραγματεύσεων ακόμη πιο απίθανη.

Αυτή η πορεία θα είχε ρίσκο για τον Πούτιν. Οι στρατιωτικές επιδόσεις της Ρωσίας [8] μέχρι σήμερα δύσκολα υποδηλώνουν ότι η εμπλοκή περισσότερων στρατιωτών στη μάχη θα απέφερε καλύτερα αποτελέσματα για τη Μόσχα. Επιπλέον, η εκπαίδευση των στρατιωτών θα απαιτούσε χρόνο και η Ρωσία θα έπρεπε να παράσχει ανάλογη αύξηση στον στρατιωτικό εξοπλισμό. Ταυτόχρονα, με το να φέρει [στον πόλεμο] πολλούς Ρώσους που δεν ενδιαφέρονται να πολεμήσουν, η κινητοποίηση θα μπορούσε να επιδεινώσει αντί να επιλύσει τα προβλήματα ηθικού του ρωσικού στρατού. Πάνω από όλα, είτε πλήρης είτε μερική, μια επιστράτευση δεν σημαίνει απαραίτητα νίκη για την Ρωσία. Η επιστράτευση θα πρέπει να συνδεθεί με επιτεύξιμους στρατηγικούς στόχους.

Επιδιώκοντας την επιστράτευση, ο Πούτιν θα έπρεπε να αντιμετωπίσει αυτούς τους στρατιωτικούς κινδύνους, διατηρώντας παράλληλα εκείνες τις μιλιταριστικές και εθνικιστικές εκλογικές περιφέρειες που έχουν ενδυναμωθεί από τον πόλεμο και που σίγουρα θα χαιρέτιζαν αυτή την κίνηση. Ο στρατιωτικός κίνδυνος είναι ένας [κίνδυνος] συγχρονισμού. Εκτός από την κατάλληλη εκπαίδευση, οι νεοσύλλεκτοι θα πρέπει να ενσωματωθούν σε μονάδες μάχης, κάτι που θα χρειαζόταν πολλούς μήνες -σε μια εποχή που το σώμα των αξιωματικών της Ρωσίας είναι κλειδωμένο στο μέτωπο και τα μέλη του οποίου έχουν ήδη σκοτωθεί σε μεγάλους αριθμούς. Και κάθε μήνα που θα περνάει, καθώς μια επιστράτευση με εντολή Πούτιν θα εξελίσσεται, όπλα και βοήθεια θα ρέουν στην Ουκρανία και ο ουκρανικός στρατός θα εδραιώνει την δύναμή του. Εάν η Ρωσία προσπαθήσει να περιμένει τον χειμώνα και να ξεκινήσει μια νέα επίθεση την άνοιξη με νέες δυνάμεις, αυτό θα γινόταν εναντίον μιας χώρας που θα είναι πολύ πιο προετοιμασμένη και πιο σκληρή από όσο ήταν τον Φεβρουάριο του 2022.

Για τον Πούτιν, ωστόσο, η διατήρηση ευρείας εσωτερικής υποστήριξης κατά την διάρκεια της επιστράτευσης θα μπορούσε να αποδειχθεί εξίσου δύσκολη. Από την σκοπιά του Κρεμλίνου, κατά τους πρώτους έξι μήνες του πολέμου, ο Πούτιν έκανε σωστά την εσωτερική του πολιτική. Ελλείψει μιας γενικής επιστράτευσης, οι αληθινοί πιστοί του Κρεμλίνου και οι Ρώσοι εθνικιστές θα μπορούσαν ακόμα να είναι ενθουσιασμένοι με έναν κατακτητικό πόλεμο, σε μια διευθέτηση λογαριασμών με την Δύση. Όσο για τους πολλούς Ρώσους που αρχικά δεν είχαν εχθρότητα εναντίον της Ουκρανίας και αιφνιδιάστηκαν από τον πόλεμο, πολλοί από αυτούς, με την ενεργή ενθάρρυνση του Κρεμλίνου, μπορούσαν απλώς να αγνοήσουν αυτό που συνέβαινε. Για αυτούς ήταν μια ειδική επέμβαση που έπρεπε να αφεθεί στους ειδικούς. Η επιστράτευση, ωστόσο, θα καθιστούσε αδύνατο να κρατηθεί ο πόλεμος μακριά από την καθημερινή ζωή των Ρώσων στις πόλεις. Έχοντας παιδαγωγηθεί από το καθεστώς Πούτιν στην αποδέσμευση από την πολιτική, θα έπρεπε τώρα να κινητοποιηθούν συναισθηματικά. Θα έπρεπε να αποδεχτούν ότι οι πατέρες, τα αδέρφια, και οι γιοι τους θα μπορούσαν να πεθάνουν στη μάχη. Η απαίτηση μιας τέτοιας μεγάλης κλίμακας αλλαγής στάσης από τον ρωσικό πληθυσμό θα μπορούσε εύκολα να γίνει μπούμερανγκ για τον Πούτιν.